Στη ζωή με συγκινούν πολύ περισσότερο τα πράγματα που πίνονται παρά τα πράγματα που τρώγονται.
Η πρώτη εικόνα της Αθήνας που θυμάμαι έχει να κάνει με το κρασί. Θυμάμαι τον εαυτό μου σε ηλικία τεσσάρων ετών να χαζεύει από το παράθυρο: ήταν φθινόπωρο, το απέναντι καφενοταβερνείο του κυρ Ανδρέα του Ρωμανού, που επειδή θα παραλάμβαναν μούστο βγάζανε τα βαρέλια στο δρόμο και τα έπλεναν. Μετά το πλύσιμο, κάτι εντυπωσιακοί, σωματώδεις κύριοι με μουστάκες έμπαιναν μέσα στα βαρέλια και τα έξυναν.
Η μητέρα μου ήταν χημικός οινολόγος. Όταν δεν είχε πού να μ' αφήσει, με έπαιρνε μαζί της στο Οινοποιείο του Κουρτάκη, δίπλα από εκεί που είναι τώρα το Booze Cooperativa, και από μικρή ηλικία έβλεπα πώς έφτιαχναν το χύμα κρασί της εποχής. Τα βράδια μετά τη δουλειά γύριζα μαζί της όλες τις ταβέρνες της Αθήνας για να ελέγξει την ποιότητα των κρασιών. Εκ των υστέρων συνειδητοποίησα πως η τέχνη της έμεινε μέσα μου και ίσως και να καλλιέργησε τη μετέπειτα μου αγάπη για το κρασί. Για τη μητέρα μου η οινολογία ήταν μια δουλειά, δεν μπορώ να πω πως ήταν λάτρης του κρασιού. Για μένα πρώτα ήταν αγάπη και μετά έγινε δουλειά.
Κάθε άλλο παρά χημεία είναι το κρασί στις μέρες μας. Όπως πολύ γρήγορα κατάλαβα, ευτυχώς, αν στο αμπέλι γίνει σοβαρή δουλειά με τρόπο υγιεινό -αυτό στις μέρες μας όλο εξαπλώνεται- ο ρόλος του οινολόγου είναι σχεδόν απειροελάχιστος. Καλείται μόνο να εκφράσει την πραγματικότητα του αμπελιού. Η χημεία υπάρχει στο κακό κρασί, που για να το διορθώσεις κάνεις ένα σωρό ανοσιουργήματα. Το καλό κρασί είναι ερμηνεία της φύσης.
Μέσα από το κρασί ανακαλύπτεις διαρκείς όψεις, χρώματα και ημιτόνια αυτού που αποκαλούμε ομορφιά. Και βιώνεις την έννοια της ομορφιάς· πόσο περίπλοκη, ασταθής ή και ισορροπημένη είναι. Δύσκολο και περίπλοκο πράγμα η ομορφιά. Με το κρασί είχα και έχω ποιητική σχέση. Κάτι που δεν είναι εύκολο, γιατί το κρασί είναι και εμπόρευμα. Ακόμα κι αν δεν έχεις μια ποιητική σχέση με το κρασί, είναι πολύ συναρπαστικό πράγμα η στιγμή που ανακαλύπτεις ένα ενδιαφέρον κρασί.
Ο κόσμος του κρασιού έχει πολύ συχνά κατηγορηθεί για σνομπισμό. Οι λεγόμενοι ειδικοί παίρνουν τον εαυτό τους πολύ στα σοβαρά και εκεί μπορούν να συμβούν αρκετά περίεργα. Από την άλλη, στην Ελλάδα η μετάβαση από τον πολιτισμό της χασαποταβέρνας και του κουτουκιού στις γκουρμέ καταστάσεις έγινε κάπως απότομα και βίαια και δεν δόθηκε η δυνατότητα σε πάρα πολλούς ανθρώπους -ακόμα και στους καλλιεργημένους- να δουν ότι, ανεξάρτητα από το τι πρεσβεύουν μερικοί ψηλομύτες οινολόγοι, η υπόθεση αυτή είναι πάρα πολύ σοβαρή και απολαυστική. Είναι θέμα κουλτούρας ή και έλλειψής της. Από το '50 μέχρι σήμερα κάναμε ένα τεράστιο άλμα στην κοινωνία, αλλά είναι πολύ νωρίς για να έχουμε στην Ελλάδα πλήρη συνείδηση της άλλης διάστασης που μπορούμε να έχουμε για το φαγητό και το κρασί.
Δεν μπορώ να υποδείξω στους αναγνώστες της LifO έναν εύκολο τρόπο να επιλέγουν και να παραγγέλνουν το σωστό κρασί. Δεν υπάρχει απλή μέθοδος. Χρειάζεται μελέτη και γνώση. Όπως για όλα τα πράγματα, έτσι και για τη γευσιγνωσία χρειάζεται εκπαίδευση.
Είναι δύσκολο πια να βρεις καλό χύμα κρασί, κι αυτό για δύο λόγους: αφενός γιατί με την έκρηξη της τελευταίας εικοσαετίας για τα καλά εμφιαλωμένα κρασιά η προσοχή που δίνεται στα αμπέλια και στους μούστους που πάνε για χύμα κρασί είναι πολύ μικρότερη, και αφετέρου γιατί ο κόσμος που πίνει χύμα κρασί δεν έχει εξελιχθεί και άρα δεν απαιτεί και ποιότητα.
Το σημαντικότερο κρασί που δοκίμασα στη ζωή μου ήταν Chateau Figeac 1950 (Premier Grand Cru Classe, Appellation d' Origine Controlee «Saint Emilion»). Ήταν η συγκλονιστικότερη γευσιγνωστική εμπειρία, διότι επρόκειτο για ένα μεγαλειώδες κρασί που με τον χρόνο είχε αποκτήσει φινέτσα, πολυπλοκότητα, αιθέριο χαρακτήρα, έναν πλούτο αρωματικών και γευσιγνωστικών χαρακτηριστικών, που δυστυχώς δεν μπορώ να σας τα περιγράψω με λεπτομέρεια, γιατί όλο αυτό έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια ενός επίσημου δείπνου, οπότε δεν είχα την ευκαιρία να σημειώσω τις εντυπώσεις μου. Όταν το μύρισα, είδα την απόλυτη ομορφιά. Όταν το «γύρισα» στο στόμα μου, στρώματα διάφορα, σαν αναβαθμοί πλήθους αρωμάτων και γεύσεων γέμισαν το μυαλό μου. Δοκίμασα πολλά καλά κρασιά στη ζωή μου, αλλά αυτό ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό, αιθέριο.
Όσο μπλαζέ και να σε έχουν κάνει τα ταξίδια στις τέσσερις άκρες του κόσμου και οι ατέλειωτες γευστικές δοκιμές των μεγαλύτερων κρασιών, σε όσους διεθνείς διαγωνισμούς κρασιών και να έχεις πάρει μέρος ως κριτής, τίποτα μα τίποτα δεν συγκρίνεται με την απίστευτη εμπειρία από την Anteprima της Τοσκάνης. Για δέκα συνεχόμενες μέρες του χειμώνα σκυμμένος/η σε ένα τραπέζι -βιώνοντας την τέλεια οργάνωση και το απίστευτο σέρβις- δοκιμάζεις κρασιά από το πρωί μέχρι το βράδυ. Χιλιάδες κρασιά παρελαύνουν μπροστά σου, χιλιάδες όψεις και ημιτόνια της ομορφιάς και του πλούτου του κρασιού προσφέρονται στις αισθήσεις σου· κι αν το θέλεις και αντέχεις, δοκιμάζεις, δοκιμάζεις, δοκιμάζεις, δοκιμάζεις. Δεν σε νοιάζει να δεις την πόλη και σχεδόν δεν αντιλαμβάνεσαι τη μετακίνηση από τη Φλωρεντία στο Montepulciano κι από εκεί στο Montalcino. Απίστευτο και συγκλονιστικό, εμπειρία ζωής!
Θυμάμαι ακόμα ακριβοπληρωμένο master class στο Λονδίνο για τα ποτήρια Riedel. Παρόλο που οι οιωνοί είναι πολύ παραπάνω από θετικοί (ο ίδιος ο Georg Riedel έχει έρθει από το Kufstein της Αυστρίας να παρουσιάσει το master class, η Αγγλίδα Joanna Simon-wine writer των «Times» να το σχολιάσει και μερικά από τα μεγαλύτερα κρασιά του κόσμου ως παραδείγματα), δεν έχω πλήρη αίσθηση για το τι πρόκειται να συμβεί. Κι όταν αρχίζουν οι πειραματισμοί με τα διαφορετικά ποτήρια, τα κρασιά αλλάζουν ριζικά προσωπικότητα, μένω άναυδος. Προσοχή, ο πειρασμός είναι πολύ μεγάλος - να μην καταπιώ ούτε γουλιά! Δεν είναι καθόλου, μα καθόλου επαγγελματικό!
σχόλια