Συγγραφικό μεγαλείο σφυρηλατημένο από την παρακμή του οικογενειακού του περιβάλλοντος, ο Τένεσι Ουίλιαμς ξεκίνησε να γράφει τις πρώτες του ιστορίες στην ηλικία των 6 ετών.
Γεννημένος στις 26 Μαρτίου του 1911στο Κολόμπους του Μισισιπή, γιος μίας ξεπεσμένης αριστοκράτισσας και ενός πλασιέ, απορροφά την ψυχική διαταραχή της μητέρας και τη βία του πατέρα, για να τη μετατρέψει μέχρι το τέλος της ζωής του σε αναρίθμητα θεατρικά έργα, τα περισσότερα περιγραφικά της παθογένειας των οικογενειών του αμερικανικού νότου, τα περισσότερα με τραγικό τέλος.
Από το πασίγνωστο «Λεωφορείον ο Πόθος» και το βιογραφικό «Γυάλινος Κόσμος», μέχρι τη «Λυσσασμένη γάτα» και το «Ξαφνικά Πέρυσι το Καλοκαίρι», ο Τόμας Λανιέ Ουίλιαμς, όπως ήταν το πραγματικό του παίρνει έμπνευση από τις ίδιες τις σαθρές ρίζες του οικογενειακού του οικοδομήματος: μία μητέρα ολόκληρη μία διαταραχή, μία καταταλαιπωρημένη αδελφή που οι θεραπείες για τη διαγνωσθείσα σχιζοφρένεια της καταστρέφουν τη ζωή, ένας πατέρας βίαιος, σκληρός, ανάλγητος.
Μόνη εξαίρεση στα σκοτεινά, αποπνικτικά, πλην αριστουργηματικά γραπτά του, το «Τριαντάφυλλο στο στήθος», γραμμένο την εποχή του μεγάλου του έρωτα με τον Ιταλό, Φρανκ Μέρλο.
Καθόλου αγαπημένο παιδί των κριτικών, αγαπημένος, όμως, του αναγνωστικού και θεατρόφιλου κοινού σε όλο τον κόσμο στη διάρκεια της επιδραστικής του πορείας στα αμερικανικά γράμματα θα κερδίσει δύο Πούλιτζερ: το πρώτο για το «Λεωφορείον ο Πόθος» το 1948 και το δεύτερο, εφτά χρόνια αργότερα για τη «Λυσσασμένη γάτα».
Για να εκτιμήσει κανείς την «απλοϊκή», όπως κάποτε κατηγορήθηκε από τους κριτικούς, γλώσσα του Ουίλιαμς, θα πρέπει να διαβάσει μερικούς από τους πρωτότυπους τίτλους των έργων του: "A streetcar named Desire" (που όλοι γνωρίζουμε ως «Λεωφορείον ο Πόθος»), "Glass Menagerie" (Το «Γυάλινο θηριοτροφείο», που τελικά αποδεχθήκαμε ως «Γυάλινο Κόσμο»), "Cat on A Hot Tin Roof" («Λυσσασμένη γάτα»), κ.α.
Για να εκτιμήσει κανείς την προσφορά του στην περιγραφή της «γυναικοκρατίας» και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους γυναικείους χαρακτήρες – άγριους, κυριαρχικούς, στα όρια της παράνοιας – μπορεί να διατρέξει το σύνολο του έργου του, όπου η γυναίκα πρωταγωνιστεί με τρόπο διαφορετικό απ' αυτόν που υπαγόρευαν οι λογοτεχνικές συμβάσεις της εποχής του.
Άλλωστε, το «Λεωφορείον ο Πόθος», εκτός των άλλων ερμηνειών του, έχει γίνει αντικείμενο και μεταφεμινιστικών προσεγγίσεων, αναφορικά με τον τρόπο που μεταφράστηκε, προκειμένου η κεντρική ηρωίδα Μπλανς Ντυ Μπουά, να δείχνει ακόμη πιο υποτελής και ευάλωτη στο νέο περιβάλλον, που οι χειρισμοί της ζωής της την έστειλαν, ώσπου στο τέλος την ισοπέδωσε.
Πεθαίνει το 1983, σε δωμάτιο ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης κι ακόμη κι ο θάνατος του έχει ένα περίεργο «κάτι» από την καταχνιά των βιβλίων του.
Έχει πει και έχει γράψει κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές ατάκες στην παγκόσμια θεατρική και κινηματογραφική ιστορία, ηθογραφικές, ειλικρινείς, περιγραφικές κάποιας ανθρώπινης αδυναμίας.
«Όποιος κι αν είστε, εγώ πάντοτε στηρίχτηκα στην καλοσύνη των ξένων» - Το λέει η Μπλανς Ντυ Μπουά στο "Λεωφορείον ο Πόθος" την ώρα που καταφθάνουν ο γιατρός και η νοσοκόμα για να την οδηγήσουν έξω από το σπίτι των Κοβάλσκι.
«Είπες ότι υπάρχει κάτι που δεν ειπώθηκε ποτέ ανάμεσα σας. Μπορεί να είναι έτσι. Δεν ξέρω. Αλλά ξέρω ότι μερικά πράγματα δεν πρέπει να λέγονται ποτέ. Και ξέρω ακόμα ότι η αν η σιωπή ανάμεσα σε δύο πρόσωπα συνεχίζεται για πολύ καιρό, είναι σαν ένας τοίχος αδιαπέραστος που δεν σ' αφήνει τίποτα να δεις» - Το λέει η Γκρέις στην Κορνηλία στο «Κάτι που δεν λέγεται».
«Δεν πειράζει. Θα πω πως του κάνανε εγχείριση. Το κερατάκι έφυγε για να νιώσει λιγότερο διαφορετικός. Τώρα θα νιώθει πως βρίσκεται με τους του, μαζί με τ' άλλα άλογα που δεν έχουν κερατάκια» - Το λέει η Λόρα στον «Γυάλινο Κόσμο» για τον γυάλινο Μονόκερο της συλλογής της, μια μικρή υπενθύμιση της διαφορετικότητας.
Έχει πει κι έχει γράψει ακόμη:
«Η κόλαση είναι ο ίδιος μας ο εαυτός• και η μόνη λύτρωση είναι να παραμερίσεις τον εαυτό σου και να αισθανθείς βαθιά για κάποιον άλλον».
«Όλοι οι σκληροί άνθρωποι περιγράφουν τους εαυτούς τους ως υπόδειγμα ειλικρίνειας».
«Είμαστε όλοι καταδικασμένοι σε μοναχικό εγκλεισμό μέσα στο ίδιο μας το δέρμα –ισόβια».
«Υπάρχει η στιγμή της αποχώρησης, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει σίγουρο μέρος να πας».
«Γιατί έγραφα; Επειδή δεν έβρισκα τη ζωή ικανοποιητική».
«Ο θάνατος είναι μια στιγμή. Και η ζωή τόσες πολλές...».
«Η ζωή είναι κυρίως αναμνήσεις –εκτός από αυτήν εδώ την τωρινή στιγμή, που περνάει από δίπλα σου τόσο γρήγορα, ίσα που προλαβαίνεις να την παρατηρήσεις».