ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007. Είκοσι οκτώ ετών. Δεν ήμουν στην Αθήνα, αλλά δεν έχασα την ευκαιρία να ταξιδέψω άρον-άρον από την Κύπρο, ώστε να μη χάσω άλλο ένα από αυτά τα πάρτι για τα οποία βούιζε όλη η πόλη. Θα ήταν η πρώτη φορά και όχι η τελευταία.
Νίκης 11, Ρωσική Ντίσκο Meteorit
Κατεβαίνοντας τις σκάλες, συναντώ οικεία πρόσωπα από τα παλιά, πρόσωπα άγνωστα να μου χαμογελάνε, πρόσωπα όμορφα με μια ανεπιτήδευτη θέρμη και ζωντάνια. Οι ρυθμοί ηλεκτρισμένοι, απειθάρχητοι, διασταυρώνονται με μια ερωτική αισθητική ένταση που αναμοχλεύει τα σώματα των θαμώνων. Όλοι χορεύουν, όλοι κοιτάζονται, όλοι αγγίζονται χάριν αυτής της υπερδιέγερσης.
Φλερτ. Ωραίο φλερτ, ακόμα και εάν δεν οδηγούσε πουθενά. Σιγά που δεν οδηγούσε. Θυμάμαι εκείνο το βράδυ με τόση αγάπη και νοσταλγία. Το έχω χαράξει έτσι στη μνήμη μου πιο πολύ μέσα από την ενέργεια και τις προθέσεις των ανθρώπων. Κανένας μόνος, κανένας απαρατήρητος.
Επίτρεψέ μου να αναφερθώ, έστω μια φορά, στο όνομά του. Για μένα η φιγούρα του, αυτή η ενέργεια, η ψιλόλιγνη όμορφη κορμοστασιά και αυτό το πλατύ χαμόγελό του ήταν σήμα κατατεθέν αυτών των στιγμών. Ο Παναγιώτης ήταν από τους πρώτους που θα σε υποδέχονταν. Και εάν δεν τον γνώριζες, θα ήταν ο πρώτος που θα σου έκανε εντύπωση μάλλον.
Με θυμάμαι να φεύγω από τη ρωσική ντίσκο στις έξι το πρωί. Ποτέ μόνη. Με καινούργιους και παλιούς φίλους πάντα και με συναισθήματα που δεν έχουν αναβιώσει από τότε.
Ο Θοδωρής και ο Σπύρος πίσω από τα decks μιξάρουν back to back, τα σώματα ακολουθούν τον ρυθμό, αυτό το άγνωστο πλάσμα μόλις σε άγγιξε προσκαλώντας σε να χορέψετε. Καμία ενόχληση, χωρίς δεύτερη σκέψη ακολουθείς. Δεν πλανάται στον χώρο κανένα άβολο συναίσθημα. Είναι όλοι εκεί για να χορέψουν, να δουν καλούς φίλους, να αγαπηθούν ξανά από την αρχή. Θέλουν να σε γνωρίσουν, εάν η παρουσία σου τους κινήσει το ενδιαφέρον ή, έστω, μια περιέργεια. Σε πλησιάζουν και τότε ξεκινάει μια φιλία που θα κρατήσει για χρόνια.
Κάπως έτσι συστήθηκα με αγαπημένα πλάσματα που εξακολουθώ να κρατώ σφιχτά στη ζωή μου. Οι διοργανωτές είχαν ένα μαγικό άγγιγμα σε όλο αυτό που συνέβαινε, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Οι χορευτικές φιγούρες ανάμεσα σε φούξια και μπλε φωτισμό ήταν ιδανικές για να πάρεις μια γεύση από μια χρονική περίοδο που δεν πρόλαβες.
Οι μέρες της ντίσκο αισθητικής, λοιπόν, αναβίωναν σε έναν καλαίσθητο υπόγειο χώρο, με φωτορρυθμικά και καθρέφτες που θόλωναν από τις ακούραστες ανάσες μας. Και όλα αυτά χωρίς καμία αρνητική ένταση. Σημειώνω αυτήν τη σημαντική λεπτομέρεια, γιατί ο χώρος ήταν πολύ μικρός, ώστε να υπάρχει άνεση στην κίνηση με τόση κοσμοσυρροή. Όλο και κάποιος θα σκόνταφτε με το ποτό του πάνω σου, θα σε έσπρωχνε, θα σε πατούσε.
Χορεύαμε ασταμάτητα μέχρι το πρωί. Αγκαλιαζόμασταν μέχρι το πρωί. Με θυμάμαι να φεύγω από τη ρωσική ντίσκο στις έξι το πρωί. Ποτέ μόνη. Με καινούργιους και παλιούς φίλους πάντα και με συναισθήματα που δεν έχουν αναβιώσει από τότε. Αισθάνομαι ότι οι περισσότεροι που έζησαν αυτά τα πάρτι θα αισθάνονται κάπως έτσι. Ίσως να νοσταλγούν κι αυτοί, ιδιαίτερα αυτή την εποχή, εκείνη τη μορφή διασκέδασης. Την προετοιμασία, την είσοδο, την κορύφωση, τον ρυθμό και την ένταση μιας ακαταμάχητα ερωτικής και άγρυπνης Αθήνας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια