Hardware του Richard Stanley, 1990, Ην. Βασίλειο, 94’
Πολύς ήλιος για Σεπτέμβρη. Πολύς όμως. Η όποια πιθανότητα μεσημεριανής εξόδου καταλήγει σαν βόλτα στην έρημο, μια έρημο βιομηχανική, που ταλαντεύεται μεταξύ της τρύπας της πτωχεύσεως και της οικολογικής της καταστροφής. Οι κυνικότεροι θα βρίσκετε λόγους να συνεχίσετε τα πικρόχολα αστεία σας σχετικά με μια μη-ύπαρξη καλύτερου μέλλοντος (δικαιολογημένα). Εμένα αφήστε με να σας παρουσιάσω μια ταινία που μου απεικονίζει, έστω και με μεταφορικό τρόπο, το μέλλον που καλπάζει προς εμάς.
Είναι πολλές οι ταινίες που ακολούθησαν το Alien και προσπάθησαν να επαναλάβουν τη συνταγή του. Σε αυτές έλειπαν όμως το αλάτι (η ατμόσφαιρα με τις έντονες κλιμακώσεις τρόμου) και το πιπέρι (το σκοτάδι, κύριος ρυθμοποιητικός παράγοντας μέσα στις διακλαδώσεις του διαστημόπλοιου Νοστρόμος) στις σωστές αναλογίες, όπως επίσης και η θηλυκή παρουσία που θα παρουσιάσει τη συνταγή στο τηλεοπτικό κοινό (η Sigourney Weaver, δεν σηκώνει βέβαια σύγκριση με την κυρία Βέφα). Mε πολύ μικρό budget, όμως, ήρθε τότε ο Richard Stanley, για να προκαλέσει μια ταραχή με μια ταινία, η αφίσσα της οποίας την ανέφερε ως «Την πιο τρομακτική ταινία επιστημονικής φαντασίας από την εποχή του Άλιεν».
Μέσα σε ένα μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό industrial προέλευσης, ο Stanley χτίζει έναν εφιάλτη σφιχτά γραμμένο, άρτια κινηματογραφισμένο και απείρως ρεαλιστικό είτε κάποιος τον λάβει κυριολεκτικά είτε μεταφορικά, μέσα στον οποίο το αυγό του κακού περιμένει από στιγμή σε στιγμή την εκκόλαψή του. Τριγυρνώντας στην έρημο αυτού που κάποτε ονομαζόταν πολιτισμός, ένας νομάς βρίσκει το κεφάλι ενός ανδροειδούς, το οποίο προσφέρει έναντι μικρής αμοιβής σε έναν περιπλανώμενο στρατιώτη. Αυτός θα το προσφέρει στην κοπέλα του ως χριστουγεννιάτικο δώρο για να ολοκληρώσει το πείραμά της, για να ανακαλύψουν ότι πρόκειται για απομεινάρι ενός κυβερνητικού σχεδίου που εγκαταλείφθηκε λόγω αναξιοπιστίας και δυσλειτουργικών αποτελεσμάτων. Όταν το πείραμα ξυπνήσει, όλοι θα κινδυνεύουν. Όλοι όμως.
Ο Stanley μας προσφέρει έναν τρόμο που χτυπάει σε κάθε σημείο ψυχολογικής ασφάλειας. Το κατεστραμμένο από τον αγνώμονα άνθρωπο σκηνικό, το ρομπότ που κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ανταγωνιστεί, τη βία που είναι πλέον κομμάτι της απελπισμένης καθημερινότητας, τα πάντα σε αυτή την ταινία επιβάλλουν σωστές ανάσες για να αποφύγει κανείς την λιποθυμία. Είναι μια εμπειρία ανάλογη του να πάσχεις από έντονη κλειστοφοβία και να μην υπάρχουν σκάλες αλλά ανελκυστήρας. Φυσικά δεν περιορίζεται μόνο εκεί. Το ανθρώπινο προϊόν, ενώ θα έπρεπε να είναι ανώτερό του δημιουργού του και να του προσφέρει χείρα βοηθείας για την ανάβαση στην Εδέμ, προτιμά να συνδυάσει με εκδικητικότητα τη δυαδική του ευφυΐα με τα πρωτόγονα ένστικτα της αιματοχυσίας. Και φυσικά, ο θάνατος από τα χέρια του θα επιβάλλει τη χρήση σφουγγαρίστρας μετά την αφαίμαξη οποιουδήποτε βρεθεί στο διάβα του. Ψυχολογικό μα και οπτικό πανδαιμόνιο φρίκης λοιπόν.
Οι πιο μουσικόφιλοι από εσάς θα έχετε και μια παραπάνω ευχαρίστηση/καταπραϋντικό παράγοντα ενώ η ταινία κυλάει. Πέρα από την ευστοχότατη χρήση κομματιών από καλλιτέχνες όπως οι Public Image του πάλαι πότε punk ειδώλου, Johnny Rotten, οι Ministry του industrial προβοκάτορα Al Jourgensen, και η αγριοφωνάρα ενός εκ των πρώτων των Ρεμαλιών, Iggy Pop, μέσα στην ταινία υπάρχουν διάφορες μουσικοκεντρικές αναφορές και εμφανίσεις. Για παράδειγμα, ο νομάς που μόνο τέσσερις λέξεις προφέρει δεν είναι άλλος από τον Carl McCoy των Fields of the Nephilim, του μεγαλύτερου gothic σχήματος, τον γκρινιάρη ταξιτζή σε κορύφωση αυτοσαρκασμού υποδύεται ο Lemmy των Motörhead, του μόνου αληθινού rock n’ roll σχήματος της εποχής μας, η φωνή του υστερικά παράφρονα ραδιοφωνικού παραγωγού ανήκει στον Iggy Pop ενώ η πρωταγωνίστρια παρακολουθεί στην τηλεόρασή της το Halber Mensch, την ταινία των industrial πρωτοπόρων, Einstürzende Neubauten (αναμένετε κριτική της σύντομα)
Αυτή η ταινία αποτελεί πρώτης τάξεως ευκαιρία να αλλαξοπιστήσει και ο τελευταίος που θεωρεί ότι μόνο τα εξωπραγματικά μεγάλα budget μπορούν να έχουν αίσια αποτελέσματα (αν υπάρχουν πλέον τέτοιοι, θέλω να πιστεύω πως όχι). Είναι από τις ταινίες-αποδείξεις του αντιθέτου. Και το μεγάλο της ατού είναι ότι δεν χρειάζεται να έχεις εντρυφήσει στα άδυτα του cult για να την ακολουθήσεις/κατανοήσεις.
Τα λέμε στις Νύχτες Πρεμιέρας.
σχόλια