Μέχρι και λίγες στιγμές πριν από τη σύγκρουση ενός αεροσκάφους της American Airlines και ενός στρατιωτικού ελικοπτέρου πάνω από τον ποταμό Ποτόμακ πριν από λίγες μέρες, όλα έμοιαζαν να κυλούν φυσιολογικά.
Οι καιρικές συνθήκες ήταν ευμενείς, όπως σημείωσε ο Σον Ντάφι, ο νέος υπουργός Μεταφορών, στη συνέντευξη τύπου που έδωσε την επόμενη του τραγικού περιστατικού. Το επιβατικό αεροσκάφος, προερχόμενο από τη Γουιτσιτά του Κάνσας, επρόκειτο να φθάσει στο Εθνικό Αεροδρόμιο «Ρόναλντ Ρέιγκαν» της Ουάσιγκτον – ένα από τα διαδοχικά αεροσκάφη που προσγειώνονται με διαφορά περίπου δύο λεπτών μεταξύ τους.
Το ελικόπτερο Black Hawk βρισκόταν σε εκπαιδευτική αποστολή από το Fort Belvoir της Βιρτζίνια. Και τα δύο αεροσκάφη κινούνταν με βάση ένα «τυπικό σχέδιο πτήσης», δήλωσε ο Ντάφι. Αναφερόμενος στον εξαιρετικά πολυσύχναστο εναέριο χώρο γύρω από την Ουάσινγκτον, πρόσθεσε: «Αυτό δεν είναι κάτι ασυνήθιστο».
Η άμεση αιτία της συντριβής πάνω από τον ποταμό Ποτόμακ μπορεί να αποδειχθεί ότι ήταν ένα και μοναδικό τραγικό ανθρώπινο λάθος. Αλλά αυτή η θανατηφόρα τραγωδία συνέβη μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.
Αυτό ακριβώς όμως μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι το πρόβλημα. Η ακριβής αιτία της σύγκρουσης, η οποία στοίχισε τη ζωή και στους 64 επιβάτες μαζί με τα μέλη του πληρώματος στο αεροσκάφος καθώς και τους τρεις επιβαίνοντες στο ελικόπτερο, δεν θα καταστεί σαφής έως ότου οι ερευνητές αναλύσουν πλήρως τις καταγραφές των επικοινωνιών του ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας και το μαύρο κουτί του αεροπλάνου.
Ωστόσο, το ατύχημα ακολουθεί μια μακρά σειρά ανησυχητικών παρ' ολίγον συγκρούσεων – ένα μοτίβο που υποδηλώνει ότι τα συστήματα αεροπορικής ασφάλειας από τα οποία εξαρτάται η ανθρώπινη ζωή, βρίσκονται κάτω από τεράστια πίεση.
Το 2023, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (FAA) εντόπισε 19 «σοβαρές προσκρούσεις σε αεροδιαδρόμους», τις περισσότερες εδώ και σχεδόν μια δεκαετία. Τα αίτια αυτών των περιστατικών ποικίλουν: ελλείψεις προσωπικού ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας, απειρία των πιλότων, υψηλή ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια, ξεπερασμένη τεχνολογία.
Η αύξηση των παρ' ολίγον ατυχημάτων οδήγησε την FAA να δημιουργήσει μια ομάδα επανεξέτασης της ασφάλειας και να εκδώσει μια σπάνια «έκκληση για δράση» σε όλο τον κλάδο, απαιτώντας μεγαλύτερη επαγρύπνηση σε όλη την κοινότητα. Τα περιστατικά αυτά όμως δεν φαίνεται να προκάλεσαν σημαντικές αλλαγές στις πρακτικές ασφάλειας είτε σε εθνικό επίπεδο είτε στην περιοχή της Ουάσιγκτον. Πέρυσι, ο αριθμός των σοβαρών ατυχημάτων μειώθηκε, καθιστώντας το ζήτημα λιγότερο επείγον.
Το αεροπορικό δυστύχημα στην Ουάσιγκτον ήταν η πρώτη μεγάλη καταστροφή που αφορά αμερικανική αεροπορική εταιρεία από το 2009 – χρονικό διάστημα αρκετά μεγάλο ώστε σχεδόν μια γενιά Αμερικανών να βιώνει αυτό το δυστύχημα ως το πρώτο της. Τέτοια περιστατικά είχαν καταστεί τόσο σπάνια που το κοινό είχε καταλήξει να θεωρεί ότι οι προφυλάξεις ασφαλείας λειτουργούν αυτόματα.
Τα συστήματα ασφαλείας είναι εξαιρετικά ευάλωτα σε ένα φαινόμενο που είναι γνωστό στο σύμπαν της διαχείρισης καταστροφών ως «πλάνη του παρ' ολίγον ατυχήματος» [“near-miss fallacy] – την ανικανότητα δηλαδή να ερμηνευθούν σωστά και να οδηγήσουν στις ανάλογες ενέργειες οι προειδοποιήσεις που εμπεριέχονται σε καταστάσεις όπου η καταστροφή αποφεύγεται οριακά. Παραδόξως, οι άνθρωποι συχνά θεωρούν τέτοια γεγονότα ως σημάδια ότι το σύστημα λειτουργεί.
Στην πρωτοποριακή έρευνά της για τη NASA μετά την έκρηξη του διαστημικού λεωφορείου Challenger το 1986, η Αμερικανίδα κοινωνιολόγος Νταϊάν Βον κατηγόρησε την υπηρεσία για «κανονικοποίηση της απόκλισης». Οι άμεσοι ένοχοι για την τύχη του διαστημοπλοίου ήταν ελαττωματικά εξαρτήματα του προωθητικού πυραύλου, γνωστά ως «δακτύλιοι Ο».
Η Bon σημείωσε ότι οι αποστολές των διαστημικών λεωφορείων αντιμετώπιζαν προβλήματα με τα εξαρτήματα αυτά εδώ και χρόνια, αλλά η NASA είχε υποβαθμίσει τη σημασία τους. Οι μηχανικοί ήταν σε θέση να εξομαλύνουν τα περιστατικά με τους δακτυλίους Ο και άλλα ζητήματα ασφαλείας επειδή κανένα τους δεν είχε προκαλέσει σημαντική βλάβη – μέχρι που το κακό συνέβη.
Η άμεση αιτία της συντριβής πάνω από τον ποταμό Ποτόμακ μπορεί να αποδειχθεί ότι ήταν ένα και μοναδικό τραγικό ανθρώπινο λάθος. Αλλά αυτή η θανατηφόρα τραγωδία συνέβη μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Για κάποιο χρονικό διάστημα, το αεροπορικό σύστημα αγνοούσε τα προειδοποιητικά σημάδια και εξομάλυνε κάθε παρέκκλιση. Η καλή τύχη δεν μπορεί να διαρκέσει για πολύ, και σε αυτή την περίπτωση στέρεψε εντελώς.
Με στοιχεία από The Atlantic