Μπορούν τα smartphones, που κατηγορούνται συχνά για την επιδείνωση της ψυχικής υγείας, να γίνουν μέρος της λύσης; Νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Medicine απαντά καταφατικά, παρουσιάζοντας ένα app που βασίζεται στη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (CBT) και δείχνει να ενισχύει την ψυχική ευημερία ανθρώπων με ήπιας μορφής κατάθλιψη.
Η εφαρμογή που χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη ενσωμάτωνε πέντε βασικές αρχές της CBT: δραστηριότητες ενίσχυσης της διάθεσης, τεχνικές αναδιάρθρωσης αρνητικών σκέψεων, επίλυση προβλημάτων, επικοινωνία χωρίς συγκρούσεις και πρακτικές για καλύτερο ύπνο.
Η CBT θεωρείται η πιο αποτελεσματική μη φαρμακευτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης, όμως η παγκόσμια έλλειψη ψυχιάτρων περιορίζει την πρόσβαση σε θεραπεία. Όπως δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Toshiaki Furukawa από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο, στόχος ήταν «να προσφέρουμε αυτά τα εργαλεία σε όλους, παντού».
Στην έρευνα συμμετείχαν περίπου 4.000 ενήλικες στην Ιαπωνία με ήπια καταθλιπτικά συμπτώματα. Οι μισοί χρησιμοποίησαν την εφαρμογή για διάστημα 6 έως 10 εβδομάδων, ολοκληρώνοντας τα προτεινόμενα μαθήματα. Οι υπόλοιποι αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι χρήστες της εφαρμογής εμφάνισαν σημαντική μείωση σε συμπτώματα κατάθλιψης, άγχους και αϋπνίας – βελτίωση που διατηρήθηκε για τουλάχιστον έξι μήνες μετά το πέρας της παρέμβασης.
Ενδιαφέρον έχει ότι κάποια CBT εργαλεία λειτούργησαν καλύτερα από άλλα. Η εστίαση σε δραστηριότητες ευχαρίστησης και η εκπαίδευση στον ύπνο είχαν ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα στην ανακούφιση από το άγχος και στην ενίσχυση της συνολικής ευεξίας. Αντίθετα, η τεχνική αλλαγής αρνητικών σκέψεων δεν φάνηκε τόσο αποτελεσματική.
Οι ερευνητές σχεδιάζουν τώρα πιο μακροχρόνια πειράματα με στόχο να εξατομικεύσουν τις τεχνικές CBT ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε ατόμου. «Μπορούμε να προσαρμόσουμε τα εργαλεία στις ιδιαιτερότητες κάθε χρήστη», εξηγεί ο Furukawa. «Αυτό ανοίγει τον δρόμο για εξατομικευμένη, μακροπρόθεσμη υποστήριξη ψυχικής υγείας μέσω τεχνολογίας».
Με πληροφορίες από Euronews