Μήπως η γλώσσα είναι υπερεκτιμημένη; 'Η παρεξηγημένη;
Η «κοινή γνώμη» επιβάλει ότι η γλώσσα, δηλαδή ένας μηχανισμός με σημεία-σύμβολα (λέξεις) που διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες, είναι η τελειότερη μορφή επικοινωνίας. Η γλώσσα (ομιλία και γραφή) είναι απέραντη. Αυτές οι λέξεις, που γράφονται αυτή τη στιγμή έχουν άπειρες δυνατότητες.
Όχι. Δεν είναι αυτό η γλώσσα. Οι λέξεις δεν μπορούν να εκφράσουν τα πάντα. Πολύ περισσότερο, είναι κάτι μηδαμινό μπροστά στην αληθινή επικοινωνία.
Μιλάμε για να ακούσουμε εμείς οι ίδιοι τους εαυτούς μας και δεν ακούμε. Περιμένουμε τη σειρά μας. Οι λογοτέχνες γράφουν και προσπαθούν μανιωδώς να αποτυπώσουν ιστορίες και συναισθήματα, όμως ποτέ δεν είναι ευχαριστημένοι.
Και πώς είναι δυνατό να περιγράψεις δύο βλέμματα; Τα βλέμματα δύο πραγματικών φίλων που όταν βρίσκονται σε ένα χώρο μαζί με άλλους, αναζητούν ο ένας το βλέμμα του άλλου. Σχολιάζουν με τα μάτια και μονάχα οι δυο τους ξέρουν τι λένε. Ή όταν δύο παιδιά στο γυμνάσιο ανταλλάσσουν ραβασάκια με τα μάτια μέσα στην τάξη, εν αγνεία όλων των υπολοίπων; Ή ένα ζευγάρι που πλέον η πιο όμορφη στιγμή του είναι όταν είναι ξαπλωμένοι αντικρυστά ο ένας στον άλλο και απλώς κοιτιούνται, ενώ στα πρώτα τους ραντεβού έκαναν ό,τι μπορούσαν για να καλύψουν τη σιωπή που γέμιζε την ατμόσφαιρα με αμηχανία. Γιατί η σιωπή ήταν γι' αυτούς ταμπού; Μεγαλύτερο από το να αερολογούν ή να απευθύνουν ο ένας στον άλλον ανούσιες ερωτήσεις; Η σιωπή άλλαξε έκφανση. Έγινε επιθυμητή, δυνατή και ουσιαστική. Τώρα τα στόματα σταματούν να την πολεμούν. Τα βλέμματα την εξυψώνουν. Και το ζευγάρι μπορεί να την απολαμβάνει. Μια τεράστια παύση. Χωρίς αμηχανία. Χωρίς φλυαρία. Σιωπή.
Πώς να αποτυπώσεις τα συναισθήματα αυτά και τόσα πολλά άλλα, σε ένα κομμάτι χαρτί; Να τα αφηγηθείς σε ένα άλλον.
Μήπως η σιωπή είναι η δυνατότερη μορφή της γλώσσας;
Γιατί οι σημαντικότερες στιγμές ποτέ δεν συνοδεύονται από λόγια.