Σχεδόν μεσημέρι και η παραλία στο Καβούρι έχει αρχίσει να μαζεύει κόσμο. Δίπλα στις οικογένειες και τους λουόμενους, μια ομάδα ναυαγοσωστών κάνει προπόνηση.
Πρόκειται, ουσιαστικά, για τη νέα φουρνιά της Ελληνικής Ναυαγοσωστικής Ακαδημίας, η οποία εδώ και 22 χρόνια, εγκεκριμένη από το Υπουργείο Ναυτιλίας και το Λιμενικό, εκπαιδεύει κολυμβητές να σώζουν ανθρώπινες ζωές.
Εκεί βρίσκεται και ο Νίκος Γιοβανίδης, διευθυντής της σχολής, ο οποίος κάνει το συγκεκριμένο επάγγελμα από τα 18 του. «Όλοι αυτοί που βλέπεις έχουν περάσει την εκπαίδευση και το φετινό καλοκαίρι θα πιάσουν δουλειά για πρώτη φορά».
Σύμφωνα με τους κανονισμούς, κάθε παραλία πρέπει να έχει το δικό της ναυαγοσώστη από τις 10.30 το πρωί μέχρι τις 5.30 το απόγευμα, αρκεί, βέβαια, να ξεπερνά τους 300 λουόμενους τη μέρα.
Όπως παραδέχονται και επαγγελματίες ναυαγοσώστες, υπάρχει έλλειψη κολυμβητικής παιδείας στους Έλληνες. Το 62% δεν ξέρει καν να κολυμπάει. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Πολλές φορές, όπως σημειώνουν οι ίδιοι, αδιαφορούν πλήρως για τις συστάσεις των ναυαγοσωστών.
Ο νέος νόμος, όμως, που ψηφίστηκε τον περασμένο Απρίλιο, αλλάζει το τοπίο και θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση σε παραλίες που το μήκος τους ξεπερνά τα 400 μέτρα, να έχουν παραπάνω από έναν πύργους εποπτείας.
Αυτό, όπως εξηγεί ο κ. Γιοβανίδης, έχει προκαλέσει «έκρηξη» ζήτησης στο επάγγελμα. «Χρειαζόμαστε ουσιαστικά δώδεκα χιλιάδες ναυαγοσώστες και στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν υπερβαίνουμε ούτε τους χίλιους» παραδέχεται ο ίδιος.
«Υπάρχει μια λανθασμένη αντίληψη για το επάγγελμα. Νομίζουν όλοι πως πρέπει να είναι είτε κολυμβητές είτε πολίστες για να γίνουν ναυαγοσώστες» σημειώνει ο Νίκος Γιοβανίδης.
«Στην Ε.Ν.ΑΚ. έρχονται τρεις κατηγορίες κολυμβητών. Αυτοί που ήταν αθλητές κολύμβησης, τους οποίους προετοιμάζουμε για να γίνουν κατευθείαν ναυαγοσώστες, αυτοί που ξέρουν κολύμπι αλλά αγνοούν τεχνικές διάσωσης αλλά και εκείνοι που δεν έχουν ιδιαίτερη επαφή» εξηγεί.
Για τους τελευταίους, μάλιστα, έχει δημιουργηθεί μια ειδική ομάδα εκπαιδευτών, η οποία τους μαθαίνει να κολυμπούν από την αρχή, έτσι ώστε μερικούς μήνες αργότερα να είναι έτοιμοι να ανέβουν στον πύργο και να σώσουν ζωές.
Αν, όμως, κάποιoς ξέρει κολύμπι, η εκπαίδευσή του δεν κρατά περισσότερες από δεκαπέντε μέρες. Δυο βδομάδες, με τους μαθητές να εκπαιδεύονται στο κολύμπι, τις τεχνικές διάσωσης και τις πρώτες βοήθειες. Φυσικά, δεν λείπουν οι ασκήσεις φυσικής κατάστασης.
Η ώρα περνάει και ο ήλιος αρχίζει να καίει στην παραλία. Οι επίδοξοι ναυαγοσώστες πέφτουν στην άμμο για να κάνουν κάμψεις και ασκήσεις επί μία ώρα.
Μέσα στη θάλασσα βρίσκεται το τζετ της σχολής. Πλέον, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, ένας ναυαγοσώστης οφείλει πέρα από τα άλλα, να γνωρίζει να χειρίζεται και ταχύπλοο, ώστε να σπεύσει σε βοήθεια σε περίπτωση που ο λουόμενος που κινδυνεύει βρίσκεται πιο βαθιά μέσα στη θάλασσα.
Το δίπλωμα χειρισμού τζετ κοστίζει κάτι λιγότερο από 300 ευρώ. Αν σε αυτά συμπεριλάβει κανείς και τα έξοδα εκπαίδευσης, τότε αυτό σημαίνει ότι κάποιος μπορεί να γίνει ναυαγοσώστης ξοδεύοντας περίπου 600 ευρώ συνολικά.
Ο μισθός, από την άλλη, για τους τέσσερις μήνες που πρόκειται να δουλέψει- από 1η Ιουνίου μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου- αγγίζει τα 1000 ευρώ. «Είναι ιδανική δουλειά ακόμη και για έναν φοιτητή που θέλει να βγάλει ένα πολύ καλό εισόδημα το καλοκαίρι» σημειώνει ο κ. Γιοβανίδης.
Το πιο σημαντικό, όμως, για τους ίδιους είναι να μειωθούν οι πνιγμοί στη χώρα. Πέρσι έφτασαν τους 370. Η Ελλάδα ουσιαστικά είναι πρώτη σε πνιγμούς στην Ευρώπη σε αναλογία πληθυσμού και δεύτερη στον κόσμο.
Όπως παραδέχονται και επαγγελματίες ναυαγοσώστες που βρίσκονται μαζί μας στην παραλία του Καβουριού, υπάρχει έλλειψη κολυμβητικής παιδείας στους Έλληνες.
Το 62% δεν ξέρει καν να κολυμπάει. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Πολλές φορές, όπως σημειώνουν, αδιαφορούν πλήρως για τις συστάσεις των ναυαγοσωστών. Συχνό είναι ακόμα το φαινόμενο να μπαίνουν στη θάλασσα άτομα που έχουν καταναλώσει ποσότητα αλκοόλ αλλά και ηλικιωμένοι που φτάνουν να κολυμπούν έξω από τις σημαδούρες, με αποτέλεσμα να ξεμένουν από δυνάμεις.
Και το πιο σημαντικό: στην πλειονότητά τους οι πνιγμοί είναι βουβοί. «Δεν υπάρχει αυτό που βλέπουμε στις ταινίες, που φωνάζουν βοήθεια και να κουνούν τα χέρια τους. Μία που τον βλέπεις και μία που τον χάνεις» παραδέχεται ο Γιώργος Τσουκαλάς, ναυαγοσώστης εδώ και δύο χρόνια.
Για τους ίδιους, όμως, το να σώζεις μια ζωή είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή. «Γνωρίζεις πως κάπου στον κόσμο κάποιος ζει επειδή τον έσωσες» παραδέχεται ο Νίκος Γιοβανίδης. «Αυτό δεν γίνεται να μη σε αλλάξει σαν άνθρωπο».