«Ανπροσπαθήσουμε», λέει, «ναεπαληθεύσουμε μέχρι κεραίας τιςπροβλέψεις του, θα διαπιστώσουμε πωςδεν είναι πιο αξιόπιστες από τιςπροβλέψειςτης μετεωρολογικής υπηρεσίας ή τουωροσκοπίου, κι εντούτοις πάνω σε αυτέςτις προβλέψεις οικοδομούνται ολόκληρεςπολιτικές και εκπονούνται προγράμματα».
Σεβασικό του άρθρο στο τελευταίο τεύχοςτου περιοδικού «Time»,ο Άντι Σέργουερ, που είναι διευθυντήςσύνταξης του «Fortune»,σημειώνει με αφορμή το τελευταίο κραχπου χτύπησε ακόμα και εταιρείες μεγαθήριαπου θεωρούνταν «κολόνες» τουαμερικανικού οικονομικού συστήματος,τα εξής:
«Μερικοίαπό τους πιο έξυπνους και πιο μορφωμένουςανθρώπουςπου ξέρουμε -όπως είναι εκείνοι που"τρέχουν" το υπουργείο Οικονομικών(U.S.Treasury)και είναι στο Δ.Σ. της Κεντρικής Τράπεζας(FederalReserve)-έχουν φτάσει στο σημείο, αντί ναπρολαβαίνουν το πρόβλημα, να το κυνηγάνετώρα εκ των υστέρων και άκρη να μηβγάζουν».
Σεμία χώρα,λοιπόν, όπου η αγορά είναι ελεύθερη μεν,αλλά και «βαθιά ρυθμιζόμενη»(heavilyregulated),είδαμε πρόσφατα την κατάρρευση τηςπαγκόσμιας επενδυτικής τράπεζας LehmanBrothersαπό τη μία, και την «απελπισμένηδιάσωση» του ασφαλιστικού κολοσσούτης AIGαπό την άλλη.
Στηνπρώτη περίπτωση, προφανώς το κράτοςεκτίμησε(κατά πολλούς, λανθασμένα) ότι τοεπακόλουθο της κατάρρευσης της Lehmanδεν είναι «τραγικά μεγάλο» καιδεν μπήκε να τη σώσει. Εδώ, δηλαδή, θαμπορούσε κάποιος να πει ότι το κράτοςάφησε, πράγματι, την αγορά να ρυθμίσειεκείνη τον εαυτό της - αρχή ιερή καιαπαράβατη στη Βίβλο των λεγόμενων«ορθοδόξων της ελεύθερης οικονομίας».
Στηδεύτερη περίπτωση, εκείνη της AIG,προφανώς η κυβέρνηση έκρινε ότι τοκόστος της κατάρρευσης θα ήταν πολύμεγαλύτερο από το κόστος που θα έχειεάν επέμβει, και πράγματι επενέβη. Εδώ,δηλαδή, κατά πολλούς δεν ίσχυσε το αξίωματης αυτορρύθμισης, που τελικά γκρέμισετη Lehman.
Τοθέμα που έχει ενδιαφέρον εδώ, καιφουντώνει γύρω από αυτό η συζήτησηετούτες τις μέρες, είναι εάν στη λεγόμενη«ελεύθερη αγορά» (με τις όποιεςρυθμίσεις και αυτορρυθμίσεις της),υπάρχει ή όχι αυτό που ονομάζουμε «όριοηθικής» ή και «όριο λογικής».
Πρόσφαταστην Αμερική, σε πολιτικό και επιστημονικόεπίπεδο διατυπώνεται περισσότερο απότους πιο liberal,δηλαδή φιλελεύθερους και όχι δογματικούςτης «ελεύθερης αγοράς» οικονομολόγους,η άποψη ότι κάθε προϊόν ή προσφερόμενηυπηρεσία, ανεξάρτητα από το περιβόητοαξίωμα της «προσφοράς και της ζήτησης»,έχει «και πρέπει να έχει μία τιμήλογικής».
Δηλαδή,για παράδειγμα, όσο και αν γεμίζουν οιΑθηναίοι τις καφετέριες, είναι παράλογο,από κάποιο σημείο και μετά η τιμή τουκαφέ να φτάσει ας πούμε τα 10, 20 η και 30ευρώ, εκτός και εάν καταστραφεί ηπαγκόσμια σοδειά του πρωτογενούςπροϊόντος.
Είναιπαράλογο το γάλα να φτάσει να πωλείται10 ευρώ το λίτρο, και ένα «νορμάλ»κρασί σε εστιατόριο άνω των 100. Ακόμα κιαν έχουν ζήτηση.
Τοεπιχείρημα εδώ, που δεν είναι άσχετο μετα κραχ που είδαμε πρόσφατα, είναι ότιαυτή «η οικονομία της απληστίας»,όπως λέγεται, αργά η γρήγορα θα σκάσεισαν φούσκα μια μέρα και θα οδηγήσει σεκαταρρεύσεις.
Υπάρχουνεπιχειρήσεις, οι ιδιοκτήτεςτων οποίων, ακόμα και από προσωπικήφιλοσοφία εάν θέλετε, ακόμα και κόντραστο αξίωμα «προσφορά και ζήτηση»,ακολουθούν τη δική τους οικονομικήπολιτική που βασίζεται στο ότι «θαπουλάω καλό προϊόν και σε λογική τιμή,ακόμα και αν θα μπορούσα να αφαιρέσωκάτι από την ποιότητά του και να προσθέσωκάτι στην τιμή του, αφού έτσι κι αλλιώςο πελάτης δεν φημίζεται πάντα για τααξιολογικά του κριτήρια».
Αυτέςοι επιχειρήσεις, όπως διαβάσαμε πρόσφατασε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση-παρουσίασηστο «Fortune»,αποδεικνύονται τελικά οι πιο προσοδοφόρεςκαι πιο ανθεκτικές. Ο λόγος, απλός. Ηδική τους αυτορρύθμιση βασίζεται στηλογική. Όχι στην αγορά.
σχόλια