Φορτωμένος με Πούλιτζερ και Τόνι, ο Άυγουστος (**) είναι από εκείνες τις ταινίες που προέρχονται από το θέατρο, μιλάνε θεατρικά και βολεύονται με θεατρογενείς ερμηνείες- ηχηρές, για να ακουστούν μέχρι τον θεατή που κάθεται στην τελευταία σειρά. Ο μόνος τρόπος για να συμμαζευτεί και κινηματογραφοποιηθεί, είναι η παρέμβαση ενός σκηνοθέτη με άποψη. Στην περίπτωση της ταινίας, ο σκηνοθέτης δεν είναι μόνο αόρατος (κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό, όταν πρέπει να εξαφανιστεί διακριτικά για να μη φορτώσει με περιττό στιλ το σύνολο) αλλά παραμένει ανήμπορος και λίγος. Ο εκ τηλεοράσεως ορμώμενος Τζον Γουέλς είχε να αντιμετωπίσει μεγάλους ηθοποιούς, έμπειρους και αδηφάγους. Η Μέριλ Στριπ, μήτηρ-φαμίλιας, τώρα που πέθανε ο σύζυγος, παραδέρνει ανάμεσα σε εξάρτηση από κάθε λογής χάπια και απωθημένα ετών, που έρχονται δυναμικά στο προσκήνιο με την απώλεια, τη δυσάρεστη προοπτική της κηδείας και την επανένωση της προβληματικής οικογένειας. Είναι ένα ζαλισμένο τέρας, έτοιμη για λεκτικές ρουκέτες που πληγώνουν και τσακίζουν, προφασιζόμενη την αλήθεια, που χειραγωγεί κατά βούληση. Τα παιδιά της μοιάζουν μαραμένα μπροστά της, με εξαίρεση την Τζούλια Ρόμπερτς, η οποία κρατιέται όσο μπορεί αλλά στη μεγάλη σκηνή του γεύματος, συναγωνίζεται τη μάνα σε βία και ξεμπρόστιασμα. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η μονομαχία των ηθοποιών είναι διασκεδαστική, βασισμένη στις ανταγωνιστικές εντυπώσεις και το σοκάρισμα των μικρών ανατροπών και του μεγάλου μυστικού, που υποψιαζόμαστε πως έρχεται σύντομα μέσα στην πλοκή. Η Μέριλ και η Τζούλια, ασυμμάζευτες και ανενδοίαστα "υπερπαίζουσες", βρίζουν, φτύνουν και τα σπάνε. Κατ' ουσίαν, ωστόσο, από αυτό το κολάζ των Τένεσι Γουίλιαμς, Ευγένιου Ο' Νιλ και Έντουαρντ Άλμπι, που μέσα στη γενικότερη ξηρασία της δραματικής πρόζας ξεχώρισε και υπερ-τιμήθηκε ως θεατρικό έργο προ πενταετίας, βρίθει υπερβολών και επιτήδευσης, ο σκηνοθέτης απουσιάζει, και περνάμε από τους εκτροχιασμένους ηθοποιούς κατευθείαν στον επαγγελματισμό της παραγωγής, που υπογράφουν ο Γκραντ Χέσλοφ με τον Τζορτζ Κλούνι, και φυσικά ο Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν, ο άνθρωπος που θα προσπαθήσει να σπρώξει την ταινία προς τα Όσκαρ. Αυτοί που ξεχωρίζουν από το λούνα παρκ γοήτρου είναι οι πιό χαμηλόφωνοι της παρέας, ο "θείος" Κρις Κούπερ και η μικρή κόρη Τζουλιάν Νίκολσον, άντε και η Μάργκο Μάρτιντεϊλ, που παίζει την θεία.
Το Μόνο Οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί (****), που μπροστά στον Αύγουστο είναι ψίθυρος καρδιάς, έχει μόνο χαμηλές, διακριτικές ερμηνείες, σε ένα είδος όπου έχουμε δει υποκριτικά τέρατα και σημεία στο παρελθόν- πώς, για παράδειγμα, ο Δράκουλας/Γκάρι Όλντμαν καταβρόχθισε τον εκτός τόπου και χρόνου Κιάνου Ριβς στην παλιά ταινία του Κόπολα, ή με τι εξπρεσιονιστικό τρόπο ο Μπέλα Λουγκόσι, ο Μαξ Σρεκ και ο Κρίστοφερ Λι (λάγνα, έστω) απέδωσαν το μοναχικό πάθος του Κόμη. Εδώ έχουμε ηλικιωμένα αλλά καλοδιατηρημένα βαμπίρ, την Τίλντα Σουίντον και τον Τομ Χίντλστον, που κινούνται διακριτικά, διατηρούν αρχαίες συνήθειες, τιμούν τους ήρωες τους και κοιτούν την (αιώνια) ζωή εκπροσωπώντας μελαγχολία του κόσμου που σβήνει, μέσα από το παρακμιακό δίπολο του δυτικού Ντιτρόϊτ και της ανατολικής Ταγγέρης. Η ταινία ανήκει ολοκληρωτικά στον Τζιμ Τζάρμους, και η πίστη στις προσωπικές εμμονές του, στη μουσική και τη λογοτεχνία κυρίως, οδηγεί τους Εραστές σε έναν αξιόλογο δραματικό προβληματισμό: αξίζει να ζεις για την αγάπη και μόνο, ή ο θάνατος είναι το αντίδοτο στην ανίατη επανάληψη και τη θλίψη για την απώλεια των αγαπημένων φίλων; Είναι η πρώτη φορά που, με χιούμορ κι τρυφερότητα, βλέπουμε κομψούς βρικόλακες να αναρωτιούνται για τη φύση της μελαγχολίας και της μοναξιάς τους, αντί απλά, ως άλλα κομψευόμενα ή άγρια ζώα, να επιτίθενται για να επιβιώσουν, σαν τους γοτθικούς, ρομαντικούς ή μοδάτους συναδέλφους τους. Είναι επίσης μια ειρωνική αντιστροφή των πραγμάτων πως, τώρα που όλοι γυρίζουν βαμπιροθεματικές ταινίες, ο Τζάρμους ασχολείται κυριολεκτικά με ένα είδος που φλέρταρε στιλιστικά και νοηματικά σε όλην του την καριέρα- όπως είπε και η Τίλντα Σουίντον, σχεδόν όλες του οι ταινίες είναι κρυφο-vampire movies. Περιττό να επισημάνουμε την εκλεκτή χρήση της μουσικής, την ιδιαίτερη σημασία των λέξεων, την ψυχή που διαπνέει την ιστορία του Άνταμ και της Ιβ, αυτών των απέθαντων πρωτόπλαστων, που παντρεύουν το ζωικό βασίλειο των ενστίκτων με τη περιθωριακή, παραγνωρισμένη κουλτούρα και τη ραφιναρισμένη αισθητική
σχόλια