Pills and thrills
Από τις εμβληματικές φιγούρες της «κουμπωμένης» γενιάς του νησιού, πριν μεταφερθεί το Trainspotting στη μεγάλη οθόνη (το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1993) και τα μαγικά χαπάκια γίνουν της μόδας, ο Alex Paterson ξεκίνησε ως roadie των Killing Joke, περνώντας τις μέρες του τριπαρισμένος. Κάπου εκεί φαίνεται πως θέλησε να καλύψει ένα μουσικό κενό ή, καλύτερα, με ηλεκτρονικά μέσα τοποθέτησε στη δική του εποχή τη χρησιμότητα που είχε παλιότερα η πρώιμη δισκογραφία των Pink Floyd. Ήθελε να φτιάξει τη μουσική που ακούς φεύγοντας από το κλαμπ, τη μουσική που ακούς όταν πας με την παρέα σου σπίτι για το περιβόητο chill out. Το αριστούργημά του ήρθε από το ξεκίνημα. Το «The Orb’s adventures beyond the ultraworld» (1991, «Big Life», ****+) περικλείει όλες του τις επιρροές, ξεκινώντας από τους Kraftwerk και τους Cluster για να φτάσει στην ambient τετραλογία του Eno. Από αυτό το σημείο και μετά όλοι μιλούσαν για ambient house. Λίγο πριν το Σιάτλ σαρώσει τα πάντα, στην Αγγλία η μουσική είχε αλλάξει για τα καλά. Δύο μήνες πριν κυκλοφορήσει το ντεμπούτο των Orb είχε προηγηθεί το «Blue Lines» των Massive Attack κι έναν μήνα μετά οι Primal Scream αποτελείωναν την Generation X με το «Screamadelica». Η εμπορική επιτυχία ήρθε με τον επόμενο δίσκο, το πολύ καλό «U.F.Orb» (1992, «Big Life», ***+). Έφτασε στο Νο.1 της χώρας, αν και πιο δύσβατο από τον προκάτοχό του. Ακολούθησαν ένα σωρό ανακατατάξεις στους συμπαίχτες του Paterson, αλλά ξεχωρίζουν ο Thomas Fehlmann κι ο Youth. Ο πρώτος είναι υπεύθυνος για την techno στροφή των Orb που οδήγησε στο «Okie Dokie, It’s Τhe Orb on kompakt» κι ο δεύτερος είναι μέχρι σήμερα συνεργάτης του (ιδρυτικό μέλος των Killing Joke). Μετά τον τελικό του Champions League, που μπορείτε να δείτε στη γιγαντοοθόνη του Gagarin, θα παρουσιάσουν ένα Greatest hits σετ που, αν δεν με καλούσε το Primavera, θα παρακολουθούσα με χαμόγελο. Στο «Little fluffy clouds» δεν γίνεται να μη συγκινηθείς.
Pera Club
Πολύ πριν ο Damon Albarn ιδρύσει τη δισκογραφική Honest Jon’s, συγκεκριμένα από το 1974, υπήρχε το δισκάδικο με το ίδιο όνομα που ειδικευόταν στα παρακλάδια της τζαζ και της ρέγκε. Από την ημέρα που ξεκίνησε η ετικέτα, η ιστορία λέει πως οι ειδικοί της απέκτησαν πρόσβαση στη συλλογή της ΕΜΙ με ηχογραφήσεις 78 στροφών από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα κι έτσι ξεκίνησαν οι καλοδουλεμένες συλλογές που εστίαζαν κάθε φορά σε διαφορετικό σημείο, είτε στην Ανατολική Αφρική συνολικά είτε, πιο συγκεκριμένα, στη Βαγδάτη του ‘20. Ταυτόχρονα, σκιαγραφούν επιλεκτικά τον ήχο του σήμερα, κυκλοφορώντας τις τελευταίες δουλειές από Actress, Shackleton και Moritz von Oswald. Δεν συγκαταλέγομαι σ’ αυτούς που έχουν διάθεση να μελετήσουν (γιατί περί μελέτης πρόκειται) πώς καταλάβαιναν το μπουγκαλού οι Αφρικανοί μουσικοί πριν από 60 χρόνια, αν και σχεδόν όλη την ενήλικη ζωή μου περιτριγυρίζομαι από ανθρωπολόγους που μπορούν να σου πουν περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωοκλοπή στα βουνά της Κρήτης παρά να σου προτείνουν τη σωστή παραλία να κοιμηθείς. Επειδή, όμως, έχω μια αδυναμία στην τούρκικη κουλτούρα (πέρα από την αγάπη μου για την κιτρινόμαυρη θεά), απέκτησα χωρίς δεύτερη σκέψη την περσινή συλλογή με τις πρώιμες ηχογραφήσεις από την Ιστανμπούλ που τιτλοφορείται «To scratch your heart». Τ ο τετραπλό box set είναι υψηλής αισθητικής και συνοδεύεται από ένα αρκετά περιγραφικό κείμενο του περιεχομένου της. Αν και δεν ικανοποιήθηκα από την ποσότητα της πληροφορίας, μια κεντρική εικόνα τη σχηματίζεις και την ολοκληρώνεις, ακούγοντας τις καταπληκτικές ηχογραφήσεις. Χρονολογικά κινείται στις τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και, όπως είναι λογικό, έχει πολλές ελληνικές επιρροές (ειδικότερα στις πιο χορευτικές του στιγμές) όπως και αρμένικες, τούρκικες κοκ. Μεγάλο πλεονέκτημα η εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στο θρυλικό «Abbey Road» από τον Andy Walter, αφού καταφέρνει ταυτόχρονα να καθαρίσει τον ήχο αλλά και να διατηρήσει τον χαρακτήρα της εποχής. Συνολικά, είναι μια ανατριχιαστική δουλειά που μπορείς να αποκτήσεις σε καλή τιμή (γύρω στα 35 ευρώ), παίρνοντας μια ανάσα από τις ατελείωτες καινούργιες κυκλοφορίες.
σχόλια