Σε δεινή θέση βρίσκεται ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ, μετά τη δημοσιοποίηση πληροφοριών ότι αντάλλασσε ευαίσθητες στρατιωτικές πληροφορίες με κορυφαίους αξιωματούχους της κυβέρνησης Τραμπ μέσω της μη ασφαλούς εφαρμογής Signal, προκαλώντας ανησυχία για παραβίαση των πρωτοκόλλων εθνικής ασφάλειας.
Το περιστατικό ήρθε στο φως έπειτα από δημοσίευμα του The Atlantic, με τον αρχισυντάκτη Τζέφρι Γκόλντμπεργκ να αποκαλύπτει ότι προστέθηκε κατά λάθος στην ομαδική συνομιλία, όπου συζητούνταν οι επιχειρησιακοί στόχοι και το χρονοδιάγραμμα της επίθεσης των ΗΠΑ κατά των Χούτι στην Υεμένη.
Ο Χέγκσεθ, σε ταξίδι του στη Χαβάη, αρνήθηκε ότι αντάλλαξε πολεμικά σχέδια και επιτέθηκε προσωπικά στον Γκόλντμπεργκ, χαρακτηρίζοντάς τον «αναξιόπιστο» και «ψεύτη». Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος έχει ήδη επιβεβαιώσει την αυθεντικότητα της συνομιλίας, η οποία φέρεται να ξεκίνησε από τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας Μάικ Γουόλτζ – ο οποίος κατά λάθος προσκάλεσε τον δημοσιογράφο στη συζήτηση.
Η υπόθεση πυροδότησε αντιδράσεις στο Κογκρέσο, με Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους να ζητούν εξηγήσεις, έρευνα, ακόμη και παραίτηση του Χέγκσεθ.
Σύμφωνα με ειδικούς και πρώην αξιωματούχους ασφαλείας, η χρήση της εφαρμογής Signal – αν και κρυπτογραφημένη – δεν πληροί τις προδιαγραφές για ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών, ακόμη και όταν πρόκειται για «ευαίσθητες αλλά μη διαβαθμισμένες» πληροφορίες (SBU).
«Αν αυτό το περιστατικό παρουσιαζόταν σε σεμινάριο για την επιχειρησιακή ασφάλεια, το κοινό θα γελούσε από την απίστευτη αφέλεια», σχολίασε πρώην ανώτερος αξιωματούχος υπό καθεστώς ανωνυμίας.
Ο υπουργός Άμυνας και μέλη της ομάδας του έχουν πρόσβαση σε χώρους ασφαλούς επικοινωνίας (SCIF) ακόμη και κατά τη διάρκεια ταξιδιών – κάτι που καθιστά αδικαιολόγητη τη χρήση ανοιχτών ψηφιακών καναλιών για στρατιωτικό σχεδιασμό.
Ο βουλευτής Ρούμπεν Γκαλέγκο (D-Arizona), πρώην πεζοναύτης, δήλωσε στο CNN πως αν είχε κάνει κάτι παρόμοιο σε ενεργό υπηρεσία, θα είχε οδηγηθεί στο στρατοδικείο, ενώ χαρακτήρισε τον Χέγκσεθ «ανεπαρκή και επικίνδυνο».
Ο βουλευτής Σεθ Μούλτον (D-Massachusetts), αναφέρθηκε στο αμφιλεγόμενο παρελθόν του υπουργού, το οποίο περιλαμβάνει καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση και προβλήματα με το αλκοόλ, στοιχεία που είχαν προκαλέσει έντονη αντιπαράθεση στη Γερουσία κατά την έγκρισή του – όπου η ψήφος της αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις ήταν καθοριστική.
Αλλά και Ρεπουμπλικάνοι όπως ο γερουσιαστής Ρότζερ Γουίκερ και ο πρώην στρατηγός της Αεροπορίας Ντον Μπέικον δήλωσαν πως το περιστατικό πρέπει να διερευνηθεί, επισημαίνοντας ότι Ρωσία και Κίνα ενδεχομένως να παρακολούθησαν το περιεχόμενο της συνομιλίας.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε να μην σχολιάσει τον Χέγκσεθ, αποκαλώντας ωστόσο τον Γκόλντμπεργκ «αχρείο» και δηλώνοντας στήριξη στον Γουόλτζ. Η σιωπή του για τον υπουργό Άμυνας, ωστόσο, θεωρήθηκε ενδεικτική της σοβαρότητας της υπόθεσης.
Η διευθύντρια Εθνικών Πληροφοριών Τούλσι Γκάμπαρντ δήλωσε στη Γερουσία ότι δεν μεταδόθηκαν διαβαθμισμένα δεδομένα, απέφυγε όμως να απαντήσει αν το περιεχόμενο ήταν τέτοιο που θα έπρεπε να έχει διαβαθμιστεί.
Ο διευθυντής της CIA Τζον Ράτκλιφ επιβεβαίωσε τη συμμετοχή του στη συνομιλία, αλλά δήλωσε πως δεν γνωρίζει αν ο Χέγκσεθ είχε αποχαρακτηρίσει το υλικό.
Το περιστατικό κυριάρχησε στην ακρόαση της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, ενώ ξεκινά επίσημη δικομματική έρευνα για το τι ακριβώς ειπώθηκε, ποιος το γνώριζε και αν υπήρξε παραβίαση κρατικών απορρήτων.
Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση εκθέτει την κυβέρνηση Τραμπ που μέχρι πρότινος κατηγορούσε πολιτικούς της αντιπάλους για πλημμελή διαχείριση διαβαθμισμένων δεδομένων. Τώρα, η ίδια καλείται να λογοδοτήσει για σοβαρή υποψία αμέλειας από τον πλέον αρμόδιο για την εθνική ασφάλεια: τον υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ.
Με πληροφορίες από Washington Post