Πρώτααπ' όλα, ένα αριστουργηματικό κείμενοτου Ντοστογιέφσκι, ένα αφήγημα του 1876με τίτλο Ήμερη (κροτκάια, μικρούλα). Έναςάνδρας μονολογεί, άλλοτε απευθυνόμενοςστον εαυτό του, άλλοτε σ' ένα νοερόκοινό θεατών/ δικαστών. Η στιγμή είναιακραία, μόλις έχει αυτοκτονήσει η γυναίκατου.
Στηναρχή της εξομολόγησής του δηλώνει μεφρίκη ότι «καταλαβαίνει τα πάντα».Παντρεύτηκε ένα δεκαεξάχρονο κορίτσικαι θέλησε να την εκπαιδεύσει ώστε ναγίνει η τέλεια σύζυγος, η γυναίκα με τηνοποία επιτέλους θα μπορούσε να μοιραστείζωή κι όνειρα. Σύμφωνα με το σχέδιό του,οι πρώτοι μήνες κοινής ζωής πέρασανμέσα στην ψυχρότητα και στην αυστηρότητα.Αλλά πέντε μόλις μέρες πριν, τηςεξομολογήθηκε την αγάπη του - απροετοίμαστακαι γι' αυτό βίαια. Τώρα εκείνη είναινεκρή. Τι πήγε λάθος; Ο πυρέσσων λόγοςτου καταλήγει με απορία: «Γιατί πέθανεαυτή η γυναίκα;» και «Αύριο τι θααπογίνω;». Η εξέλιξη τον ξεπερνά.
Αυτόπου κάνει ο Ντοστογιέφσκι είναιεκπληκτικό: φαντάζεται και στη συνέχειαανατέμνει την ψυχολογική κατάστασηενός άνδρα που αγαπά άρρωστα τη γυναίκατου, η οποία μόλις αυτοκτόνησε. Ποιαήταν η ύβρις του; Νόμιζε, αυτός ο κατ'επανάληψη ταπεινωμένος, πως ήλεγχε τηνανθρώπινη φύση και το χρόνο. Είναιλεπτομέρεια που ο ήρωάς του είναιενεχυροδανειστής, ένας έμπορος τηςανθρώπινης δυστυχίας; Τοενεχυροδανειστήριο είναι ταυτοχρόνωςτο σπίτι του. Η επαγγελματικήζωή του δηλητηριάζει με απελπισία τηνιδιωτική. Ο άνδρας έχει απορροφηθεί απότο χώρο, ο χώρος χαρακτηρίζει τον άνδρα- το ενεχυροδανειστήριο είναι όπως τουπόγειο στο Σημειώσεις από το υπόγειο.
ΗΧλόη Ομπολένσκι σκέφτηκε αυτόν το χώρογεμάτο θαμπά, βρόμικα τζάμια καιπαλιωμένους καθρέφτες. Η σκηνή έχειδιευρυνθεί και προς τ' αριστερά, εκείπου άλλοτε υπάρχουν θέσεις θεατών. Μιατζαμαρία, σε σχήμα Γ, επιτρέπει ναδιακρίνουμε ένα χώρο σκοτεινό, γεμάτοαντικείμενα εκτός χρήσης. Εκεί ο ήρωαςθα κάνει εισπνοές πάνω από χύτρα-υποτίθεται- που βράζει, και στη βρύσηπου βρίσκεται στο βάθος της σκηνής θαπλυθεί και θα αλλάξει ρούχα. Είναι οιμοναδικές ρεαλιστικές λεπτομέρειεςπου υιοθετεί η σκηνοθεσία, οι οποίεςκατ' αντιδιαστολή τονίζουν το εγκεφαλικότοπίο της εξομολόγησης. Η κόλαση είναιμέσα του.
ΤοΓ της τζαμαρίας κάποιες στιγμές καλύπτεταιαπό οθόνες που ανεβοκατεβαίνουν: οιπροβολές περιλαμβάνουν από γκρο πλαντου ήρωα έως βίντεο θεατών της ΝέαςΣκηνής που παρακολουθούν (εδώ το σχόλιογια την καταραμένη σχέση της ιστορίαςμετακινείται προς τη σχέση δημιουργού/κοινού).Αλλά αυτό που κυρίως χαρακτηρίζει τησκηνική απόδοση της Ήμερης από τονΛευτέρη Βογιατζή είναι η παρουσία τωνδύο τηλεοράσεων στο κέντρο της σκηνής,όπου προβάλλεται ένα διαρκές κοντινόπλάνο του ηθοποιού, τραβηγμένο απόδιαφορετικές γωνίες και με διαφορετικούςφωτισμούς, έτσι ώστε να δίνεται η εντύπωσηπως πρόκειται για το κατακερματισμένοΕγώ του που σχολιάζει την εξομολόγηση,επεμβαίνει, βουβαίνεται, χάνεται κιεπανέρχεται, ειρωνεύεται, καλύπτει κενάή επικαλύπτει τον «ζωντανό» λόγο.
Ησκηνοθετική λύση ενισχύει την«πολυπρισματικότητα» της αφήγησηςέτσι όπως ο άνδρας αποκαλύπτει ενδόμυχεςσκέψεις του, αναπαράγει αλλοιωμένο-όπως συμβαίνει πάντα- το παρελθόν,υποθέτει σκέψεις της νεκρής και απορίεςτου «κοινού», δίνει εξηγήσεις (γιατο «σύστημα» αγωγής της ιδανικήςσυντρόφου που εφάρμοσε), αναγνωρίζειτα λάθη του, προσπαθεί να καταλάβει κιαντ' αυτού ταμπουρώνεται στο πληγωμένοεγώ του.
Επειδήο ήρωας υιοθετεί για τον εαυτό του τουςστίχους με τους οποίους ο Μεφιστοφελήςσυστήνεται στον Φάουστ, «είμαι εκείνηςτης δύναμης κομμάτι που πάντοτε θέλειτο κακό, μα το καλό μονάχα πράττει»(μια στιγμή πριν ο Μεφιστοφελής έχειδηλώσει πως τον Λόγο καταφρονεί, πωςγια τα φαινόμενα αδιαφορεί και πως τοβάθος των όντων μόνο θέλει), μου πέρασεη ιδέα ότι το βίντεο στις μικρές οθόνεςίσως επιδιώκει να δώσει πρόσωπο στημεφιστοφελική διάσταση του ήρωα, στησαφώς πιο γοτευτική, καταραμένη εκδοχήτου, αυτή που κατέχει την ύστατη γνώση.Τα βίντεο του Γιώργου Σκεύα λειτούργησανυποδειγματικά σ' αυτή την κατεύθυνση.
Δύοστοιχεία, ασήμαντα μπορεί, έμειναν στημνήμη μου: το κεράκι που ανάβει ο ηθοποιόςστην αρχή και παραμένει αναμμένο έωςτο τέλος, όρθιο στη γωνία του σκηνικούχώρου, και μία φράση, η προτελευταία τουντοστογιεφσκικού κειμένου: «Ταμποτινάκια της εκεί, πλάι στο κρεβάτι,λες και την περιμένουν...». Τα πράγματαμένουν, οι άνθρωποι χάνονται - τόσο απλά.Μη χάσετε αυτήν τη σπουδαία παράστασητου Λευτέρη Βογιατζή.