Στα σκαλιά της εκκλησίας της Ζωοδόχου Πηγής. Μόλις έχει τελειώσει ο εσπερινός, στον πεζόδρομο της Μαυροκορδάτου έχει στηθεί ένα μεγάλο υπαίθριο πάρτι, η τσίκνα από τα σουβλάκια είναι παντού και τα παπαδοπαίδια έχουν μπερδευτεί με τα «άγια μούσια» της «δυτικόφερτης» ελληνικής νεολαίας. Ο Σπύρος και ο Θοδωρής είναι στην πένα. Βρίσκονται στον φυσικό τους χώρο και λίγα μόλις μέτρα μακριά από το σημείο όπου είχε γίνει το πρώτο amateur πάρτι, σε ένα σπίτι στην οδό Ζωοδόχου Πηγής.
Ήταν Δεκέμβριος του 2004. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν ακόμα νωποί, ο DJ Tiesto είχε μεταφέρει την αύρα των massive dance events στην τελετή έναρξής τους και η χώρα παραληρούσε από ευδαιμονία. Κανείς δεν φανταζόταν ότι σήμερα θα βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο: οι σταρ της πίστας να απασχολούν την επικαιρότητα επειδή είναι στο στόχαστρο του ΣΔΟΕ, η παραλιακή να είναι το συνώνυμο μιας εποχής γεμάτης από φούσκες και τα πάρτι των Amateurboyz να έχουν την ίδια δυναμική και την ίδια σκοτεινή αίγλη με τότε.
Ο Σπύρος Πλιάτσικας είναι από το Καρπενήσι και ήρθε στην Αθήνα το 1999 για να γίνει μάγειρας. Μικρός άκουγε INXS, Sisters of Mercy και Nirvana. Ο Θοδωρής Δημητρόπουλος, αντίθετα, είναι γέννημα-θρέμμα πρωτευουσιάνος. Γεννήθηκε σταΣεπόλια, πέρασε μετά από την Κηφισιά και το Περιστέρι. Μικρός άκουγε Πόλα Αμπντούλ μέχρι να πέσει στα πλοκάμια της δισκογραφικής 4AD και αυτής της ανάλαφρης νταρκίλας που την περιέβαλλε. Κανείς τους δεν πέρασε την club φάση της πόλης, είτε αυτή ονομάζεται «Άλσος», είτε +Soda, είτε Umatic, είτε «36 progressive DJs παίζουν στην Πειραιώς 256». Απλώς πήγαν στο Βερολίνο, αγόρασαν μερικούς δίσκους και όταν επέστρεψαν, ήρθαν να τους παίξουν στους φίλους τους. Μέχρι τότε ήταν απλώς ένας μάγειρας κι ένας γραφίστας.
Στην αρχή ο Σπύρος θυμάται πως δοκιμάσανε το Booze, μέχρι να πέσουν στο διαμαντάκι που ονομάζεται «Ρώσικη Ντίσκο» στην οδό Νίκης στο Σύνταγμα. «Είναι μαγκιά το να κάνεις πάρτι, αλλά όταν το ξεκινήσαμε, δεν το είχαμε σκοπό. Βρήκαμε και τη Ρώσικη που λεγόταν τότε “- 40”. Βλέπαμε και τι γινόταν στο εξωτερικό. Καταλάβαμε ότι τα πάρτι έφευγαν από τους μεγάλους χώρους και πήγαιναν στους πιο μικρούς».
Στο δεύτερο πάρτι, στη μετέπειτα Meteorit, έγινε το αδιαχώρητο. Δεν λειτούργησε μόνο το «από στόμα σε στόμα» αλλά και το μαγαζί. Ο Θοδωρής λέει πως «έπαιξε ρόλος το ότι ένιωθες τελείως απελευθερωμένος, υπήρχε εχεμύθεια, και βοήθησε πολύ και ο χώρος. Δεν ήταν χαρακτηρισμένος, γιατί ένιωθες ότι θα μπεις κάπου όπου δεν υπήρχε περίπτωση να επιστρέψεις για κανέναν άλλον λόγο. Δημιουργούσε ένα γκέτο της στιγμής, αν συνυπολογίσεις σε αυτό και την ιστορία του: στριπτιτζάδικο που το πήραν οι Ρώσοι και το έκαναν ντισκοτέκ τους». Στα «γκέτο», όμως, δεν μπαίνεις και εύκολα. Η φήμη των amateur δεν εκτοξεύτηκε απ’ όσους συμμετείχαν στα πάρτι αλλά απ’ όσους δεν κατάφερναν να συμμετέχουν.
Ο Σπύρος ισχυρίζεται πως «η “πόρτα” υπήρχε επειδή ήταν θεματικά τα πιο πολλά πάρτι. Θέλαμε να μπει στη διαδικασία ο άλλος να ντυθεί. Αυτός ήταν ο λόγος και όχι γιατί δεν μας αρέσει η φάτσα του άλλου».
Πολλά δημοσιεύματα, το ταξίδι της πληροφορίας στις διάφορες κοινότητες και κουλτούρες και η φήμη του πάρτι εκτοξεύεται. «Το θέλαμε το hype, αλλά όλα έγιναν από μόνα τους. Επίσης, δεν επιθυμούσαμε να το κρατήσουμε κρυφό, αλλά θέλαμε και ο κόσμος να είναι δικός μας. Δεν ξέραμε, επίσης, πώς να το διαχειριστούμε μιντιακά. Αρνιόμασταν συνεντεύξεις και φωτογραφίσεις. Όχι, όμως, για να δημιουργήσουμε εντύπωση, αλλά γιατί κάπως έτσι ήταν ο χαρακτήρας μας. Και από ανασφάλεια, για να προστατεύσουμε αυτό που είχαμε κάνει. Τώρα που πέρασαν τα χρόνια δεν μπορώ να καταλάβω ακριβώς τι προστατεύαμε. Βέβαια, όταν άρχισαν να σκάνε λεφτά, καταλάβαμε ότι είναι και δουλειά. Δεν μας έφαγε, όμως, η νύχτα. Κάναμε πράγματα επιλεκτικά, πήγαμε όπου υπήρχαν καλά λεφτά, αλλά δεν μπορώ να πω ότι το κυνηγήσαμε», λέει ο Θοδωρής. Μετά από κάποιον καιρό ήρθε και η κούραση. «Στη Ρώσικη γινόταν κάθε τελευταία Παρασκευή του μήνα επί δύο χρόνια. Ε, κάποια στιγμή κουραστήκαμε, μας άρεσε και το scouting στην πόλη και το σπάσαμε σε διάφορες περιοχές», συμπληρώνει ο Σπύρος. Τότε μάθαμε όλοι την πολωνική ντίσκο στην πλατεία Αμερικής, παραδεισένια σινεμά στην Πατησίων και διάφορα άλλα μέρη-σκιές της πόλης, μέχρι να καταλήξουν πέρσι στο Λάμδα στη Συγγρού. Πήγε καλά, αλλά όχι όπως θα ήθελαν. «Το Λάμδα μας ταλαιπώρησε, επειδή ήταν κάθε εβδομάδα. Ήταν κι ένας χώρος που μας βγήκε περίεργα σε σχέση με τον κόσμο. Επειδή τα πάρτι έχουν μια γκέι αισθητική, ήταν και ο χώρος γκέι, και όλο αυτό δεν δούλεψε όπως περιμέναμε», λέει ο Σπύρος και υπερτονίζει τον «μεικτό» χαρακτήρα του πάρτι. Πόσα και πόσα ζευγάρια δεν πρωτογνωρίστηκαν σε ένα amateur.
Άλλωστε, η ταμπέλα που βάζει ο Θοδωρής στη μουσική είναι «σέξι»: «Ντίσκο και φάνκι, αλλά κατά περιόδους διαμορφώνεται ανάλογα με το τι συμβαίνει στη μουσική την εκάστοτε στιγμή. Εκείνο που χαρακτηρίζει τη μουσική τη δική μας είναι ότι είναι σέξι. Η ιδέα του ήχου είναι ότι τριβόμαστε, κουνιόμαστε, γουστάρουμε».
H Παρασκευή για πολλούς είναι η καλύτερη μέρα για πάρτι, γιατί κανείς δεν βγαίνει ψυχαναγκαστικά, όπως το Σάββατο. Από αυτή την Παρασκευή, με καλεσμένο τον Tiago από την DFA Records, και για μια φορά τον μήνα τα παιδιά και η παρέα τους θα είναι στο Six D.o.g.s. Μεγαλύτερος χώρος, κεντρικός, χωρίς πόρτα και στα όρια του mainstream πια. «Διαλέξαμε το Six d.o.g.s για κάποιες πρακτικές ευκολίες που μας προσφέρει», λέει ο Σπύρος. Παράλληλα, ψάχνονται και στο εξωτερικό, αφού ήταν σε Κωνσταντινούπολη και Λονδίνο κι ετοιμάζονται για Φλωρεντία. «Η Αθήνα μου αρέσει πιο πολύ. Έχει περισσότερη ενέργεια ο κόσμος. Και δεν κλείνει ποτέ. Στο Λονδίνο, με το που ξεκίνησε να ζεσταίνεται το πάρτι, έκλεισε το μαγαζί. Εδώ, πια, υπάρχει πολύς κόσμος, το κοινό έχει μεγαλώσει χάρη στις πολλές ομάδες που υπάρχουν πλέον και είναι εκπαιδευμένο. Μπορείς να πεις ότι είναι και ένα στοιχείο του πολιτισμού μας σήμερα αυτός ο τρόπος διασκέδασης». Όσον αφορά το μεγαλύτερο απωθημένο; «Τι άλλο; Daft Punk is playing at my house», που λένε και οι LCD Soundsystem.
σχόλια