«Έπρεπε να είχα μείνει στο Σουδάν και να πέθαινα εκεί με καθαρή συνείδηση την συνείδησή μου αντί να ζω σε αυτόν τον κόσμο της τιμωρίας...». Αυτά τα λόγια ανήκουν σε μια ανοικτή επιστολή που έχει γραφτεί από την κεντρική φιγούρα αυτής της ταινίας, τον Μοχάμεντ Γκαρντάγια, έναν 23χρονο Σουδανό, ο οποίος εγκατέλειψε τη ζωή του στο Νταρφούρ για να διεκδικήσει άσυλο στην Ευρώπη.
Στο βίντεο ο Γκαρντάγια περνάει από ένα αμυδρά φωτισμένο αστικό περιβάλλον σαν να καταδιώκεται από τους εφιάλτες του παρελθόντος του. Ανάμεσα στις λάμψεις του όπλου ο σκηνοθέτης Αντριέν Λάντρε επικεντρώνεται στο συναισθηματικό τραύμα και το ψυχολογικό χάος που μπορεί να στοιχειώσει τους αιτούντες άσυλο.
«Αυτή η ταινία λειτουργεί ως μια αλληγορία για την κατάσταση του προσφυγικού» εξηγεί ο γεννημένος στην Γαλλία σκηνοθέτης. «Οι ζωές των προσφύγων γίνονται ένας βρόχος, μια αιώνια επανάληψη, ένας άπειρος ίλιγγος». Μιλώντας για τον τίτλο του έργου συνεχίζει «οι ετικέτες όπως «μετανάστης» ή «πρόσφυγας» μειώνουν συστηματικά τους ανθρώπους σε μια μονολιθική ομάδα. Αρνείται κάθε έννοια της ατομικότητάς τους».
Ο Γκαρντάγια έχει αναπτύξει ένα πάθος για τις τέχνες μετά την ανακάλυψη ενός πρωτοποριακής φιλανθρωπικής ομάδας και καινοτόμου αναδυόμενου θεάτρου που συνεργάζεται με καλλιτέχνες από προσφυγικές κοινότητες σε όλο τον κόσμο ονόματι Good Luck. Σύμφωνα με τον Γκαρντάγια, ήταν μέσω υποκριτικής και γραφής που μπόρεσε να αποκτήσει μια αίσθηση αξιοπρέπειας. Με ανανεωμένο τον ζήλο του, ο Γκαρντάγια ελπίζει πως μια μέρα η γαλλική κυβέρνηση θα αναγνωρίσει ότι είναι πρόσφυγας.