Σ' εκείνα τα βράδια στις ταράτσες του Πειραιά χαζεύοντας τα κύματα κι ακούγωντας τις ανάσες ενός ξεχασμένου Ποσειδώνα. Στις εικόνες με τις παλιές βίντατζ πολυθρόνες που καθόμουν και ξαπλώναμε μαζί. Κι ήμουν ελεύθερη, κι ήμουν κατατεθλιμμένη, κι ήμουν ευτυχισμένη. Και το βλέμμα έφευγε μακρυά. Και τελικά όλο και κάπου ήσουν εσύ. Άκουγα εκείνα τα βήματα, έβλεπα με την άκρη του ματιού μου.
Σ' εκείνες τις κόντρες στα λιμανάκια. Και στην αλήτικη ζωή που είχαμε. Αμάξια, μουσική, και κίνδυνος - πανταχού παρών. Μηχανές. Αδρεναλίνη στα ύψη.
Σ' εκείνες τις αυλές της Γλυφάδας με χοροπηδητά. Μ' εκείνο το σκούρο μπλε αμάξι που κυκλοφορούσαμε. "Τουρ" στα μέρη. Στα καλύτερα στέκια για φαγητό. Κάθε μέρα μετά τη δουλειά. Και στη Βούλα με τις υπέροχες παραλίες που βουτούσαμε συχνά, και μαυρίζαμε. Και βγάζαμε αστείες φωτογραφίες, για μας, για τους άλλους - ποτέ δεν κατάλαβα.
Σ' εκείνες τις πολυκατοικίες, αντίκρυσμα για πρώτη φορά. Μα μιλάνε οι πολυκατοικίες στην καρδιά; Σ' εκείνους τους δρόμους, εκείνο το περπάτημα το ανάλαφρο. Κι εκείνους τους ανθρώπους, πρώτη φορά μα πάντα κατάματα. Σ' εκείνα τα βλέμματα. Παντού συνδέσεις, "τι κι αν είναι...αν αυτή η κυρία είναι...αν αυτός είναι..." Και στο θέατρο ακόμα, η άγνωστη κυρία από το νησί..τι κι αν ήταν κι αυτή; Σ' εκείνη την κουβέντα.
Σε εκείνα τα πάνω κάτω στην Ερμού, μέχρι την εκκλησίτσα και πάλι πάνω. Σ' εκείνα τα όμορφα πλακόστρωτα στο μοναστηράκι και τις γλίστρες στην Πλάκα.
Σ' εκείνες τις στιγμιαίες λάμψεις στην Βασιλίσσης Σοφίας, τα αμάξια βιαστικά. Σ' εκείνο το μπαλκόνι με θέα.
Σε εκείνο το σπίτι δίπλα στο δάσος. Ζεστό, ασφαλές και στον πρώτο όροφο. Στα μάτια μου, όμως ψηλά. Και γύρω γύρω κυπαρρισί, και σκούρα πράσινα και καφέ. Και Madrugada στο φόντο. Κι ησυχία και γέλια, ηρεμία, γαλήνη. Σ' εκείνη την γλυκόπικρη αναμονή. Και σ' εκείνες τις επιστροφές απ' τη δουλειά.
Σ' εκείνες τις φιέστες και τις κουβέντες σ' εκείνο το γήπεδο.
Σ' εκείνα τα φυλαγμένα εισιτήρια απ' το μετρό. Σ' εκείνες τις γεμάτες καφετέριες με τα μανιτάρια.
Σ' εκείνα τα ψαγμένα ονόματα εκείνου του dj απ' την Πετρούπολη. Χρόνια μετά, θα καταλάβαινα ακριβώς το νόημα... Εικόνες από καυτή λάβα και σκούρο πράσινο. Ναι, τότε - και τώρα περισσότερο από ποτέ, Μεγαλειώδης. Ο πιο μεγαλειώδης απ' όλους τους.
Σ' εκείνο το μπεζ γκαράζ, κοντά στον Πειραιά, θαρρώ. Σ' εκείνο το σκαμμένο πεζοδρόμιο. Σ' εκείνη την αναγνώριση.
Σ' εκείνα τα υπέροχα φεγγάρια. Σ' εκείνο το φωτεινό, εκείνο το μαγευτικό πορτοκαλί του σκοταδιού.
Σ' εκείνο το "παιχνίδι".
Την λάτρευα την Αθήνα. Κι έπειτα την λάτρεψα εκείνη την Αθήνα. Την Αθήνα την δικιά τους.
Την λατρεύω εκείνη την Αθήνα. Την Αθήνα την δικιά μου. Την Αθήνα εκείνη, τη δικιά μας.