photo Σπύρος Στάβερης
Τώρα δεν έχει πια ΕΣΑ,
φωνές δεκανέων
να σου ξηλώνουν τα όνειρα,
κυρίες ταγματαρχών να σφουγγαρίζεις την κουζίνα τους,
και κάθε βράδυ στο θάλαμο διψώντας λίγη θαλπωρή,
καπνίζοντας απανωτά τσιγάρα.
Τώρα,
δίχως μπερέ και ζωστήρα,
οι λερωμένες αρβύλες
δίνουν μια ιδέα λευτεριάς,
ξεκουμπωμένο στήθος θα πει είμαι κύριος,
νά και το κορδονάκι που καθάριζα το όπλο μου,
θα το κρατήσω να θυμάμαι τις επιθεωρήσεις.
Θά' θελα κάτι ν' αγοράσω πριν φύγω,
ένα τσιτάκι για την αδερφή μου,
κανένα παιχνίδι για τα μικρά,
μα η τσέπη μου είναι
άδεια σαν την καρδιά μου
Θά' θελα να τριγυρίσω και πάλι στους δρόμους,
να δω για τελευταία φορά τη Σαλονίκη,
όμως δεν έχω πόδια πια, δεν έχω μάτια,
δεν έχω όρεξη ούτε να μιλήσω,
ο νους μου κιόλας ταξιδεύει στο χωριό
'Ιπποι 8, άνδρες 40
αυτό ας είναι το τελευταίο μας στρίμωγμα,
η τελευταία ανταμοιβή απ' την πατρίδα
όμως ετούτο το τράνταγμα
γιατί μου σφίγγει έτσι την καρδιά;
σχόλια