Αυτή η δυαδική φύση! Αυτός ο διπλός εαυτός. Εκείνος και εκείνος. Ο διχοτομημένος ιππότης του Ιταλό Καλβίνο, αυτός ο αντικατοπτρισμός της όψης του ενός πάνω στον άλλο.
Ο άλλος εαυτός, η άλλη φύση. Αλληλοσυμπληρούμενοι, διαιρεμένοι. Ο ένας να αγνοεί τον άλλον μια ζωή, ο ένας επώνυμος, γνωστός αστέρας, συγγραφέας, ο άλλος γόνος καλής οικογενείας, κοσμικός, bon viveur. Και ο δύο έμοιαζαν να γυρνούν σε παρόμοια μέρη. Ο ένας με την φαντασία του να πλάθει μυστήρια και φόνους και να τα σκαλίζει πάνω στην γραφομηχανή του και ο άλλος, να κυκλοφορεί στα μέρη, όπου εκτυλίσσονταν τα εγκλήματα, στις μπουάτ, στα καζίνο, στα κρουαζιερόπλοια, στα ξενοδοχεία, ποτέ μόνος, πάντα συνοδευμένος από μια όμορφη, σαν βγαλμένη από film noir. Δεν του άρεσαν οι πολύ λεπτές. Ήθελε γυναίκες με κάτι ιδιαίτερο πάνω τους, που να αποτυπώνεται σε μια βαθιά ματιά, σε πολλά υποσχόμενα χαμόγελα, σ' ένα σαρκώδες χείλος, άλλοτε βαμμένο, άλλοτε όχι , ανάλογα με την περίπτωση, σ' ένα στήθος ταξιδιάρικο, γεμάτο πάθος και πνιγμονή.
Δεν το ήξεραν, όμως η μία συμπλήρωνε άριστα την άλλη, ήταν το ίδιο μόριο, η φύση του κυνηγά τον εαυτό της, αποσχίζεται σαν την αμοιβάδα, κάνει τη διαδρομή της και τελικά μένει σταθερά στην ατέρμονη μοναξιά της να κοιτά τους άλλους να κινούνται γύρω της σαν δορυφόροι.
Κάθε γυναίκα ένα ταξίδι, που έφτασε στο τέλος, όταν το πλοίο μπήκε στο λιμανάκι της οικογένειας.
Ο συγγραφέας γράφει τη ζωή, που ζει ο θνητός. Τους ενώνει ο καπνός, η ίδια κίνηση να κρατούν το κεφάλι καθώς συζητούν και βέβαια ο κοινός θάνατος. Ο Ίων Ραμής και ο Μάριος Ιωάννου, έφυγαν από τη ζωή σε διάστημα ενός μηνός την ίδια ακριβώς χρονιά, την ώρα που κατάλαβαν τα κύτταρά τους ότι ήταν ανώφελο πια να συνεχίζουν αποσχισμένα. Το καθρέφτισμα είδε ανώφελη τη συνέχιση μιας ζωής μακριά από το είδωλό της, έτσι το αναζήτησε για να ολοκληρωθεί σε ένα διαστημικό ταξίδι μεταφυσικής ολοκλήρωσης.
Όπως εκείνη η φίλη, η χορεύτρια, που χορεύει τη ζωή της συμμαθήτριάς της, η οποία δεν τα κατάφερε με τον χορό. Και αυτή, περίπτωση Εκείνης και Εκείνης. Ο χορός έδειχνε να χάνει μια σπουδαία χορεύτρια, ένα υπέροχα εκφραστικό κορμί, μια λάμψη επί σκηνής, που τελικά καταβροχθίστηκε από τη φιλοδοξία της δικηγορίας, μιας πλούσιας οικογενειακής ζωής με δύο παιδιά, άντρα δικηγόρο, εραστές και ερωμένες. Η άλλη, εκείνη τη ζήλευε πάντα. Στις παραστάσεις, όταν ξεχώριζε η πρώτη, έβλεπες να σφίγγει τα χείλη, με εκείνο το βλέμμα που κοιτά υπό γωνία, από κάτω προς τα πάνω, προδίδοντας μια περισυλλογή με πίκρα και δειλό φθόνο. Οι δρόμοι τους χώρισαν για να συναντηθούν σε εκείνη τη συνάντηση συμμαθητών μετά από 25 χρόνια και να διαπιστώσουν πόσο ζωογόνο εφαλτήριο ήταν αυτό το μικρό φθονερό κατάλοιπο, που την έφερε στην Αμερική, να κάνει σπουδές στην καλύτερη σχολή στη Νέα Υόρκη, να μένει εκεί, χωρίς οικογένεια, με μια ζωή γεμάτη ανατροπές, με εραστές και μοναξιά , που έπνιγε στον υπέροχο χορό της, Το reunion συνέπεσε με την παράστασή της στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Ήρθαν όλοι ο συμμαθητές και βέβαια εκείνη. Δεν έδειχνε να θυμάται τίποτα από την πολλά υποσχόμενη χορευτική της εφηβεία. Η Κέλλυ Πανάγου και η Πένυ Καλού, δύο όψεις του ίδιου νομίσματος που αποσχίστηκαν και έδειχναν τόσο ευτυχισμένες μέσα στην υπολειπόμενη φύση τους. Δεν το ήξεραν, όμως η μία συμπλήρωνε άριστα την άλλη, ήταν το ίδιο μόριο, η φύση του κυνηγά τον εαυτό της, αποσχίζεται σαν την αμοιβάδα, κάνει τη διαδρομή της και τελικά μένει σταθερά στην ατέρμονη μοναξιά της να κοιτά τους άλλους να κινούνται γύρω της σαν δορυφόροι.
Τη Στέλλα Μαρίνου και την Μαρίνα Στελλάτου, τόσο φανερά κομμάτια του παζλ, η ζωή προσπάθησε να τις ενώσει στο θάνατο, με ένα τρομερό αυτοκινητιστικό δυστύχημα, στο ίδιο αμάξι, μετά από μία συνέντευξη, που η πρώτη έδωσε στην άλλη κάποιο απόγευμα στην Κηφισιά. Εκείνη ηθοποιός και η άλλη δημοσιογράφος. Πόσο όμοιες και παράλληλα πόσο διαφορετικές και αλληλοσυμπληρούμενες. Και οι δύο είχαν κοινό πάθος με το θέατρο, και οι δύο ήταν παντρεμένες με έναν γελοίο τύπο, και οι δύο χωρισμένες και οι δύο με το ίδιο σημάδι εκ γενετής να θυμίζει κάτι από μια παλιά τους ζωή, όταν δεν ήταν διχοτομημένες. Μα και πως θα γινόταν διαφορετικά, αφού είναι το ίδιο χρωμόσωμα, η ίδια γονιδιακή αλυσίδα, που βιαίως σε κάποια σφαίρα, μπορεί επίγεια ή και όχι διαιρέθηκε και καταδικάστηκε σε μια απεγνωσμένη πορεία αναζήτησης ταυτότητας.
Αυτός ο μισός εαυτός, αυτά τα κύτταρα από τον ανθρώπινο πολτό, που έχασαν την ακέραιη φύση τους στη προσπάθειά της διαίρεσης της αμοιβάδας, της εξάπλωσής της, της επικράτησης, κατάφεραν μόνο να δημιουργήσουν ένα ατελές εσωτερικό χάος, μια ατελέσφορη αναζήτηση χωρίς προηγούμενο.
Αυτό πάλι το στοιχείο κληρονομείται και στην επόμενη γενιά, είναι πάντα εκεί και έτσι αναλώνονται οι άνθρωποι, αναζητώντας τα άλλο τους μισό. Με αυτή την αναζήτηση έφτασε η Αρετή μπροστά στον ψυχολόγο.
-«Νομίζω, παθαίνω κρίσεις πανικού. Ανεβάζω θερμοκρασία στο σώμα μου, νιώθω ότι δεν αναπνέω σωστά και κοκκινίζω.»
-« Πόσο συχνά σας συμβαίνει αυτό και κάτω από ποιες συνθήκες;»
-«Σε συνθήκες στρες.»
-«Πως το εννοείτε, πότε νιώθετε στρες;»
-«Κάθε ώρα, σε οποιαδήποτε δραστηριότητα, ειδικά όταν αυτή είναι περίπλοκη και παίρνει ώρα πολλή η διεκπεραίωση της. Όταν για παράδειγμα περπατώ μια απόσταση με τα πόδια μόνη μου. Στον περίπατο νιώθω μια βαθιά εγκατάλειψη. Νιώθω ότι οι δυνάμεις μου δεν επαρκούν και ανυπομονώ να τελειώσει ο δρόμος.»
-« Νιώθετε εγκατάλειψη; Νιώθετε μοναξιά, σαν να σας λείπει κάτι;»
-« Δεν είναι ξεκάθαρο, όμως όσο κάνω οτιδήποτε, βιάζομαι να το ολοκληρώσω, όχι να απαλλαγώ από αυτό. Απλά να το ολοκληρώσω και αυτό είναι επώδυνο.»
« Σε κάποια πρόσωπα δε, αναγνωρίζω κάποιον χαμένο εαυτό, μια απολεσθείσα ταυτότητα, ένα διαιρεμένο κύτταρο, μια γνωστή φύση.»
-« Μέσα στην ενηλικίωση, αρχίζεις να συνηθίζεις τον αποχωρισμό σου από την ύλη την πρωταρχική. Πρέπει σιγά σιγά να συνηθίζετε σε αυτό και να μην ταλαιπωρείστε !»
- «Εμένα με καθησυχάζει και πολλές φορές με χαροποιεί όταν με μπερδεύουν στον δρόμο με κάποιαν άλλη και μου απευθύνουν τον λόγο με διάφορα ονόματα. Απαντώ ότι μοιάζω με πολλούς και πολλοί με έχουν δει σαν κάποιαν άλλη. Φαίνεται είμαι συνηθισμένο πρόσωπο τους απαντώ και με τον τρόπο αυτό ξεγελώ την μοναξιά της ζωής μου. Ναι, ανήκω και εγώ σε κάποιον, δεν τον έχω βρει, δεν έχω όμως σταματήσει να ψάχνω.»
Με αυτή τη μάταιη συζήτηση ολοκληρώθηκε η επίσκεψη στον ψυχαναλυτή απ΄όπου έφυγα έχοντας δώσει μόνο 80 ευρώ και δεν τον είχα πείσει, όμως ούτε και εκείνος εμένα ότι είμαστε κομμάτια ενός διασπασμένου συνόλου και ότι οι δρόμοι έτσι βαίνουν, ώστε κάποια στιγμή βρισκόμαστε έστω και για λίγο αντιμέτωποι με την άλλη μας ύλη, ή ακόμα χειρότερα μοιραζόμαστε μαζί της ένα κοινό τέλος.
Μαρία Μαρή
Θεατρολόγος - Εκπαιδευτικός
σχόλια