Δεν πρόκειται για ερωτική μεσαιωνική μυθιστορία ούτε για επινοημένα πρόσωπα. Εκείνος, ο Αβελάρδος (Pierre Abélard, 1079-1142), ήταν φημισμένος στην εποχή του θεολόγος και φιλόσοφος, διευθυντής των Σχολών του Παρισιού. Πολυάριθμοι μαθητές απ’ όλες τις χώρες έρχονταν να ακούσουν τα μαθήματά του. Σήμερα θεωρείται ο πιο τολμηρός στοχαστής του 12ου αι., ανανεωτής της δυτικής θεολογίας και πρόδρομος του ορθολογισμού.
Εκείνη, η Ελοΐζα (Héloïse d’ Argenteuil, 1100-1164), ανιψιά του εκκλησιαστικού αξιωματούχου Φιλμπέρ, ήταν μια γυναίκα με σπάνια πνευματικά χαρίσματα και κλασική παιδεία για την εποχή. Λέγεται ότι ήταν 17 όταν γνώρισε τον 40χρονο, ήδη διάσημο, Αβελάρδο. Νεότερες μελέτες, ωστόσο, αμφισβητούν τη χρονολογία γέννησης της Ελοΐζας και κρίνοντας από τις σπουδές και τη διανοητική ωριμότητά της, υπολογίζουν ότι πρέπει να ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερη όταν συνδέθηκε με τον θεολόγο.
Ο έρωτάς τους ήταν παράφορος – και μοιραίος. Η σχέση τους ήταν ανάρμοστη για τη θέση τους, προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο (εκείνη έμεινε έγκυος και γέννησε, εκτός γάμου, ένα αγόρι) και μια σειρά λανθασμένων επιλογών οδήγησε στον, κατά παραγγελία του Φιλμπέρ, τιμωρητικό ευνουχισμό του Αβελάρδου. Έκτοτε και οι δύο ακολούθησαν τον μοναστικό βίο. Εκείνος αναγκαστικά, απολύτως ταπεινωμένος, αλλά αποφασισμένος να αφιερωθεί πλέον αποκλειστικά στην πνευματική του τελείωση. Εκείνη εξίσου αναγκαστικά, αλλά παραμένοντας απολύτως αφοσιωμένη στον έρωτά του. Μετά από 12 χρόνια αντάλλαξαν 2+2 επιστολές προσωπικού περιεχομένου και στις δικές της φαίνεται ότι ζούσε διπλή ζωή: φαντασιακά παρέμενε η γεμάτη πάθος ερωμένη του Αβελάρδου, όντας υποδειγματική ηγουμένη σε ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων.
Ακόμα και σήμερα εντυπωσιάζει η τόλμη με την οποία διατυπώνει η Ελοΐζα το πάθος της, όταν του γράφει: «Οι ηδονές που δοκιμάσαμε μαζί ως εραστές ήταν τόσο γλυκές που δεν μπορώ ούτε να καταφερθώ εναντίον τους, ούτε να τις σβήσω από τη θύμησή μου χωρίς κόπο. Όπου και να στραφώ τις έχω μπροστά στα μάτια μου, μαζί με τους πόθους που τις συνοδεύουν. Η ψευδαίσθησή τους με κυνηγά ακόμη και στον ύπνο μου, ακόμα και κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας […]».
Πώς βρέθηκαν στον δρόμο του Γιάννη Καλαβριανού ο Αβελάρδος και η Ελοΐζα; Περιδιάβαινε πριν από 4 χρόνια στο νεκροταφείο του Περ Λασέζ (Père Lachaise) στο Παρίσι και πέφτει πάνω σ’ έναν τάφο γεμάτο λουλούδια, κουκλάκια, σημειώματα και γράμματα αφημένα πάνω του. Κοιτάζει και βλέπει δύο ονόματα: «Αbélard et Héloïse».
«Επιστρέφοντας, ψάχνω την ιστορία τους και παθαίνω σοκ. Κόλλησα. Πώς μπορούσαν άλλοτε οι άνθρωποι να αγαπούν τόσο δυνατά, να αφοσιώνονται, να θυσιάζονται για τον έρωτα; Πώς λειτουργούσε τότε ο χρόνος στον έρωτα; Αν σκεφτείς ότι σήμερα καθυστερεί να έρθει ένα μήνυμα και τρελαινόμαστε, διαβάζοντας τέτοιες ιστορίες απορείς. Σήμερα όλα συμβαίνουν γρήγορα, είναι μικρής διάρκειας, η αφοσίωση είναι άγνωστη λέξη. Διάβασα, λοιπόν, μελέτες, την αλληλογραφία τους, έργα που έχουν γραφτεί για τα δύο πρόσωπα κι έγραψα ένα θεατρικό κείμενο που τρέχει την ιστορία τους από την αρχή μέχρι και τον θάνατο της Ελοΐζας. Είχα κάνει πρόταση πέρσι στο Φεστιβάλ Αθηνών, αλλά δεν βόλευε κι έτσι θα παρουσιαστεί φέτος» λέει ο Γιάννης Καλαβριανός, ιθύνων νους της ομάδας Sforaris και σκηνοθέτης της παράστασης Αβελάρδος και Ελοΐζα.
Τη σκηνική αφήγηση έχουν αναλάβει η Ελένη Κοκκίδου, ο Γιώργος Γλάστρας και η Χριστίνα Μαξούρη. «Η πρώτη είναι ένα ον ποιητικό που αρχίζει την αφήγηση της ερωτικής ιστορίας του Αβελάρδου και της Ελοΐζας στην προσπάθειά της να ξεπεράσει μια δική της απώλεια. Λέει ότι μια καρδιά που έχει πληγωθεί κάνει τα πάντα για να ξαναβρεί τη γαλήνη της, περνάει από όλη την γκάμα των συναισθημάτων προκειμένου να επιστρέψει στην αρχική κατάσταση της ηρεμίας. Αυτή ενοποιεί τις 45 εικόνες του έργου – κάποτε γίνεται και η ίδια Ελοΐζας σε ώριμη ηλικία. Το ζευγάρι έχει μια σκέψη πολύ σύγχρονη κι αν αφαιρέσεις το ιστορικό πλαίσιο της ιστορίας, θα μπορούσαν να είναι σημερινοί άνθρωποι. Θίγονται (αλλά εξ ανάγκης δεν αναπτύσσονται) πολλά από τα σημαντικά ζητήματα που προέκυψαν από την πνευματική αναζήτηση και τον έρωτά τους – σχετικά με το Θεό, την αμαρτία, την ηθική της Εκκλησίας και των ανθρώπων. Εννοείται πως δεν επιδιώκω να αναβιώσω την εποχή, τον βαθύ Μεσαίωνα. Η παράσταση θα είναι στημένη έτσι ώστε το κοινό σα να κρυφοβλέπει από τα πλάγια στο εσωτερικό μιας εκκλησίας. Η σκηνογραφία (Εύα Μανιδάκη) αξιοποιεί και τις δυνατότητες του video-mapping (Στάθης Μήτσιος) που παίρνει τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του χώρου, της σκηνής εν προκειμένω, και με βίντεο που προβάλλονται πάνω τους πειράζει την εικόνα τους (ανοίγουν πόρτες, γκρεμίζονται τοίχοι και παράθυρα, κουνιέται η στέγη κ.ο.κ.)» εξηγεί ο σκηνοθέτης.
Εκτός από τους τρεις ηθοποιούς, υπάρχει κι ένας Χορός από 13 ερασιτέχνες, εργαζόμενους (διαφορετικών θέσεων και ειδικοτήτων) της Τράπεζας Πειραιώς –της θεατρικής ομάδας του Μορφωτικού Ιδρύματος της Τράπεζας–, που θα υποδυθούν πρόσωπα που συνάντησαν οι δύο εραστές στην πολυτάραχη ζωή τους.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Eταιρεία Θεάτρου Sforaris - Γιάννης Καλαβριανός
Αβελάρδος και Ελοΐζα
1-2 Ιουνίου Πειραιώς 260, Χώρος Δ
Ιδέα - Κείμενο - Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Εικονικό περιβάλλον, video mapping: Στάθης Μήτσιος
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Χορογραφίες: Χρήστος Παπαδόπουλος
Ερμηνεύουν: Γιώργος Γλάστρας, Ελένη Κοκκίδου, Χριστίνα Μαξούρη, και η θεατρική ομάδα του ΠΟ.Κ.Ε.ΑΤΕ.Π
σχόλια