Σήμερα τον τόνο δίνει η ανθρωπιστική συμπόνια και κάποιες συμβολικές χειρονομίες που απευθύνονται σε ένα global κοινό, κορεσμένο από σκηνικά βίας. Ο καλλιτέχνης εμφανίζεται έτσι σαν ένας αντισυμβατικός φιλάνθρωπος, ένας ακόμα δωρητής.
Με τον Άι Γουέι Γουέι και τη μίμηση του νεκρού Αϊλάν ξανασυναντήσαμε το δύσκολο ερώτημα: τι κάνει η τέχνη απέναντι στον ζόφο; Πώς μπορεί να χειριστεί ο σύγχρονος καλλιτέχνης την εμπειρία των μεγάλων κοινωνικών δεινών;
Γύρω από το θέμα βλέπουμε να στριφογυρίζουν πάλι φαντάσματα από τους δύο περασμένους αιώνες. Η «κοινωνική αποστολή» του καλλιτέχνη από τη μια, η καθαρή αισθητική από την άλλη. Ο καλλιτέχνης που θέλει να διδάξει κάτι με τη στάση του και ο άλλος που στέκει λίγο παράμερα.
Η εποχή, ωστόσο, δεν ευνοεί την απόσταση. Απαιτεί, με τον έναν ή άλλον τρόπο, να πέσει κανείς στη ροή της οδύνης, σχολιάζοντας τις τερατογενέσεις της πραγματικότητας.
Υπάρχει και η πλευρά, που γεννάει ερωτήματα και πολλές υποψίες. Υπάρχει η πιθανότητα η βιαστική ταύτιση του καλλιτέχνη με τον εκάστοτε «καλό σκοπό» να είναι ο εύκολος δρόμος. Και αισθητικά και πολιτικά, κάτι μεταξύ αφέλειας και ιδεολογικού κυνισμού.
Αλλά πώς γίνεται αυτό; Τη δεκαετία του '70, όταν η ακροαριστερά είχε δύναμη και θάμπωνε τον κόσμο της με τη φωτεινή μυθολογία της εργατικής τάξης, πολλοί νέοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι στην Ιταλία, στη Γαλλία και εδώ «πήγαιναν στο εργοστάσιο». Ένιωθαν ότι έπρεπε να φορέσουν τη στολή του εργάτη, όχι τόσο για να καταλάβουν τον κόσμο του, όσο για να τον ξυπνήσουν από τις «αυταπάτες» του και να τον φέρουν στον δρόμο της κοινωνικής Επανάστασης. Δεν είχαν πρόθεση να μάθουν το πώς σκέφτεται και αισθάνεται ο λαϊκός κόσμος αλλά να τον διαφωτίσουν πολιτικά.
Σήμερα, ένας Κινέζος εικαστικός, με αντικαθεστωτικό λόγο στη χώρα του, έρχεται και φορά το σωσίβιο του πρόσφυγα στη Λέσβο. Το ίδιο κάνουν και ομάδες ακτιβιστών στην Ευρώπη και αλλού. Το δικό μας παρόν δεν έχει όμως την παραμικρή σχέση με τις πρόβες επανάστασης που συγκινούσαν τους ριζοσπάστες πριν από τέσσερις δεκαετίες. Σήμερα τον τόνο δίνει η ανθρωπιστική συμπόνια και κάποιες συμβολικές χειρονομίες που απευθύνονται σε ένα global κοινό, κορεσμένο από σκηνικά βίας. Ο καλλιτέχνης εμφανίζεται έτσι σαν ένας αντισυμβατικός φιλάνθρωπος, ένας ακόμα δωρητής. Είναι το αντίστοιχο της μη κυβερνητικής οργάνωσης, που οι μακρινοί της πρόδρομοι ήταν κάποια κινήματα της νέας Αριστεράς με φιλόδοξους στόχους.
Έστω κι έτσι, όμως, μήπως η τέχνη ξαναβρίσκει το χαμένο της συλλογικό νόημα; Υπάρχει ένας κόσμος που το πιστεύει. Πιστεύουν ότι μια θεαματική βουτιά στη θάλασσα των θυμάτων και της βίας είναι ο μοναδικός δρόμος για την έξοδο από τον ατομικισμό και τον ναρκισσισμό. Και ότι, μέσω της ακτιβιστικής παρέμβασης, ο σύγχρονος καλλιτέχνης μπορεί να διεκδικήσει την παλιά, μισοξεχασμένη υπόσταση: τον ρόλο κάποιου που αντιπολιτεύεται ηθικά την κοινωνία των ωμών συμφερόντων.
Αλλά η παραπάνω εκδοχή φαίνεται υπερβολικά κολακευτική για τον σύγχρονο καλλιτεχνικό ακτιβισμό. Γιατί υπάρχει και η άλλη πλευρά, που γεννάει ερωτήματα και πολλές υποψίες. Υπάρχει η πιθανότητα η βιαστική ταύτιση του καλλιτέχνη με τον εκάστοτε «καλό σκοπό» να είναι ο εύκολος δρόμος. Και αισθητικά και πολιτικά, κάτι μεταξύ αφέλειας και ιδεολογικού κυνισμού. Όχι μια ρήξη με τις συμβάσεις αλλά μια νέα συμβατικότητα, μια ανώδυνη και συμπαθής στους πάντες στράτευση. Το να είσαι με τα θύματα, να βλέπεις τι τους συμβαίνει και να συγκινείσαι από τη σκληρή μοίρα τους. Χρειάζεται όμως μια περφόρμανς με πορτοκαλί σωσίβια για να δειχτούν όλα αυτά; Να προστεθούν κι άλλες δόσεις επιμελημένης φρίκης για να γίνουμε μάχιμοι ανθρωπιστές;
Ο καλλιτέχνης, φυσικά, δεν μπορεί να σιωπά μπροστά στο κακό. Ούτε να κλείνει τα μάτια σε εγκλήματα, αδικοπραγίες, εμπειρίες δίωξης και σφαγής. Τίποτα, όμως, δεν δικαιολογεί το κραυγαλέο ως απάντηση στην αδιαφορία. Η αισθητική της πρόκλησης γίνεται συχνά απίστευτα ρηχή όταν παίζει με το βάθος του πόνου.
Ίσως έχουμε ξεχάσει ότι ο καλλιτέχνης δεν είναι ο μάγος θεραπευτής της φυλής, ούτε αυτός που σαλπίζει γενικά προσκλητήρια σε κάθε μάχη. Και ότι ένας ανθρωπισμός που κάνει διαρκώς θόρυβο με τις επινοήσεις του δεν αφορά την τέχνη αλλά τους όρους της δημοσιότητας. Και, βέβαια, το αντίστοιχο ύψος ματαιοδοξίας.
σχόλια