Διάβασα κάπου πρόσφατα ότι σε ένα κείμενο που είχε δημοσιεύεσει o Τζόναθαν Φράνζεν τo 2002 στον «New Yorker» με τίτλο «Mr. Difficult» έκανε διαχωρισμό μεταξύ των «δύσκολων» και των «εύκολων» αναγνωστών ενός βιβλίου. Στην ουσία σημειολόγησε τους αναγνώστες που αγκαλιάζουν ελιτίστικα ένα «δυσνόητο» βιβλίο και αυτούς που αγκαλιάζουν ένα «εύκολο» ανάγνωσμα. Η θέση του Φράνζεν ήταν κάπου στη μέση. Ο άκρατος ελιτισμός είναι σχεδόν ισοδύναμος με τον ευτελή λαϊκισμό. Κανένας δεν μπορεί να πάρει μια σαφή απόφαση, αν κάποιος κερδίζει στα σημεία ή χάνει εμφανώς στο καναβάτσο. Η Δήμητρα Ματσούκα αυτό το περιέργο βράδυ έρχεται στο ελιτίστικο (στην ουσία του) Salon de Bricolage, φέρνοντας αυτό το ένα λακκάκι της (στο αριστερό μάγουλο, στο δεξί δεν το έχει) σε μια ατμόσφαιρα που μυρίζει μπαρούτι και πούρα Αβάνας. Τη θυμάμαι πολλά χρόνια πριν να ερμηνεύει τη μοιραία ενζενί γραμματέα στο «Είμαστε στον αέρα» των Θοδωρή Μανίκα και Παναγιώτη Κούστα (ίσως το μοναδικό σίριαλ της ελληνικής τηλεόρασης που γράφτηκε σε χειρόγραφα με στίγματα κίτρινης τεκίλας στα μπαρ της Αθήνας). Το άλλο (sorry για την περένθεση) ήταν τα «Μπακούρια» του Ηλία Ψινάκη, με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, σε μια αθώα εποχή που τα νούμερα της τηλεθέασης δεν ήταν τόσο σημαντικά και η Πόπη Διαμαντάκου δεν ήταν σχεδόν ο «πρόεδρος της δημοκρατίας» της ελληνικής τηλεόρασης. Είμαι εδώ με τη Δήμητρα Ματσούκα, η οποία μου μιλάει για τους Στέρεο Νόβα, για το πόσο αγαπούσε το «01» και για την αδερφή της που υπήρξε ρέιβερ στα '90s («ήμου αδερφή ρέιβερ, αντί για μάνα ρέιβερ). Και μετά σκύβει το κεφάλι, μιλάει με αυτή την αργόσυρτη φωνή, ενώ από τα ηχεία του μαγαζιού παίζουν οι Kraftwerk και oι Depecehe Mode. Η Δήμητρα Ματσούκα είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη περσόνα των ελληνικών media. Έπεσε στην παγίδα του ελληνικού lifestyle και φωτογραφήθηκε (το έχει μετανοιώσει) σε αμφιβόλου αισθητικής editorial και centerfolds, ενώ στην ουσία είχε κάτι άλλο στο μυαλό της. Μερικά χρόνια μετά, όταν η Αθήνα άλλαζε και το lifestyle πέθαινε, αποφάσισε να γυρίσει τον μύλο και να βρεθεί κάπου αλλού. Και τότε περιθωριοποιήθηκε. Και την έκραξαν ότι το γυρίζει στην κουλτούρα χάριν της καλλιτεχνικής αναγνώρισης. Δυσκολα πράγματα. H καθολική καλλιτεχνική αναγνώριση έπεσε στον ίδιο βάλτο με τις μισόγυμνες φωτογραφίσεις στα περιοδικα της συμφοράς. Και είναι κάτι που ποτέ δεν το ήθελε. Είμαστε στο Salon de Bricolage, αυτό το πρώτο members μαγαζί της πόλης, εκεί που κάποτε ήταν το Pizza Pomodoro (εκείνη η αλήστου μνήμης μετα-πιτσαρία της Βίσση, που ήταν κάτι σαν το Hard Rock meets την πλακιώτικη μπουάτ). Πέρα από το τυπικό μπαρ της υπόθεσης, στο βάθος, πίσω από μια κουρτίνα, βρίσκεται ένα μοναστηριακό τραπέζι όπου διάφοροι celebrities (ή μη) τρώνει φιλέτα μινιόν μαζί, σχεδόν αγκαζέ. Και μετά η Δήμητρα βάζει ένα κόκκινο κατσαρολάκι στο κεφάλι της και υποδύεται τον μεταμοντέρνο τσολιά, ενώ μου διηγείται ιστορίες από το Μπαλί και από το Ρίο ντε Τζανέιρο. Στον προτζέκτορα μέσα στο μαγαζί παίζει ένα φιλμ με τον Στιβ Μακουίν και ύστερα με την Ακρόπολη και η Δήμητρα είναι ανήσυχη γιατί έρχεται πρώτη φορά εδώ και θα προτιμούσε να είναι στο Galaxy της Σταδίου παρέα με συγγραφείς και διανοούμενους. Η Δήμητρα Ματσούκα ισορροπεί κάπου εκεί που λέει και ο Φράνζεν. Είναι «δυσνόητη» και «εύκολη» ταυτόχρονα. Ανήκει στην ελίτ αλλά και στον λαό. Είναι μάλλον η πιο sui generis celebrity που υπάρχει εκεί έξω. Αν και είμαι σίγουρος ότι μισεί τη λέξη celebrity. Στο πίσω μέρος του μαγαζιού την παίρνω αγκαλιά, τη σηκώνω ψηλά και τραγουδάμε μαζί το «There is a light that never goes out».
σχόλια