Ζυγώσανε οι γιορτές κι η πόλη ντύθηκε τα καλά της. Ποια καλά δηλαδή, «δεύτερο χέρι» και φτωχικά τα περισσότερα στολίδια, τα αστραφτερά πριν από μια δεκαετία μόλις χρώματά της ξέθωρα και από τα φωτάκια, τα μισά καμένα και τα υπόλοιπα ζήτημα να προκάνουν την Πρωτοχρονιά με τόσους λογαριασμούς ρεύματος απλήρωτους! Ένας μικρός περίπατος, εξάλλου, στο αθηναϊκό downtown επιβεβαιώνει ότι το Κοριτσάκι με τα Σπίρτα του πασίγνωστου χριστουγεννιάτικου παραμυθιού δεν ξεπαγιάζει πια στην Κοπεγχάγη του 19ου αιώνα αλλά στην Αθήνα του 21ου. Και είναι «μπάσταρδο», μισό ελληνόπουλο, μισό μεταναστάκι. Διόλου απίθανο να είναι τζάνκι, να εκδίδεται κάπου μεταξύ Βάθη και Γ' Σεπτεμβρίου –γιατί τα σπιρτόκουτα τι να φτουρήσουν–, μην πω και οροθετικό. Θα καταφέρει να τη βγάλει;
Οι τόσες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης που ανέδειξε η κρίση, από τον Άλλο Άνθρωπο, τους Γιατρούς του Κόσμου, τις δράσεις δρόμου, τα κοινωνικά παντοπωλεία, τα φροντιστήρια, τα ιατρεία, μέχρι τις εκατοντάδες συλλογικότητες που δρουν σε τοπικό ή υπερτοπικό επίπεδο –πρωτοβουλίες και δράσεις σωστό βάλσαμο σε μια κοινωνία εθισμένη επί σειρά ετών στον φιλοτομαρισμό, στα μικροσυμφέροντα και στις πελατειακές σχέσεις–, δίνουν βάσιμες ελπίδες πως ναι. Διαφορετικά, το βλέπω να βάζει οργισμένες φωτιές σαν αυτές που κάψανε το χριστουγεννιάτικο δέντρο του Συντάγματος εκείνο τον «καταραμένο» Δεκέμβριο του '08, όταν, παραμονές της μνημονιακής τρέλας, ένας έφηβος έπεφτε νεκρός από αστυνομική σφαίρα στα Εξάρχεια, σφραγίζοντας με τον δραματικότερο τρόπο το τέλος της μεταπολιτευτικής αθηναϊκής αθωότητας. Με την Αθήνα και την Ελλάδα όλη να θυμίζουν στο εξής ολοένα και περισσότερο το χριστουγεννιάτικο έλατο ενός άλλου γνωστού παραμυθιού του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν που, θαμπωμένο από την ίδια του την εφήμερη λάμψη, τιμωρήθηκε για τη ματαιοδοξία του όταν με το πέρας των γιορτών το ξεστόλισαν μεμιάς, πετώντας το έπειτα στη λήθη της σοφίτας.
#quote#
Αθήνα, βέβαια, δεν είναι μόνο μία. Υπάρχουν περιοχές προνομιούχες, όπου τα φώτα παραμένουν ολόφωτα και η πόλη μεγάλη, μαγική. Έτσι όπως τη θυμόμουν όταν μπόμπιρας κατέβαινα με τους γονείς για τα καθιερωμένα χριστουγεννιάτικα δώρα στο Μινιόν και στον Κατράντζο, ό,τι πιο σικ στα τέλη της δεκαετίας του '70, εποχή που το σύγχρονο και σαν λατέρνα πλουμιστό αναπτυξιακό παραμύθι που τόσο άδοξα μας τελείωσε φάνταζε ως το υπέρλαμπρο μέλλον. Στο Χαλάνδρι, στην Κηφισιά, στο Μαρούσι, στη Γλυφάδα αλλά και κεντρικότερα, στην Ερμού, την Αιόλου, την Τσακάλωφ, βλέπεις αυτές τις μέρες πλήθος κόσμου να κυκλοφορεί στην τρίχα, να είναι μες στην καλή χαρά και –ναι– να αγοράζει. Δεν είναι μόνο οι Αθηναίοι εκείνοι που ουσιαστικά δεν τους άγγιξε ποτέ η κρίση, που πιθανόν τους ευνόησε κιόλας, ούτε οι αενάως διαπλεκόμενοι που τείνουν, ωστόσο, να «αγανακτούν» πιο κραυγαλέα απ' όλους. Είναι κι όσοι θέλουν απλώς να ξορκίσουν ξώφαλτσα τη μιζέρια, χαζεύοντας βιτρίνες ή «χτυπώντας», στην καλύτερη, κάποιες προσφορές. Έτσι ή αλλιώς, η εικόνα παραμένει ψευδεπίγραφη – οι έμποροι υπολογίζουν ότι ο φετινός τους τζίρος μετά βίας θα φτάσει τα 7 δισ. ευρώ, 10% χαμηλότερος από την ήδη απογοητευτική περσινή χρονιά.
Και οι μεν και οι δε, άλλωστε, στην ίδια πόλη ζούμε. Με τα εκατοντάδες χιλιάδες σπίτια χωρίς ρεύμα (1,3 δισ. ευρώ υπολογίζονται τα χρέη στη ΔΕΗ πανελλαδικά), τις οκτώ στις δέκα πολυκατοικίες με κεντρική θέρμανση δίχως πετρέλαιο –συχνά επειδή η πλειονότητα αποφασίζει αρνητικά, «καταδικάζοντας» στο κρύο ή στην αναζήτηση αμφίβολων εναλλακτικών κι όσους πιθανόν να άντεχαν το έξοδο–, την αιθαλομίχλη μόνιμο πια νυχτερινό ντεκόρ, τους δεκάδες χιλιάδες άπορους, αστέγους, λάθρα βιούντες, τις σκηνές αθλιότητας που πια δεν συναντάς ούτε σε τριτοκοσμικές πρωτεύουσες, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες κάποιων δήμων αλλά και εθελοντών. Με υπηρεσίες και θεσμούς ξεχαρβαλωμένους, την ανεργία κοντά στο 30%, τον αυταρχισμό, τη βαρβαρότητα και τον κοινωνικό κανιβαλισμό αξιώματα, με τα χρέη και τους φόρους να μην παλεύονται πια, ενώ κάτι χορτάτοι, καλοβαλμένοι, τσιφούτηδες τύποι σαν τον Εμπενέζερ Σκρουτζ του άλλου δημοφιλούς χριστουγεννιάτικου μύθου κηρύττουν από καθέδρας σε ΜΜΕ και κοινωνικά δίκτυα σωφροσύνη, συμμόρφωση κι εγκράτεια. Αν υπήρχαν στ' αλήθεια καλικάντζαροι, στοιχηματίζω πως θα μοιάζανε κάπως έτσι! Και αν οι «γηγενείς», πιστοί ή μη, κάπως γίνεται και ξεγελιόμαστε με το λεγόμενο «πνεύμα των Χριστουγέννων», οι μετανάστες που δεν μοιράζονται τα πιστεύω και τα έθιμά μας δεν έχουν καν αυτή την παρηγοριά. Εκτός που είναι περισσότερο ευάλωτοι στην κρίση, εκτός που οι αντιμεταναστευτικοί νόμοι σκληραίνουν, έχουν και τον φόβο μη βρικολακιάσει ο φασιστικός εφιάλτης που εδώ, στην πόλη όπου υποτίθεται πως γεννήθηκε η δημοκρατία, ανδρώθηκε και που, μην ξεχνιόμαστε, εξακολουθεί δημοσκοπικά να συγκινεί ένα 8-10% των ψηφοφόρων. Χθες, εξάλλου, ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας του Μετανάστη (18/12), ξεκίνησε –ειρωνεία της τύχης το λες– η δίκη των δύο υπόπτων για τη δολοφονία του 27χρονου Πακιστανού εργάτη Σαχζάτ Λουκμάν τον Ιανουάριο στα Πετράλωνα, όχι δυστυχώς το μόνο αλλά το γνωστότερο ρατσιστικό έγκλημα που χρεώθηκε στη Χρυσή Αυγή.
Πόσο να το διασκεδάσεις, οπότε, ακόμα κι αν εξακολουθείς ν' ανήκεις στην αισιόδοξη, την «άσπιλη» πλευρά της πόλης, όταν οι μέρες της αφθονίας σου φαντάζουν μετρημένες κι αβέβαιες, ενώ στην παραδίπλα γειτονιά κάποιοι ονειρεύονται χούντες, κρεμάλες και Τέταρτα Ράιχ; Κι όμως, αξίζει να γιορτάσεις, έστω κι αν βρίσκεσαι στη «λάθος» μεριά ή, μάλλον, ακριβώς γι' αυτό. Γιατί αυτή η κατάσταση πραγμάτων απλώς δεν μπορεί –και δεν πρέπει– να διαιωνιστεί. Γιατί υπάρχουν σημάδια ότι αυτό ήδη συμβαίνει. Μπορεί ο παραδοσιακός κοινωνικός ιστός να έχει σε μεγάλο βαθμό καταρρεύσει, ωστόσο μέσα από όλες αυτές τις αλληλέγγυες δράσεις και τα συνειδητά ή εξ ανάγκης συλλογικά εγχειρήματα κάτι καινούργιο μοιάζει να γεννιέται, κάτι που ίσως μας ανεβάσει κομμάτι ατομικά και κοινωνικά. Λίγο το 'χεις π.χ. να μαθαίνεις απλώς και μόνο να συγκατοικείς, να συντρώς, να μοιράζεσαι, όπως δεν είχες ποτέ φανταστεί ότι θα έκανες πριν;
Υπάρχουν, άλλωστε, κι άλλοι «καλοί οιωνοί». Υπάρχει όλη αυτή η πυρετώδης παραγωγή των νέων δημιουργών μας –χορευτές, μουσικοί, φωτογράφοι αλλά και ηθοποιοί, καλλιτέχνες, street artists κ.ά.– που κάνει το Euronews και άλλα ξένα ΜΜΕ να μιλούν για «ένα νέο πολιτιστικό κύμα που σαρώνει την πρωτεύουσα κι όλη τη χώρα», δημιουργώντας αίσθηση και εκτός συνόρων. Υπάρχουν τα πρόσφατα κινηματογραφικά βραβεία στις Κάννες, ο Ρέντζο Πιάνο στο Φαληρικό Δέλτα, η υπό πεζοδρόμηση Σταδίου, τα νέα στέκια (καφέ, μπαρ, πολυχώροι, φαγάδικα κ.λπ.) που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια στο αθηναϊκό κέντρο, αλλάζοντας την όψη αλλά και την αύρα του, καθώς κι εκείνη η υγιής, χαμηλών τόνων πλην ουσιαστική επιχειρηματικότητα που συνήθως ανταμείβεται. Υπάρχει ακόμα πάντα, και ευτυχώς, όλη αυτή η ανέμελη πιτσιρικαρία που ησυχία δεν έχει και που «επανακτά» δυναμικά τους δημόσιους χώρους μιας Αθήνας ταλαίπωρης, τσαλακωμένης, που θα έμοιαζε, δίχως τη ζωηράδα της, έρημη χώρα. Τίποτα, βέβαια, δεν έχει τελειώσει, πολλά επιπλέον μένει να γίνουν, τα χειρότερα μπορεί και να έπονται, αλλά είμαστε, νομίζω, πιο έτοιμοι γι' αυτά. Καλό Δωδεκαήμερο!
σχόλια