ΧΑΡΟΛΝΤ ΜΠΛΟΥΜ: Ο ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ - ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ
Ένα έργο σοφό, που προασπίζεται τα γραπτά μνημεία του πολιτισμού μας.
Tι μας προσφέρει, άραγε, η ανάγνωση των αληθινά σπουδαίων έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί στον κορυφαίο Αμερικανό κριτικό Χάρολντ Μπλουμ από έναν εκπρόσωπο της γενιάς του www και της υβριδικής, διαδικτυακής κουλτούρας. Ο Μπλουμ, αν και συμφωνεί με τον Όσκαρ Ουάιλντ όταν γράφει ότι με το να διαβάζεις τους καλύτερους συγγραφείς δεν γίνεσαι κατ’ ανάγκη καλύτερος πολίτης, θα είχε να προσθέσει στην απάντησή του: H ανάγνωση των μεγάλων έργων είναι μια συνομιλία ανανέωσης, εμβάθυνσης και ενίσχυσης του εαυτού. Η άποψή του για τη σημασία της αληθινά σπουδαίας λογοτεχνίας στον πολιτισμό μας εμπεριέχεται αναλυτικά στον περίφημο Δυτικό Κανόνα του, το πασίγνωστο βιβλίο με την εναγώνια προσπάθεια του Αμερικανού κριτικού να μιλήσει για τα αληθινά διαμάντια της Δυτικής σκέψης. Σε μια εποχή που οι εκπρόσωποι των πολυπολιτισμικών σπουδών και οι αυτοαποκαλούμενοι ακαδημαϊκοί ριζοσπάστες υπονομεύουν το αισθητικό και πνευματικό κριτήριο αξιολόγησης της λογοτεχνίας στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Το βιβλίο του Χάρολντ Μπλουμ είναι αναμφισβήτητα ένα αξιοθαύμαστο επίτευγμα -όταν κυκλοφόρησε στα αγγλικά το 1994 προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις και σχόλια- και αξίζει να διαβαστεί από όλους όσοι αγαπούν τη λογοτεχνία. Επιπλέον, η ελληνική του έκδοση εκτός από καλαίσθητη είναι άρτια και προσεγμένη μέχρι λεπτομέρειας.
Τι μας λέει ο ακάματος αναγνώστης Χάρολντ Μπλουμ;
Πρώτα απ’ όλα, ότι εξετάζει είκοσι έξι συγγραφείς με στόχο να διερευνήσει τα χαρακτηριστικά τα οποία τους κατέστησαν «κανονικούς, δηλαδή συγγραφείς αναγνωρισμένου κύρους για τον πολιτισμό μας». Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται οι: Σαίξπηρ, Δάντης, Τσόσερ, Θερβάντες, Γκαίτε, Μοντέν, Γουέρντσγουορθ, Ντίκενς, Τολστόι, Τζόις, Προυστ. Ποιο στοιχείο επιβεβαιώνει τη μεγαλοσύνη τους και τι είναι αυτό που κάνει τους συγγραφείς και τα έργα τους μέρος του Κανόνα; «Μια παράξενη ιδιοτυπία», εξηγεί ο Μπλουμ, «ένα ανοίκειο στοιχείο που δεν αφομοιώνεται εύκολα, ή έχει φτάσει να μας αφομοιώσει τόσο πολύ που παύουμε να το θεωρούμε ξένο».
Το δικαιολογημένο του πάθος για το μεγαλείο του Σαίξπηρ συνοψίζεται και στη φράση: «Ο Σαίξπηρ, ο μεγαλύτερος συγγραφέας που θα γνωρίσουμε ποτέ, δημιουργεί συχνά την αντίθετη εντύπωση: μας κάνει να αισθανθούμε οικεία με τα ξένα, τα μακρινά και τα απόκοσμα».
Η αγωνία του Μπλουμ δεν συνδέεται με τη μεγαλοσύνη των συγγραφέων του Κανόνα αλλά κυρίως με τις στρατιές των ιστορικιστών και των υπονομευτών του, τους οποίους και κατατάσσει στη «Σχολή της Μνησικακίας». Με κορυφαίους εκπροσώπους της τις φεμινίστριες, τους αφροκεντριστές, τους μαρξιστές, τους νεο-ιστορικιστές -μετά- τον Φουκό, και τους αποδομιστές που προσπαθούν να αλλοιώσουν με τις αλλόκοτες, πολυπολιτισμικές, ψυχολογικές και άλλες ερμηνείες τους την αισθητική αξία ενός έργου τέχνης.
«Μια σαιξπηρική ανάγνωση του Φρόιντ», κατά τον Μπλουμ, «φωτίζει και υπερβαίνει το κείμενο του Φρόιντ, μια φροϊδική ανάγνωση του Σαίξπηρ απλουστεύει τον Σαίξπηρ, ή θα τον απλούστευε αν μπορούσαμε να αντέξουμε τα αναγωγικά σχήματα που καταλήγουν στις γελοιότητες της έλλειψης».
Ας μην ξεχνάμε, τέλος, ότι η κορυφαία αξία στο πνευματικό βασίλειο του Μπλουμ παραμένει η αισθητική αξία η οποία πηγάζει από τη μνήμη και κατά συνέπεια από την οδύνη, «την οδύνη της παραίτησης εύκολων απολαύσεων για άλλες πιο επίπονες». Τι είναι εν τέλει όλα τα μεγάλα λογοτεχνικά έργα πέρα από «πραγματωμένες αγωνίες» και όχι φυσικά «αποδράσεις από τις αγωνίες»;