Για το ενδεχόμενο να γεμίσει Μπέπε Γκρίλο όλη η νότια Ευρώπη, αν δεν αλλάξει γραμμή η Γερμανία, προειδοποιεί ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν σε άρθρο του στους New York Times. Ο Κρούγκμαν, απαντώντας και σε όσους βλέπουν την επιστροφή Μπερλουσκόνι και την ανάδειξη Γκρίλο με απορία, καταλήγει ως εξής: «Ο λόγος για τον οποίον συμβαίνει αυτό είναι επειδή οι ευυπόληπτοι Ευρωπαίοι δεν παραδέχονται ότι οι πολιτικές που έχουν επιβάλει στους δανειζόμενους είναι μια καταστροφική αποτυχία. Αν δεν αλλάξει αυτό, οι εκλογές στην Ιταλία θα είναι απλώς μια πρόγευση της επικίνδυνης ριζοσπαστικοποίησης που έρχεται.»
Όλο το άρθρο του οικονομολόγου, όπως δημοσιεύεται στο Βήμα:
«Πριν από δύο μήνες, όταν ο Μάριο Μόντι παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία της Ιταλίας, ο Economist έγραψε ότι «η ερχόμενη προεκλογική εκστρατεία θα δείξει, πάνω από όλα, πόσο ώριμοι και ρεαλιστές είναι οι Ιταλοί ψηφοφόροι». Η ώριμη, ρεαλιστική επιλογή, θα πρέπει να υποθέσουμε, θα ήταν η επιστροφή του Μόντι - τον οποίον στην πραγματικότητα επέβαλαν στην Ιταλία οι δανειστές της - στην πρωθυπουργία, αυτή τη φορά με την λαϊκή εντολή.
Ε λοιπόν, τα πράγματα δεν είναι καλά. Το κόμμα του Μόντι είναι τέταρτο, πίσω όχι μόνο από τον αστείο Μπερλουσκόνι αλλά και από τον κωμικό ηθοποιό Μπέπε Γκρίλο, το ασυνάρτητο πρόγραμμα του οποίου δεν τον εμπόδισε να γίνει μια ισχυρή πολιτική δύναμη.
Είναι μια έκτακτη κατάσταση, που έχει προκαλέσει πολλά σχόλια για την ιταλική πολιτική κουλτούρα. Αλλά χωρίς να προσπαθώ να υπερασπιστώ την πολιτική του «μπούνγκα μπούνγκα», ας κάνω το προφανές ερώτημα: τί καλό έχει πετύχει ακριβώς στην Ιταλία, ή στο σύνολο της Ευρώπης, αυτό που περνάει σήμερα για ώριμος ρεαλισμός;
Διότι ο Μόντι ήταν στην πραγματικότητα ο ανθύπατος που επιβλήθηκε από την Γερμανία για να εφαρμόσει την δημοσιονομική λιτότητα σε μια ήδη πάσχουσα οικονομία. Η προθυμία για την εφαρμογή μιας λιτότητας άνευ ορίων είναι ο ορισμός της ευυποληψίας στους ευρωπαϊκούς πολιτικούς κύκλους. Και δεν θα πείραζε, αν είχαν πράγματι αποτελέσματα οι πολιτικές της λιτότητας - αλλά δεν έχουν. Και αντί να φαίνονται ώριμοι ή ρεαλιστές, οι υπέρμαχοι της λιτότητας ακούγονται όλο και πιο νευρικοί και παραληρηματικοί.
Η σχέση ανάμεσα στη λιτότητα και την ύφεση είναι τόσο εμφανής, που το ΔΝΤ, με ένα εντυπωσιακό mea culpa, ομολόγησε ότι είχε υποτιμήσει την ζημιά που θα έκανε η λιτότητα.
Με δεδομένα όλα αυτά, θα περίμενε κανείς κάποια αναθεώρηση και ενδοσκόπηση από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, κάποιους υπαινιγμούς ευελιξίας. Αντί αυτών, όμως, οι ανώτατοι αξιωματούχοι επιμένουν ακόμη περισσότερο ότι η λιτότητα είναι ο μόνος αληθινός δρόμος.
Οι παρατηρητές στο εξωτερικό ήταν τρομοκρατημένοι για τις εκλογές στην Ιταλία, και δικαίως: ακόμη και αν δεν έγινε πραγματικότητα ο εφιάλτης της επιστροφής του Μπερλουσκόνι στην εξουσία, τα μεγάλα ποσοστά του Μπερλουσκόνι, ή του Γκρίλο, ή και των δύο, μπορούν να αποσταθεροποιήσουν όχι μόνο την Ιταλία αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη.
Αλλά θυμηθείτε: η Ιταλία δεν είναι μοναδική περίπτωση. Ανυπόληπτοι πολιτικοί βρίσκονται σε άνοδο σε όλη την Νότια Ευρώπη. Και ο λόγος για τον οποίον συμβαίνει αυτό είναι επειδή οι ευυπόληπτοι Ευρωπαίοι δεν παραδέχονται ότι οι πολιτικές που έχουν επιβάλει στους δανειζόμενους είναι μια καταστροφική αποτυχία. Αν δεν αλλάξει αυτό, οι εκλογές στην Ιταλία θα είναι απλώς μια πρόγευση της επικίνδυνης ριζοσπαστικοποίησης που έρχεται.»