Στις 4 Νοεμβρίου του 1995 στο Τελ Αβιβ, ο Γιγκάλ Αμίρ, ένας 25χρονος ισραηλινός φοιτητής της νομικής στο Πανεπιστήμιο Bar-Ilan, επιβιβάζεται σε ένα λεωφορείο έχοντας πάνω του ένα γεμάτο όπλο. Το λεωφορείο κατευθύνεται προς την ειρηνευτική διαδήλωση 100.000 και πλέον άνθρωπων, που είχαν συγκεντρωθεί για να ακούσουν τον πρωθυπουργό Γιτζάκ Ράμπιν και τον ηγέτη των Εργατικών Σιμόν Πέρες. Στην ομιλία του ο Ράμπιν, περιγράφει τη συμφωνία "των γενναίων" του Όσλο, η οποία είχε στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους.
Ο Γιάσερ Αραφάτ και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Γιτζάκ Ράμπιν, υπογράφουν συμφωνία που προέβλεπε μεταξύ άλλων την αποχώρηση των Ισραηλινών από το 60% της Λωρίδας της Γάζας -εξαιρουμένων των εβραϊκών οικισμών- και της πόλης της Ιεριχούς.
Ένα χρόνο νωρίτερα, ο Γιτζάκ Ράμπιν είχε μοιραστεί το Νόμπελ Ειρήνης με τον Γιάσερ Αραφάτ και τον Σιμόν Πέρες. Οι συμφωνίες όμως, δίχασαν την κοινωνία του Ισραήλ. Έτσι, ένα κομμάτι θεωρούσε τον Ράμπιν ήρωα που βοήθησε στην προώθηση της ειρήνης, ενώ κάποιοι άλλοι τον χαρακτήρισαν προδότη γιατί παραχώρησε εδάφη που θεωρούσαν εθνικά εδάφη του Ισραήλ. Μέρος της δεξιάς πολιτικής πτέρυγας τον θεωρεί υπεύθυνο για τους θανάτους Εβραίων από τρομοκρατικές επιθέσεις τις οποίες αποδίδει στις συμφωνίες του Όσλο.
Οι διαπραγματεύσεις για τις συμφωνίες του Όσλο, ανάμεσα στους Ισραηλινούς και τους Παλαιστίνιους ξεκίνησαν το 1993. Ο Γιάσερ Αραφάτ και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Γιτζάκ Ράμπιν, υπογράφουν συμφωνία που προέβλεπε μεταξύ άλλων την αποχώρηση των Ισραηλινών από το περίπου 60% της Λωρίδας της Γάζας -εξαιρουμένων των εβραϊκών οικισμών- και της πόλης της Ιεριχούς. Οι δυο πλευρές συμφωνούν στην εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης για την περιοχή, σε διάστημα πέντε ετών, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει προτάσεις για θέματα όπως το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, τους εβραίους εποίκους και την τύχη των παλαιστίνιων προσφύγων. Το 1995, οι Αραφάτ και Ράμπιν υπογράφουν τη συμφωνία της Τάμπαα -γνωστή ως συμφωνία του Όσλο ΙΙ- που προβλέπει την επέκταση της παλαιστινιακής αυτονομίας στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και τη διεξαγωγή παλαιστινιακών εκλογών.
Ο Γιγκάλ Αμίρ σχεδίαζε να δολοφονήσει τόσο τον Γιτζάκ Ράμπιν όσο και τον Σιμόν Πέρες για τους ρόλους τους στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με τους Παλαιστίνιους, αφού αυτές ήταν σύμφωνα με τον ίδιο, αντίθετες στον θείο νόμο. Όταν ο Πέρες και ο Ράμπιν αποχώρησαν από το βήμα, ο Αμίρ βρισκόταν στο πλήθος, αλλά σε θέση που του επέτρεπε να στοχεύσει τον Ράμπιν. Λίγο πριν ο πρωθυπουργός του Ισραήλ μπει στο αυτοκίνητό του, ο Αμίρ έβγαλε το όπλο του και τον πυροβόλησε πισώπλατα τρεις φορές.
"Δεν είχα την πρόθεση να δολοφονήσω τον Γιτζάκ Ράμπιν ως άτομο. Ήθελα να δολοφονήσω τον πρωθυπουργό και να αλλάξω την πορεία των συμφωνιών, δεν έχω τίποτα προσωπικό εναντίον του"
Τι είπε ο Αμίρ για τη δολοφονία
"Η πρόθεσή μου ήταν να τον πυροβολήσω ώστε να μην είναι πλέον ικανός για τα πρωθυπουργικά του καθήκοντα", δήλωσε ο 25χρονος στη δίκη για τη δολοφονία, τον Ιανουάριο του 1996. "Ήθελα είτε να τον αφήσω παράλυτο ή, αν δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική, να πεθάνει".
Ο Αμίρ είπε ότι είχε αποφασίσει να πυροβολήσει τον Ράμπιν μετά από τρία χρόνια ειρηνικών διαμαρτυριών που δεν είχαν εισακουσθεί. Πίστευε ότι η επιστροφή της Δυτικής Όχθης στον έλεγχο των Παλαιστινίων, καταπατούσε τον εβραϊκό νόμο. "Εγώ ενήργησα σύμφωνα με την απόφαση του «διώκτη», η οποία αναφέρεται στην Τορά", είπε, παρερμηνεύοντας έναν εβραϊκό νόμο για την αυτοάμυνα. "Δεν είχα την πρόθεση να δολοφονήσω τον Γιτζάκ Ράμπιν ως άτομο. Ήθελα να δολοφονήσω τον πρωθυπουργό και να αλλάξω την πορεία των συμφωνιών, δεν έχω τίποτα προσωπικό εναντίον του".
Ο Αμίρ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη το 1996. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους, το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ επικύρωσε την καταδίκη του.
Η επίδραση από τη δολοφονία του στην ισραηλινή κοινωνία και Πολιτική
Η εξουσία και η επιρροή του Ράμπιν τόσο στην ισραηλινή πολιτική όσο και στις καρδιές των ισραηλινών ήταν τεράστια. Ήταν περισσότερο στρατιώτης, παρά πολιτικός. Είχε αγωνιστεί στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας του Ισραήλ, ήταν ο αρχιτέκτονας της νίκης το 1967 στον Πόλεμο των Έξι Ημερών και είχε ανέλθει στην πρωθυπουργία για πρώτη φορά το 1973 μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ.
Ο Ράμπιν ήταν ένας πραγματιστής. Πάλεψε για την ειρήνη, αφού είδε ότι ήταν η μοναδική λύση, μεσολάβησε για την πρώτη συνθήκη απεμπλοκής με την Αίγυπτο και κέρδισε την πρωθυπουργία για δεύτερη φορά σε συνθήκες απόλυτης ειρήνης. Ο θάνατός του τερμάτισε τη συμφωνία του Όσλο και κατέστρεψε κάθε ελπίδα για συνέχιση της φιλειρηνικής πολιτικής.
σχόλια