Μετά από έξι χρόνια στο τιμόνι της βρετανικής «Vogue», ο πρώτος άντρας διευθυντής στην ιστορία του διάσημου περιοδικού, αφού αποχαιρέτησε το περιοδικό με τον δικό του μοναδικό τρόπο, κάνοντας το τελευταίο του εξώφυλλο με 40 εμβληματικές γυναίκες με τις οποίες έχει δουλέψει όλα αυτά τα χρόνια, ετοιμάζεται για το επόμενό του εγχείρημα –μια απροσδόκητη απομάκρυνση από τη μόδα και το Λονδίνο–, τη ματιά του πάνω στο έργο του Αμερικανού φωτογράφου Ρόμπερτ Μέιπλθορπ σε μια έκθεση στο Παρίσι, στην γκαλερί Thaddaeus Ropac από τις 2 Μαρτίου 2024.
Ο Ρόμπερτ Ένινφουλ αρνείται να σχολιάσει τη φημολογούμενη ρήξη του με την Άννα Γουίντουρ, αλλά η θητεία του στη βρετανική «Vogue», όταν έκανε εξώφυλλο την πρώτη τρανς γυναίκα ή και την 85χρονη Τζούντι Ντεντς, θεωρείται από τις πιο αξιοσημείωτες διεθνώς. «Νιώθω ότι ο κλάδος αλλάζει και ελπίζω να συνεχίσει να αλλάζει. Είμαι περήφανος που μπόρεσα να βοηθήσω στην εισαγωγή αυτού του νέου τρόπου να βλέπεις τους ανθρώπους» λέει στην «Guardian».
Ο Ένινφουλ βρίσκει στον φακό και στον τρόπο που αντιμετώπιζε τη φωτογραφία ο Μέιπλθορπ ένα ιδανικό «ταίρι» γιατί ήταν ο καλλιτέχνης που αμφισβήτησε τις συμβατικές ιδέες περί ομορφιάς. «Αμφισβήτησε την ιδέα του τι είναι πορτρέτο», λέει. «Τι είναι όμορφο; Πιστεύω ότι έχω κάνει το ίδιο – αμφότεροι αμφισβητήσαμε το status quo στις βιομηχανίες μας».
Ο θρυλικός Βρετανός στυλίστας Simon Foxton ήταν αυτός που έδειξε στον έφηβο τότε Ένινφουλ το «The Black Book», την εκρηκτική συλλογή του Μέιπλθορπ με 96 ερωτικές φωτογραφίες μαύρων ανδρών. «Ήμουν μοντέλο με σκούρο δέρμα με φαλακρό κεφάλι τότε», λέει. «Μπορούσα να δω τον εαυτό μου στον Κεν Μούντι». Ο Μούντι συχνά θεωρείται μούσα του Μέιπλθορπ. «Μου άρεσε ο τρόπος που ο Μέιπλθορπ χρησιμοποιούσε το φως. Ήταν τόσο δυνατό που ήθελες να αγγίξεις την εικόνα. Υπήρχε η αίσθηση ότι κάτι νέο και απίστευτο συνέβαινε στη δουλειά του».
Η αντιμετώπιση του μαύρου ανδρικού σώματος από τον Αμερικανό φωτογράφο έχει δεχθεί πυρά για αυτό που έχει θεωρηθεί ως εκμετάλλευση και βλέμμα φετιχιστικό. Ο Ένινφουλ λέει: «Σε όλη την ιστορία, οι μαύροι έχουν απεικονιστεί με πολλούς τρόπους. Έχουμε συνηθίσει να δημιουργούμε μερικές από τις πιο εμβληματικές εικόνες. Πρέπει να συνεχίσουμε τη συζήτηση για την αντικειμενοποίηση. Αλλά πρέπει να ασχοληθούμε με εικόνες που καθορίζουν τους άνδρες και τις γυναίκες – και όχι μόνο τους μαύρους άνδρες».
Ο ίδιος ο Ένινφουλ που στην αρχή της καριέρας του είχε εργαστεί ως μοντέλο λέει: «Ήμουν πολύ τυχερός που είχα ανθρώπους όπως ο Φόξτον και ο φωτογράφος Νικ Νάιτ, που με ενθάρρυναν να μιλήσω. Το μόντελινγκ δεν είναι εύκολο – πάντα σου λένε να σιωπήσεις, η γνώμη σου έχει μικρότερη σημασία. Έτσι, όταν δουλεύω με την Κέιτ ή τη Ναόμι, δουλεύουμε μαζί σε ιστορίες, αναπτύσσουμε χαρακτήρες – αυτό είναι κάτι που πραγματικά έμαθα από εκείνες τις πρώτες μέρες».
Ο Μέιπλθορπ πέθανε από επιπλοκές που σχετίζονται με το AIDS το 1989 σε ηλικία 42 ετών. Η γενιά του Ένινφουλ επηρεάστηκε από αυτόν και εμπνεύστηκε από την ειλικρίνεια που υπήρχε στις φωτογραφίες του.
Ανακαλύπτοντας περισσότερες από 2.000 εικόνες που φυλάσσονται στο αρχείο του Ιδρύματος Robert Mapplethorpe, ο Ένινφουλ επέλεξε μόλις 46. «Τις προσέγγισα ως εικόνες της δουλειάς του που μου έκαναν εντύπωση», λέει. «Ήταν πολύ ενστικτώδες». Μετά από τρεις δεκαετίες εργασίας σε έντυπο υλικό, ο Ένινφουλ προσέγγισε την έκθεση ως συντάκτης, συνδυάζοντας τις εικόνες σαν να είναι σαλόνια περιοδικού.
Στην έκθεση υπάρχουν φωτογραφίες της Φραν Λίμποβιτς δίπλα στην αιθέρια Ιζαμπέλα Ροσελίνι, η Πάτι Σμιθ, η Σούζαν Σάραντον με την κόρη της αγκαλιά, η bodybuilder Λίζα Λιόν. Τα ζευγάρια απηχούν τη γοητεία που ασκούσε η δυαδικότητα και τα θολά δυαδικά στοιχεία – ανατρέποντας τις προσδοκίες για το φύλο στο έργο του Μέιπλθορπ.
Εκεί που η τελειομανία του φωτογράφου ολισθαίνει προς την ψυχρότητα και τη σοβαρότητα, οι αντιπαραθέσεις του Ένινφουλ αναδεικνύουν το χιούμορ και την τρυφερότητα που υπάρχουν επίσης στο έργο του. Απαλότητα και ευαλωτότητα έναντι της λαγνείας και της μυϊκής δύναμης. Είναι μια υπενθύμιση του πόσες πλευρές είχε ο Μέιπλθορπ. «Ήθελα να δείξω το εύρος της δουλειάς του» λέει ο Ένινφουλ.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με δύο εκπληκτικά αυτόνομα πορτρέτα που τραβήχτηκαν το 1976: μια χαμογελαστή πριγκίπισσα Μαργαρίτα με μαγιό στην παραλία και ένας αδιάφορος Ντέιβιντ Χόκνεϊ, ξαπλωμένος, να χασμουριέται. Η χαλαρότητα, η λιτότητα και η φαινομενική έλλειψη χορογραφίας αποκαλύπτουν μια διαφορετική πλευρά του Μέιπλθορπ. Αυτές οι φωτογραφίες είναι ένας τρόπος για τον Ένινφουλ να βάλει μια βρετανική σφραγίδα στην έκθεση. «Είναι τόσο εμβληματικοί και τόσο Βρετανοί – και ήταν σημαντικό για μένα ως Βρετανό να δείξω ότι έριξε φως στους αριστοκράτες μας», λέει.
Στην πρώτη επιμελητική του προσπάθεια, ο Ένινφουλ παρέλειψε τις ακραίες σεξουαλικές εικόνες του Mέιπλθορπ, όπως οι φωτογραφίες που τράβηξε στο Mineshaft BDSM club τη δεκαετία του 1970. «Πρέπει να φαίνονται όλοι», λέει. «Πάντα το ένιωθα αυτό. Όλοι πρέπει να εκπροσωπούνται, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας, σεξουαλικότητας ή κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου. Αν μπορείς να το δεις, μπορεί να γίνει».
Με πληροφορίες από Financial Times, Guardian