Οήλιος στη μετα-σοβιετική Ρωσία δενξημέρωσε σε μια νέα χώρα. Οι αλλαγέςήταν συντριπτικές και προκάλεσαν πλήρησύγχυση στους μεγαλύτερους, που είχανγαλουχηθεί με διαφορετικά «ιδανικά».Αλλά αυτοί είχαν αντέξει στα δύσκολα,ο μηχανισμός επιβίωσής τους ήταν καλάλαδωμένος. Με τους νέους τα πράγματαήταν πολύ πιο δύσκολα: οι μνήμες ήταννωπές, αλλά δεν αφορούσαν τη ζωή τους,που τώρα ξεκινούσε. Τους αφορούσε όμωςαυτό το γενικό ξεχαρβάλωμα, η απουσίααξιών, η «επιτυχία» που εκπροσωπούσεη νέα κυρίαρχη τάξη των μαφιόζων, ηεπικράτηση ενός εντυπωσιακά επιθετικούκαταναλωτισμού.
Ηκρίση πέρασε άμεσα στον κόσμο τουφημισμένου ρωσικού θεάτρου. Από τη μίαη μείωση ή ακόμη και διακοπή των κρατικώνεπιχορηγήσεων προς τα θέατρα, από τηνάλλη η ανάγκη του κοινού για ευχάρισταθεάματα, που να επιτρέπουν το «χάσιμο»,αν όχι τη διασκέδαση, προκάλεσαν-αναμενόμενες μάλλον- αντιδράσεις. Έτσιαμφισβητήθηκε η απόλυτη -τα τελευταία100 χρόνια- εξουσία του σκηνοθέτη, πόσωμάλλον που οι ευρέως αναγνωρισμένοισκηνοθέτες είχαν ήδη μια ηλικία και μίαπορεία που δεν επέτρεπαν να συγχρονιστούνγύρω τους οι νέοι συγγραφείς, αυτοί πουθα μιλούσαν για τη ζωή σήμερα. Το κλασικόρεπερτόριο δεν ήταν πλέον λύση διά πάσαννόσον, και καινούργια θέατρα και θεατρικέςσχολές έκαναν την εμφάνισή τους. Επιπλέον,με το άνοιγμα των συνόρων και τη συμμετοχήτων Ρώσων συγγραφέων σε φεστιβάλ καιδιοργανώσεις θεατρικής γραφής στιςχώρες της Δύσης, ήταν ζήτημα χρόνου ναεπηρεάσουν τον τρόπο γραφής και στησίματοςτης θεατρικής πράξης οι πλέον θεατρικώςπροχωρημένοι. Πράγματι, η Αγγλία και ηΓερμανία άφησαν έντονα ίχνη στη σύγχρονηρωσική θεατρική γραφή, που μιμείταιχαρακτηριστικά του αγγλικού in-yer-faceθεάτρου (σοκαριστικά θέματα, βία, γυμνό,γλώσσα του δρόμου, άρνηση και απελπισία)της δεκαετίας του '90, ενώ οι σκηνικέςπροσεγγίσεις μιμήθηκαν τις ακρότητεςτης γερμανικής μεταμοντερνιστικήςπρωτοπορίας.
Σήμεραμια νέα γενιά συγγραφέων, γεννημένωντη δεκαετία του '60 και του '70, έχειανδρωθεί στη Ρωσία, ανήσυχη και δυναμική,η οποία, για ευνόητους λόγους, έλκει τηνπροσοχή της Δύσης, προκαλώντας την ίδιαστιγμή εντός του ρωσικού θεατρικούφόρουμ έντονες συζητήσεις για το τιπρεσβεύει. Είναι σοβαρή τάση ή απλά έναφαινόμενο; Οι πιο φιλικοί μιλούν γιαμια δραματουργία που θυμίζει τη ροκμουσική, που δεν προσπαθεί να αλλάξειτον κόσμο, αλλά ουρλιάζει για να τον«κουνήσει». Όσοι δεν έχουν πεισθείμιλούν για την εισβολή συγγραφέων απότην επαρχία χωρίς λογοτεχνική υποδομή,για ένα σύνολο ανθρώπων αμφισβητούμενουταλέντου που ενώνουν τις δυνάμεις τουςγια να εξασφαλίσουν γενναιόδωρεςεπιχορηγήσεις, για «σχολή» τηςοποίας τα έργα δεν έχουν κοινάχαρακτηριστικά (άρα τι σόι «σχολή»είναι;) και αρκούνται να αποδίδουν τηασχήμια της ζωής, εδώ και σήμερα (αλλάαυτό δεν ήταν στην τέχνη ποτέ αρκετό).
Εμείςεδώ, πάλι, που στερούμαστε πολλέςδεκαετίες τώρα τέτοιων αναζωογονητικώνζυμώσεων, θα διαμορφώσουμε γνώμη σύντομα,καθώς το ρωσικό «Νέο δράμα», όπωςονομάστηκε αυτή η νέα δραματουργία,μόλις εισέβαλε στην αθηναϊκή αγορά: ήδηπαρουσιάζεται στον Εξώστη του Αμόρε τοΟξυγόνο του Ιβάν Βιριπάεφ και μέσα στοΝοέμβριο θα ξεκινήσει στο Εθνικό ηΠλαστελίνη του Βασίλι Σίγκαρεφ.
Παρακολουθώνταςτην παράσταση της Μαρίας ΛουίζαςΠαπαδοπούλου, μπορούμε να καταλάβουμεγιατί το «Νέο δράμα» έχει προκαλέσειτόση συζήτηση στη Ρωσία. Ειδικά για τοΟξυγόνο έγραψαν ότι δεν είναι έργο γιασκηνή, για να πάρουν την αποστομωτικήαπάντηση: αν, σύμφωνα με την παραδοσιακήάποψη, το έργο δεν είναι παραστάσιμο,τότε δεν έχουμε την ίδια γνώμη σχετικάμε το τι και το πώς μπορεί να παρασταθείστη σκηνή.
Ηγνώμη μου είναι ότι το κείμενο είναιιδιαιτέρως θεατρικό, καθώς απαιτεί εκγραφής ένα στήσιμο στο οποίο η μουσικήσυμπληρώνει και στηρίζει τη θεατρικήπράξη. Ο ίδιος ο συγγραφέας επιμένειστη σημασία που δίνει στο ρυθμό τουλόγου, τον οποίο δουλεύει επισταμένως,προτείνοντας να ερμηνεύεται σαν να ήτανκαθαρή ποίηση. Αυτό σημαίνει ότι ηαπόδοση του λόγου σε άλλη γλώσσα και ημουσική που συνοδεύει ή «συγχωνεύει»την ερμηνεία του λόγου έχουν μείζονασημασία για την επιτυχία της παράστασης.Στην παράσταση του Εξώστη η συνάντησητης μετάφρασης της Αθηνάς Παταπονιάρηκαι της «μουσικής» που έγραψε οThe boyδεν ήταν πάντα επιτυχής. Επιπλέον, ενώη Πηνελόπη Μαρκοπούλου ερμήνευσε τηΓυναίκα της ιστορίας σαν από καιρόέτοιμη (με απόλυτη κυριαρχία στην εκφοράτου λόγου και στην εκφραστικότητα τουσώματος και της κίνησής της), ο ΠέτροςΣταθακόπουλος είναι άνισος (αρχίσει ναλειτουργεί στη σωστή κατεύθυνση όταντο α' μισό της παράστασης έχει περάσει).
Αδύναμαμέρη έχει και το ίδιο το κείμενο: λ.χ. ησκηνή νούμερο 6 θα μπορούσε να λείπειχωρίς κανείς να ενοχληθεί. Πλην όμως,στο σύνολό του το Οξυγόνοείναι τόσο συμπυκνωμένο και ταυτόχρονατόσο απελπισμένο (φαίνεται σε ορισμένουςαφορισμούς, απόλυτους με τον τρόπο τωνπαιδιών), θίγει τόσα σοβαρά και διαφορετικάζητήματα (κάποτε προκλητικά κι ενοχλητικά),η δομή του (μουσική και «διαλογική»)είναι τόσο προκλητική για ευφάνταστεςσκηνικές λύσεις, που η στήλη δεν μπορείπαρά να σας προτρέψει να το δείτε.