Tης Άλκηστις Γεωργίου, (via pepper / εικόνα via)
Κάποτε ο Έλληνας διακατεχόταν από το κόμπλεξ να μη τον πούνε φτωχό, αντιδρώντας για χρόνια με συμπεριφορές (όχι μόνο καταναλωτικές) που όλοι θυμόμαστε. Και αρκετοί από εμάς, μπορεί και να υιοθετήσαμε. Σήμερα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως, ναι, είμαστε πια φτωχοί. Έτσι ο νέος, ηλικιακά κυρίως, Έλληνας, φοβάται τώρα μήπως τον πουν φτωχό στο πνεύμα. Μην τον χαρακτηρίσουν απολίτικο. Αδιάφορο για αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Χωρίς άποψη και χωρίς, εν τέλει, εσωτερικό κόσμο. Το σύμπλεγμα αυτό τον οδηγεί τις περισσότερες φορές να βροντοφωνάζει την γνώμη του στα κοινωνικά δίκτυα, με ένα ενδιαφέρον όχι απαραίτητα υποκριτικό, αλλά σίγουρα με βραχεία ημερομηνία λήξης.
Μόλις συμβαίνει κάτι στο οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας όλοι νιώθουμε την ανάγκη να γράψουμε ένα βαθυστόχαστο κείμενο, να ποστάρουμε ένα οργισμένο ή πνευματώδες tweet, να ανανεώσουμε καταλλήλως το status μας στο facebook, να μοιραστούμε ένα link με το οποίο ταυτιζόμαστε ή το οποίο «τα λέει καλά», να πάρουμε, τέλος πάντων, μία θέση. Να πούμε «με ποιόν είμαστε». Γρήγορα. Χωρίς δεύτερη σκέψη.
Έκανε καλά ο Θεοδωράκης που έφερε τον Μιχαλολιάκο στους «Πρωταγωνιστές» ή όχι; Πήγαιναν γυρεύοντας οι πελάτες των οροθετικών ιερόδουλων που δεν χρησιμοποίησαν προφύλαξη, ή έπεσαν… θύματα; Ορθώς ή κάκιστα δημοσιεύτηκαν οι φωτογραφίες των τελευταίων; Είναι ήρωες οι πολιτικοί αυτόχειρες ή όχι; Καλά την έκανε την Τσαπανίδου ο Χριστιανόπουλος ή το παρατράβηξε; Μας επέβαλε τελικά ο Κωστόπουλος και τα περιοδικά του ένα επιφανειακό lifestyle, και ντροπή του, ή είναι κι αυτός θύμα της κρίσης; Οι αγανακτισμένοι ήταν τελικά το κίνημα της… καντίνας, ή η αρχή μιας λαϊκής επανάστασης;
Υιοθετούμε εύκολα λόγια ελαφρά τη καρδία. Βιαστικές μεγαλοστομίες που έχουν συνήθως αντίστροφη διάρκεια της βαρύτητας τους: Με όσο περισσότερο πάθος και αδιαλλαξία ταυτιζόμαστε με τη μία ή με την άλλη θέση, τόσο πιο γρήγορα ξεχνάμε το όλο θέμα. Ποιος θυμάται και ποιος νοιάζεται για την Τατιάνα Μπουκτογιάροβα σήμερα; Βλέπεις; Με το ζόρι αναγνωρίζεις το όνομα της. Κι όμως, δεν πέρασε ούτε μήνας από τότε που υπερασπιζόσουν με μανία τα δικαιώματα της στους προσωπικούς σου λογαριασμούς στο Facebook και το Twitter. Φαίνεται πως στις μέρες μας η εξυπνάδα, η καλλιέργεια, το χρέος μας έστω ως συνειδητοποιημένοι πολίτες, μετριέται με το πόσο γρήγορα παίρνουμε θέση μέσα στο υστερικό σύμπαν που λέγεται ελληνικά social media.
Η καλλιέργεια όμως δεν μεταφράζεται σε γρήγορα αντανακλαστικά, ούτε σε αυτάρεσκα κηρύγματα. Το μέγεθος του εσωτερικού κόσμου φαίνεται πιο καθαρά σε κάποιον που δεν φοβάται να σπάσει το νέο αυτό ταμπού της εποχής, τολμώντας να πει: Πραγματικά δεν ξέρω! Δεν μπορώ να αποφασίσω. Δεν έχω ξεκάθαρη άποψη για το τάδε ή το δείνα, και συνεπώς, δεν μιλάω! Τουλάχιστον όχι ακόμα.
Έχω το θάρρος της μη-γνώμης μου. Κάνω πίσω και ζυγίσω την κατάσταση, σκέφτομαι διεξοδικά, συνομιλώ. Δεν φοβάμαι να ρωτήσω. Διαλέγω την διαλλακτικότητα και όχι την πόλωση. Δεν προτρέχω να καταδικάσω, ούτε να θεοποιήσω γεγονότα, γνώμες, εκπομπές. Και από το να λέω μπούρδες, διαλέγω, τελικά, να μην πω τίποτα.
σχόλια