What shall I do now? What shall we do tomorrow? What shall we ever do?
T. S. Eliot / Wasteland
Κάθε άνθρωπος είναι (και) τα μυστικά του.
Ο Τζέυ Γκάτσμπυ ως σπινθηροβόλος αναρριχητής το γνώριζε πολύ καλά αυτό. Και ο Φιτζέραλντ στου οποίου τον συγγραφικό βιότοπο πλάστηκε και αναπτύχθηκε απαράμιλλα ο Γκάτσμπυ και η εποχή του όχι μονάχα το γνώριζε πολύ καλά αλλά πάνω σε αυτό βάσισε ολόκληρη σχεδόν τη συγγραφική του καριέρα. Τι άλλο άλλωστε είναι η λογοτεχνία αν όχι μια φασματική αποτύπωση σπαραγμάτων που πέθαναν πρόωρα και που ο συγγραφέας - σκηνοθέτης επίμονα ανασυνθέτει καθώς εξυφαίνει τον δικό του μύθο;
Ο Φιτζέραλντ το έκανε αριστοτεχνικά αυτό γράφοντας την ιστορία του Γκάτσμπυ και δημιουργώντας (σχεδόν ερήμην του) έναν από τους μεγάλους αρχετυπικούς αμερικάνικους ήρωες του 20ου αιώνα. Bigger than life, όπως σχεδόν οτιδήποτε αμερικάνικο, αλλά συγχρόνως και ποιητικά ψυχολογικός ο Γκάτσμπυ και ο περιγυρός του έτσι όπως τους απαθανάτισε απέκτησαν μιαν αχλή όχι μονάχα διαχρονικότητας αλλά και διάχυτης - πανταχού παρούσας- μελαγχολίας.
Μελαγχολία για το μάταιο της υλικής συσσώρευσης. Μελαγχολία για το ανέφικτο της ερωτικής ταύτισης. Μελαγχολία για την απόλυτη ερημιά της κορυφής (της όποιας κορυφής). Μελαγχολία για την αναπόφευκτη αλλοτρίωση. Μελαγχολία για αυτό που πέθανε και δε θα ζαναζωντανέψει ποτέ πια παρ όλες τις προσπάθειες. Η Μελαγχολία της Λάμψης. Και της ερωτικής διάψευσης βέβαια.
Σε αυτό το μοντέρνο αντιηρωϊκό πλαίσιο ο Φιτζέραλντ κατάφερε και επινόησε έναν ήρωα αρχέτυπο. Κατευθείαν απόγονο των μεγάλων ρομαντικών ηρώων του παρελθόντος αλλά συγχρόνως και μετεωρικά σύγχρονος. Όλα αυτά που συμπυκνώνει άλλωστε ο Γκάτσμπυ ακόμα ισχύουν ως ζητούμενα. Η ύλη ως κέλυφος, τα πράγματα ως φορτίο το χρήμα ως αυτοσκοπός. Και το βασικότερο. Η συνεχής άνοδος, η αέναη επέκταση, η κυκλωνική αναπαραγωγή. Η ατελεύτητη διαστολή.
Ο Λούρμαν στην δικιά του οπτική ανάγνωση του γκατσμπικού σύμπαντος επέλεξε να σποτάρει στην ποπ μοντερνίζουσα υπερχείλιση (η οποία και σαφώς υπάρχει ως υπόστρωμα στα στοιχεία του ήρωα ήδη από το βιβλίο) και στην εκρηξιλαγνεία της χορογραφημένης εξτραβαγκάντσας το οποίο και αυτό είναι ένα από τα στοιχεία της φιτζεραλντικής αποτύπωσης αλλά κάπως πιο σοφά δοσολογημένο.
Δεν είναι δύσκολο ν' αναγνωρίσουμε τον Γκάτσμπυ υπό το βλέμμα του Λούρμαν. Είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε και να συντονιστούμε με το ψυχολογικό υπόστρωμα και το βαρυτικό πεδίο που ο Λούρμαν επιλέγει να τοποθετήσει τους ήρωες του. Όλα συμβαίνουν κάπως στρογγυλευμένα, διασπασμένα από τον κεντρικό τους άξονα, ως πολύ επιταχυμένες παρακρούσεις για μια γενιά που η ασύμμετρη αναδιοργάνωση της είναι πιο γνώριμη από το ρομαντικό θρόισμα των μικροσυμβάντων.
Αναμενόμενο βέβαια ως επιλογή σε μια χολλυγουντιανή μπλοκμπάστερ παραγωγή τέτοιου μεγέθους. Το καλό με τον Λούρμαν είναι πως έχει την δυνατότητα να σκηνοθετεί τις διακλαδώσεις της ποπ επιφάνειας με τρόπο ναι μεν παραληρηματικό αλλά συγχρόνως και με υπενθυμίσεις ενός νοήματος πιο εσωτερικού. Εδώ το έχει πετύχει (ειδικά στην δεύτερη ώρα της ταινίας).
Είναι και οι μεταβλητές του μυθιστορήματος βέβαια που τον οδηγούν εκεί αλλά και η ερμηνεία του Λεονάρντο ντι Κάπριο, ο οποίος πλάθει έναν Γκάτσμπυ απολύτως φιτζεραλντικό σε αντίστιξη με την λουρμανική υπερεπιτάχυνση. Εκθαμβωτικό αλλά και ρομαντικό την ίδια στιγμή, ιδεαλιστή αλλά και κάθαρμα, ισχυρογνώμονα αλλά και υποταγμένο. Πανίσχυρο αλλά και καθημαγμένο. Κάποιον που τελικά λυπάσαι γιατί θεμελίωσε μια κατασκευή ζωής πάνω στη στάχτη ενώ ήθελε μανιωδώς να ξεφύγει από αυτή.
Στην πραγματικότητα αυτή είναι η ανθρώπινη ζωή. Ανεβαίνουμε σκάλες, κοιτάζουμε πίσω από τις κουρτίνες, τρυπώνουμε για λίγο στη κεντρική σκηνή, βγαίνουμε πάλι (νικητές ή ηττημένοι δεν έχει καμιά σημασία) χωρίς να έχουμε μάθει και τίποτα. Χιλιοτσακισμένοι, πάμε προς το τέλος και το παρελθόν, όπως λέει και ο Φιτζέραλντ, σαν κύμα ανεβοκατεβαίνει. Και φθείρει τα πάντα.
σχόλια