Ιδιαίτερα αποκαλυπτικά τα στοιχεία τετραετούς έρευνας για την παρακολούθηση των υδάτων του Ασωπού στην Αττική.
Ένας τεράστιος αριθμός τοξικών ενώσεων, που συνδέονται άμεσα με τη βιομηχανία και τη γεωργική παραγωγή δεν καταγράφονται κατά τη συστηματική παρακολούθηση των υδάτων του Ασωπού στην Αττική.
Οι ρύποι αυτοί δε, όσο παραμένουν στο νερό ή το χώμα μεταλλάσσονται και πολλαπλασιάζονται δημιουργώντας μία άγνωστη προς το παρόν τοξικότητα για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Την ίδια ώρα τα ποσοστά του χρωμίου και του εξασθενούς χρωμίου εμφανίζονται μειωμένα σύμφωνα με τετραετή έρευνα του Εργαστηρίου Αναλυτικής Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών, που διενεργείται για λογαριασμό της Περιφέρειας Αττικής.
Το ερευνητικό πρόγραμμα
Το πρόγραμμα στη Λεκάνη του Ασωπού, με επιστημονικό υπεύθυνο τον αναπληρωτή καθηγητή Αναλυτικής Χημείας Νικόλαο Θωμαΐδη, ελέγχει, σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής, «όχι μόνο το νερό και τα ιζήματα του ποταμού, αλλά και τον υπόγειο υδροφορέα της περιοχής και το πόσιμο νερό, δηλαδή τις πηγές της Μαυροσουβάλας από τις οποίες υδροδοτείται η περιοχή του Δήμου Ωρωπού».
Με το πρόγραμμα αυτό γίνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα συστηματική παρακολούθηση όχι μόνο των «συμβατικών» ρύπων αλλά και των αναδυόμενων ρύπων, των χημικών δηλαδή που προκύπτουν από τους ανθρώπους και τη χρήση απορρυπαντικών μέχρι τη τη βιομηχανία.
Εντατική δειγματοληψία
Για την έρευνά της η ομάδα έχει επιλέξει δύο θέσεις δειγματοληψίας στον Ασωπό για νερό και ιζήματα: μία κοντά στα όρια Αττικής και Βοιωτίας και μία κοντά στις εκβολές του ποταμού. Μέχρι στιγμής έχουν συγκεντρωθεί 148 δείγματα, που καταγράφουν πάνω από 60.000 ρύπους, από τους οποίους ελέγχθηκαν συστηματικά περίπου 2.500.
Τα μηχανήματα της ομάδας κάνει καθημερινές δειγματοληψίες: τον πρώτο χρόνο, σύμφωνα με την έρευνα, πήραν μετρήσεις για έναν ολόκληρο μήνα και τα υπόλοιπα από μία εβδομάδα σε κάθε εποχή.
Παράλληλα ελήφθησαν δείγματα από δέκα σημεία (σε κατοικίες της ευρύτερης περιοχής) για το πόσιμο νερό και από δώδεκα γεωτρήσεις για τα υπόγεια νερά.
Συμπεράσματα και ανησυχία
Το πρόγραμμα, που ξεκίνησε το 2017, ολοκληρώνεται φέτος τον Σεπτέμβριο και οι ερευνητές έχουν ήδη καταλήξει στα συμπεράσματά τους σε πρώτη φάση για τον ποταμό. Θα ακολουθήσουν και εκείνα τα συμπεράσματα που έχουν προκύψει για τις γεωτρήσεις και το πόσιμο νερό.
Ο αναπλ. καθηγητής κ. Θωμαΐδης, μιλώντας στην Καθημερινή, αναφέρει χαρακτηριστικά πως «Στις μετρήσεις μας στον Ασωπό φαίνεται ότι η ρύπανση συνεχίζεται με μία σειρά από ρύπους προερχόμενους από βιομηχανική δραστηριότητα: επεξεργασία μετάλλων, υφαντουργία, βιομηχανία τροφίμων, φαρμακοβιομηχανία».
«Από τις ενώσεις που εντοπίζονται, οι πιο επικίνδυνες για την υγεία είναι εκείνες που συσσωρεύονται στο περιβάλλον και κατόπιν περνούν στην τροφική αλυσίδα και στο νερό.
Για παράδειγμα, οι υπερφθοριωμένες ενώσεις, που συνδέονται με την παραγωγή των επικαλύψεων που τοποθετούνται σε δοχεία ή σακούλες τροφίμων, με την αντικολλητική επίστρωση σε μαγειρικά σκεύη ή τα πρόσθετα σε υφάσματα, έχουν συνδεθεί από μελέτες με διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος.
Οι βενζοτριαζόλες, επίσης, που χρησιμοποιούνται ως αντιδιαβρωτικό κατά την επεξεργασία μετάλλων και εντοπίστηκαν σε μεγάλες ποσότητες στον Ασωπό, δυνητικά επηρεάζουν το οικοσύστημα – για τον άνθρωπο δεν υπάρχει επαρκής επιστημονική γνώση ακόμα».
Αντίθετα, τα επίπεδα χρωμίου και εξασθενούς χρωμίου κινούνται σε φυσιολογικά επίπεδα. «Η βιομηχανία εστίασε στο εξασθενές και στα βαρέα μέταλλα, αγνοώντας το υπόλοιπο ρυπαντικό φορτίο. Πολλά από τα χημικά που ανιχνεύουμε δεν είναι επαρκώς μελετημένα και οι διαθέσιμες τεχνολογίες δεν τα απομακρύνουν αποτελεσματικά. Πάντως, είναι δεδομένο ότι προέρχονται από τη βιομηχανική περιοχή, καθώς εντοπίζονται πιο έντονα στον σταθμό μέτρησής μας που βρίσκεται στα σύνορα της Αττικής με τη Βοιωτία».
Οι δύο πηγές ρύπων: φαρμακευτικές και φυτοφάρμακα
«Εντοπίσαμε μεγάλες ποσότητες μετφορμίνης, ένα αντιδιαβητικό φάρμακο. Με δεδομένο πως όταν η μετφορμίνη περνά από τον οργανισμό μας μεταβολίζεται και αποκτά άλλη μορφή, μπορούμε με σιγουριά να πούμε πως η ποσότητα που βρήκαμε απορρίφθηκε απευθείας στον Ασωπό, δεν προέρχεται από την κατανάλωση του φαρμάκου από τους ανθρώπους» συνεχίζει ο κ. Θωμαΐδης.
«Ομοίως, βρέθηκε μόνο στα ιζήματα ισοκοναζόλη, ένα αντιμυκητιασικό φάρμακο. Όσον αφορά τα φυτοπροστατευτικά, εντοπίσαμε ενώσεις που χρησιμοποιούνται σε ζιζανιοκτόνα (MCPA, μετολαχλόρη) και μυκητιοκτόνα. Οι ποσότητες δείχνουν κατάχρηση των φυτοφαρμάκων από τους γεωργούς. Το ενδιαφέρον είναι η εποχική διακύμανση και η εξέλιξή τους: για παράδειγμα, τον χειμώνα η μετολαχλόρη εντοπίζεται 32 φορές περισσότερο από ό,τι την άνοιξη.
Την άνοιξη ανιχνεύσαμε τον μεταβολίτη της (σ.σ. την «εξέλιξή» της), δηλαδή η μετολαχλόρη δεν εξαφανίστηκε από το έδαφος, απλά μετασχηματίστηκε». Σε μικρότερες ποσότητες εντοπίστηκαν και πολλές ουσίες οι οποίες συνδέονται με τις συνήθειές μας και τα προϊόντα ή τα φάρμακα που χρησιμοποιούμε.
Ένα από τα σταθερά μηχανήματα που λαμβάνουν δείγματα (και από τον υδροφόρο ορίζοντα) όλο το 24ωρο.
Χάρη στις συνεχείς μετρήσεις εντοπίστηκε και το περιστασιακό... «ξεφόρτωμα» χημικών ή άλλων ουσιών στον Ασωπό.
«Το ενδιαφέρον είναι ότι οι περισσότερες "διαρροές" συνδέονται με βροχοπτώσεις. Για παράδειγμα, έπειτα από μια βροχερή ημέρα εντοπίζαμε μεγάλες ποσότητες από βιοφαινόλες, δηλαδή κάποιο ελαιουργείο βρήκε ευκαιρία να πετάξει στο ποτάμι τον κατσίγαρο. Το ίδιο έχει συμβεί και με χημικά που συνδέονται με τη βιομηχανία. Δυστυχώς δεν μπορούμε να εντοπίσουμε την πηγή».
Οι επικίνδυνες αλλαγές
Επικίνδυνο είναι το ζήτημα των αλλαγών στους μεταβολίτες, σύμφωνα με τον κ. Θωμαΐδη. «Οι ενώσεις αλλάζουν περνώντας μέσα από τον ανθρώπινο οργανισμό ή μέσα από αβιωτικές διεργασίες, από την παραμονή στο περιβάλλον, λ.χ. υδροδιάλυση, φωτοδιάσπαση. Έτσι παράγονται νέες ουσίες» σημειώνει χαρακτηριστικά.
«Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί οι λ.χ. δέκα ενώσεις που περνούν σε μεγάλες ποσότητες στο περιβάλλον, πολλαπλασιάζονται με άγνωστη τοξικότητα. Μπορεί μάλιστα μια ένωση να μην είναι η ίδια τόσο τοξική, αλλά ο μεταβολίτης της να είναι τοξικότερος. Γι' αυτό είναι σημαντικό να αναλύουμε τα δείγματα με τις νέες μεθόδους, για να ανακαλύπτουμε τι κρύβεται» προσθέτει.
«Βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, η χώρα πρέπει να υποβάλει στην Ε.Ε. μια λίστα των ουσιών που εκτιμά ότι ενέχουν κίνδυνο για το περιβάλλον. Κατόπιν θα πρέπει να καταρτίσει ένα διαχειριστικό σχέδιο για να βρει τις πηγές ρύπανσης και να λάβει μέτρα, τα οποία θα ελεγχθούν. Στόχος είναι η θέσπιση ορίων και σε άλλες ουσίες, που σήμερα παραμένουν αόρατες στη νομοθεσία» σημειώνει τέλος ο κ. Θωμαϊδης.
Με πληροφορίες της Καθημερινής
σχόλια