Πώς να βρεθείς με μια κίνηση, 
από την Τουρκία στο Βερολίνο!

Πώς να βρεθείς με μια κίνηση, 
από την Τουρκία στο Βερολίνο! Facebook Twitter
0


 

Ταξιδεύοντας με την βελόνα του ραδιοφώνου, με μια κίνηση βρίσκεσαι από την Θεσσαλονίκη στην Τουρκία και με την επόμενη, βρίσκεσαι Βερολίνο. Ένας περίεργος διάλογος θέσεων, διαθέσεων, υποθέσεων και αντιθέσεων,  ανάμεσα σε δύο αγνώστους, που η μόνη τους σύνδεση είναι η απουσία τους και η διαδικτυακή γνωριμία τους, συμπληρώνει μόλις δύο εικοσιτετράωρα. Συναντιούνται ώρα και αίσθημα μηδέν.

 

Όταν μιλάς, όχι, όταν φωνάζεις και κανείς δε σ’ ακούει
όταν είναι όλοι απασχολημένοι και θες να τους απασχολήσεις
όταν είσαι απορροφημένος στο σύμπαν σου
ίσως εκείνο που ονόμασαν παράλληλο
κάτσε και δες το σύμπαν σου όσο πιο αντικειμενικά αντέχεις
τότε μόνο θα κρίνεις αν αξίζει
δεν το κάνω αλλά μάλλον βοηθάει στο ‘’είμαι καλά’’-
Έχω πάρα πολλά, τόσα που ο νους μου ξεχειλίζει
σαν να κατουράω νιώθω ενώ κρατιόμουν είκοσι ώρες-
Location....Eregly…Konya…Tουρκία…malboro κόκκινο
βδομάδες χωρίς καφέ
δυσοσμία,  δυσθυμία, πολυκοσμία
πονάω λίγο στον καρπό -
Δεν ξέρω να αγαπάω, ξέρω να εκτιμάω όταν μ’ ερωτεύονται
είμαι πάρα πολύ καλός στο να ζητάω, μόλις φύγει-
Εδώ με λένε δειλό… όχι στα λόγια. Στα μάτια..αλλά εγώ τ’ ακούω
με λεν δειλό γιατί δεν είμαι σαν αυτούς
να τους δω όταν βρεθούν σε μέρη που δεν ανήκουν
να ψάχνουν δειλός στο λεξικό για να μάθουν τι θα πει θάρρος
γιατί επιβιώνω, εδώ που δεν ανήκω-
Ένα  βήμα βαθύτερα θέλω να κοιτάζω
το ξέρουμε ότι ‘’η ζωή είναι ωραία’’… παρά πέρα όμως τι γίνεται;
θυμωμένος είμαι… με σταυρωμένα χέρια, πόδια και μυαλό
δεν γράφω… κουμπιά πατάω-
Περίμενε λίγο
περίμενε λίγο να γράψω και θα ζήσω
να κλάψω και θα γελάσω
να γίνω και θα σε φτιάξω
να σε εκδικηθώ και θα σε ξεχάσω
να πεθάνω και βλέπουμε-
Σκέφτομαι μόνο αυτά που αποφεύγω
ελπίζω σε αυτά που περιμένω
είναι περίεργα τα πράματα,
έτσι που ξεχνώ το γ από φόβο
και επανάσταση-
Δεν προλαβαίνω να σταυρώσω θέμα… γράφω μανιωδώς
να’ ταν η έμπνευση μου η όρεξη για ζωή
είναι δύο και δεκατέσσερα
δεν είμαι μόνος
δεν είμαι πουθενά
στο παράλληλο είμαι, που αποφεύγω
δεν έχει όνομα
στην αρχή έλεγα να το ονομάσω ‘’όταν’’
μετά θυμήθηκα το δικό της
δύο και δεκάξι
δεκάξι διά δύο
μείον οχτώ
ώρα μηδέν, όταν.

 

     Όταν είσαι σε ένα μέρος που ποτέ δεν πρόσεξες στον χάρτη, δεν υπολόγισες την γεωμετρική του απόσταση από τα δύο σου πόδια, όπως τώρα πατούν στο έδαφος. Από το χαλί της εξώπορτας σου, τον δρόμο της γειτονιάς σου, το κάθισμα του αυτοκινήτου, τα πλακάκια του αεροδρομίου, το αεροπλάνο, από το Βερολίνο. Η καρδιά σου δεν περπάτησε ποτέ μέχρι το Βερολίνο στο παρελθόν. Σήμερα, συνοδεύει το σώμα σου.

 

     Σήμερα, ανάμεσα στα σπαστά γερμανικά και κάτι σφηνάκια σε οδούς που φωτογραφίζεις σαν κινέζος τουρίστας, με εκείνη την ανόητη ευτυχία της παρθένας, αρχίζεις να ψάχνεις το σύμπαν. Ίσως εκείνο που ονόμασαν παράλληλο. Είναι μόνο ένα, είναι δέκα, είναι το δικό μου καλύτερο από το δικό σου;

 

       Όταν εγώ στα εφτά μου συγκλονίστηκα με το ντοκιμαντέρ δεινοσαύρων στο ένθετο της Κυριακάτικης, θα μπορέσω ποτέ να επικοινωνήσω μαζί σου, που είδες ένα γιγάντιο απολιθωμένο δεινόσαυρο στο μουσείο φυσικής ιστορίας; Για εσένα ξένε, που ακούμπησες δεινόσαυρο σε εκείνη την τρυφερή ηλικία, είναι πιο εύκολο να ακουμπήσεις τα όνειρα σου; Για εμένα, που η εποχή των δεινοσαύρων ήταν πάντα μια ψηφιακή εικόνα, που η ιστορία δεν έγινε άγγιγμα, το όνειρο χρειάζεται άλλη διαδρομή; Αν η προσωπικότητα μας διαμορφώνεται μέχρι τα 8, σημαίνει ότι έχουμε σημαίνουσες διαφορές. Τα σύμπαντα μας ξένε, διαφέρουν εξ αιτίας ενός δεινόσαυρου.

 

      Αλλά αν αποφασίσω, να σου διδάξω πως η λέξη δεινόσαυρος είναι Ελληνική, τότε μπορούμε να γίνουμε φίλοι. Μπορούμε να περπατήσουμε μαζί την πόλη, να πιούμε έναν καφέ, όχι όπως τον πίνω. Βδομάδες χωρίς καφέ. Να μπούμε στο μετρό για να μετακινηθούμε, το υπόγειο στέκι μου. Η σχέση μου με το μετρό καταμετρά περίπου 170 ώρες. Εκατόν εβδομήντα ώρες, σημαίνει ότι έχω κάτσει δίπλα σε τουλάχιστον 10 εθνικότητες και 150 προσωπικότητες. Γι’ αυτό και όταν με ρωτούν, φίλοι και φιλικοί, ποια είναι τα αγαπημένα σου μέρη μέχρι στιγμής στο Βερολίνο, πάντα τους απαντώ το u-bahn, το υπόγειο στέκι μου.


        Λατρεύω τα happy hours, τις απογευματινές ώρες. Οι άνθρωποι γυρνούν από τη δουλειά και χαλαρώνουν προκαταβολικά, για να είναι έτοιμοι για τον καναπέ τους. Εκεί μπορείς να διαβάσεις, με λίγη τύχη, τις σκέψεις τους. Πεινάω. Το Σάββατο θα βγω με τον Oliver. Σήμερα το κρύο, χειροτέρευσε. Πρέπει να πάω τη γάτα μου στον κτηνίατρο. Όλα σε α’ ενικό. Γιατί οι Γερμανοί, δεν είναι πως αγαπούν το εγώ τους, αλλά μισούν να παρεμβαίνουν στο εγώ των άλλων. Πράγμα, διττής σημασίας. Είσαι ελεύθερος να ντυθείς ένα γιγάντιο προφυλακτικό και να μπεις στο μετρό, χωρίς να τραβήξεις το βλέμμα κανενός. True story. Την ίδια στιγμή όμως, εγκλωβισμένος στην ατομικότητα σου, καταντάς μοναχικός.

 

       Έτσι που αναρωτιέσαι, είναι φόβος ή επανάσταση. Είναι η εξέλιξη της μεγαλούπολης, το μοντέρνο μοντέλο κοινωνίας ή απλά η εξέλιξη του ανθρώπου ως τεχνοκράτης, πνιγμένος σε δεδομένα, στατιστικά και i-phone; Μέχρι που στο βαγόνι μπαίνει ένας μουσικός, κρατάει στα χέρια τρομπέτα, παίζει το La vie en rose. Είτε φόβος είτε επανάσταση, σε συγχωρώ ρε Βερολίνο. Μου θύμησες πάλι ότι ‘’η ζωή είναι ωραία’’ και εκεί, τελειώνει η αρχή.

 

         Με ξύνει όμως, με ξύνει συνέχεια. Ακόμα και μπροστά στις νότες του Armstrong, με ξύνει. Ακόμα και όταν παίρνω επιβεβαίωση, με ξύνει. Ακόμα και όταν γουστάρω, με ξύνει. Είναι η αμφιβολία που προκαλεί φαγούρες σε όλο μου το κορμί. Η αμφιβολία, αν έχω το δικαίωμα να αμφιβάλλω. Αν μπορώ, να προτιμήσω την γλώσσα μου. Αν μπορώ να διαλέξω, το κλίμα μου. Αν μπορώ, να εκνευρίζομαι με τους ανθρώπους μου. Δεν ξέρω, αν έχω το δικαίωμα να αμφιβάλλω, για το αν θα έστρωνα τη ζωή μου εδώ. Με ενοχλεί σαν μόνιμη φαγούρα, να τίθεμαι προκαταβολικά στην ιδέα να αγαπήσω το Βερολίνο, γιατί εδώ υπάρχει ψωμί.

 

     Αν ξύνεις ένα σημείο σε επανάληψη, γίνεται τραύμα. Τα κύτταρα καταστρέφονται. Συνεχίζω να ξύνω και αναρωτιέμαι, πόσο παραπάνω να σε πληγώσει μια χώρα που κατάντησε ‘’να πεθάνω και βλέπουμε’’. Ψάχνω τίτλους, να φορέσω λεζάντες στα αισθήματα μου, μήπως και πάψουν, χωρίς όμως να χάσουν το στυλ τους. ’Να γράψω και θα ζήσω, να κλάψω και θα γελάσω, το στυλ είναι η μισή αρχοντιά, να πεθάνω και βλέπουμε…’’.

 

    Όταν ψάχνω, καμιά φορά βρίσκω εσένα. Κρύβεσαι στις πιο απόμερες συνοικίες του κόσμου μου. Σε συναντώ και καταρρίπτω τα μαθηματικά σου, ένα και ένα ίσον μηδέν. Μόνο στην δική μας περίπτωση, όταν. 

 

 

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ