Ο Γιάννης Χουβαρδάς επιστρέφει στο Θέατρο Τέχνης μετά τους «Παλιούς καιρούς» του Πίντερ και ανεβάζει την «Παρεξήγηση» από τις 3 Φεβρουαρίου στη σκηνή της Φρυνίχου, ενώ στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ξεκίνησαν μόλις «Οι Δίκαιοι» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Γιαννοπούλου και οι παραστάσεις θα διαρκέσουν μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου 2023.
Η τρίτη παράσταση με τίτλο «Μερσώ», βασισμένη στον «Ξένο», κάνει πρεμιέρα στις 30 Ιανουαρίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης σε σκηνοθεσία Ελένης Παππά, απόφοιτης του πρώτου τμήματος σκηνοθεσίας του Εθνικού Θεάτρου.
Η «Παρεξήγηση» γράφτηκε από τον Αλμπέρ Καμύ το 1944. Πρόκειται για ένα έργο δομημένο κατά τους αριστοτελικούς κανόνες της τραγωδίας, που οι ρίζες της πλοκής του εντοπίζονται τόσο στην κλασική όσο και στη βιβλική παράδοση.
Ο Καμύ αποδίδει την έμπνευσή του σε μια είδηση που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ηχώ του Αλγερίου το 1935. Βρίσκουμε ήδη στο μυθιστόρημά του «Ο Ξένος» τη νύξη σε αυτό το γεγονός: «Μεταξύ του αχυρένιου στρώματός μου και της σανίδας του κρεβατιού είχα βρει ένα παλιό άρθρο από μια εφημερίδα... αφορούσε μια πραγματική είδηση… αλλά και τη βιβλική παραβολή του άσωτου γιου που τον σκότωσε η οικογένειά του».
Στην ιστορία του ένας γιος επιστρέφει μετά από 20 χρόνια οικειοθελούς εξορίας στην Αφρική στην πατρίδα του, κάπου στην κεντρική Ευρώπη, για να βρει ξανά τη μητέρα και την αδερφή του. Έρχεται με τη νεαρή γυναίκα του, αποφασίζοντας να μην ανακοινώσει εξ αρχής την πραγματική του ταυτότητα. Απόφαση μοιραία, γιατί οι δύο γυναίκες, που διατηρούν ένα μοναχικό πανδοχείο, ληστεύουν και δολοφονούν τους καλεσμένους τους προσπαθώντας να επιβιώσουν αλλά και με την ελπίδα να αφήσουν πίσω τον τόπο τους και να εγκατασταθούν κάπου «μπροστά στη θάλασσα», σε μια χώρα όπου «ο ήλιος καταβροχθίζει τα πάντα».
«Εάν ο άνθρωπος θέλει να αναγνωρίζεται, πρέπει απλά να λέει ποιος είναι. Αν σιωπά ή ψεύδεται, πεθαίνει μόνος και το σύμπαν γύρω του βουλιάζει στη δυστυχία. Αν, αντιθέτως, μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, χωρίς αμφιβολία και πάλι θα πεθάνει, αλλά αφού θα έχει βοηθήσει τους άλλους και τον εαυτό του να ζήσουν», γράφει ο συγγραφέας με αφορμή την «Παρεξήγηση».
Το θέματα που αναδεικνύει το κείμενο παραμένουν και σήμερα επίκαιρα σε μια εποχή διαθλασμένης επικοινωνίας και παραμορφωμένης πληροφόρησης. Τα συναισθήματα του εγκλωβισμού και της απομόνωσης μέσα σε έναν απρόσωπο, ψηφιακό κόσμο, ο πόθος για μια αληθινή ζωή που βρίσκεται κάπου αλλού, η αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό, το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα σ’ ένα αδιάφορο σύμπαν, η αδυναμία επικοινωνίας ανάμεσα στους πιο κοντινούς μεταξύ τους ανθρώπους –τα μέλη μιας οικογένειας– που φτάνει εδώ στην απόλυτα τραγική της συνέπεια, τον θάνατο.
Πέντε χρόνια μετά την «Παρεξήγηση», το 1949, ο Καμύ γράφει το πεντάπρακτο θεατρικό «Οι Δίκαιοι» που τοποθετείται στο 1906 και επικεντρώνεται στη δράση μιας μικρής ομάδας σοσιαλεπαναστατών στην τσαρική Ρωσία, αντιτάσσοντας στον μηδενισμό που καλύπτει την Ευρώπη, από την εποχή του μέχρι και σήμερα, την ευαισθησία των Δίκαιων. «Δεν είμαστε για τούτον τον κόσμο, είμαστε Δίκαιοι. Υπάρχει κάποια ζεστασιά που δεν είναι για μας. Α, λίγη συμπόνοια για τους Δίκαιους» γράφει.
Τέσσερις επαναστάτες ετοιμάζονται να δολοφονήσουν με εκρηκτικό μηχανισμό τον Μεγάλο Δούκα Σεργκέι. Τη στιγμή όμως της απόπειρας, ο επιφορτισμένος με την εκτέλεση του σχεδίου Ιβάν Καλιάγιεφ υπαναχωρεί, μια και στην άμαξα μαζί με τον Δούκα επιβαίνουν δύο παιδιά. Με αφορμή τη ματαιωμένη δολοφονική επίθεση ξεσπά διαμάχη ανάμεσα στα μέλη της οργάνωσης γύρω από τα καίρια ζητήματα της βίας, της ηθικής και της ευθύνης.
Οι επαναστάτες του Καμύ, εγκλωβισμένοι ανάμεσα στον θάνατο και τον έρωτα, ανάμεσα στη θέληση για ζωή και την απαίτηση για δικαιοσύνη, αναδεικνύουν τις συνέπειες του παραλόγου της κοινωνικής και πολιτικής ύπαρξης.
Μπορεί ένας δίκαιος σκοπός να επιτευχθεί με άδικα μέσα; Μπορεί κανείς να αποφασίσει ποιος δικαιούται να ζήσει και ποιος όχι; Ο Καμύ ανατέμνει τη σχέση της Επανάστασης με τα υψηλά ιδανικά και τις αξίες, μέσα από ένα μοναδικής πυκνότητας έργο, φέρνοντας σε πρώτο πλάνο συγκρούσεις χαρακτήρων, ηθικά διλήμματα για το δικαίωμα στη ζωή και πόσο μπορεί να γίνει θυσία στον βωμό της δικαιοσύνης.
Το 1942 ο Καμύ έγραψε το πιο διάσημο ίσως έργο του, τον «Ξένο», αποτυπώνοντας το λογοτεχνικό αντίστοιχο των ιδεών του περί παραλόγου.
Ο θάνατος, ο ήλιος, η μητέρα, η απομόνωση, ο χρόνος και η δικαιοσύνη διατρέχουν θεματικά το έργο διαμέσου ενός από τους γοητευτικότερους αντιήρωες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, του Μερσώ, ήρωα της παράστασης.
Ένας απλός υπάλληλος του οποίου η μητέρα πεθαίνει σε ένα γηροκομείο ταξιδεύει για να πάει στην κηδεία, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν κλαίει. Αργότερα, προβαίνει σ’ ένα αναίτιο έγκλημα σε μια παραλία στο Αλγέρι. Δικάζεται σιωπηλός από μια κοινωνία νάρκισσο. Εν μέσω μιας παράλογης δίκης συντελείται μια δημόσια «αυτοκτονία» ενός ανθρώπου που άνοιξε την αγκαλιά του στην «τρυφερή αδιαφορία του κόσμου».
«Ποιος από εμάς μπορεί πράγματι να είναι προσωπικός σε έναν κόσμο που αδημονεί να κατασπαράξει οποιονδήποτε "δεν παίζει το ίδιο παιχνίδι"; Σε έναν κόσμο που ευνοεί τους προνομιούχους; Ποιος από εμάς αντέχει να πορεύεται μόνο με τις αλήθειες του; Ίσως μόνο ο Μερσώ. Η μοναχική και αδιόρατη επανάστασή του θα μπορούσε να ενσαρκώνει σε μεγάλο βαθμό τη θέση του συγγραφέα "Εξεγείρομαι, άρα υπάρχουμε". Διότι αν προσπεράσουμε σήμερα τον παραλογισμό του κόσμου, τότε θα τον προσπερνούμε πάντα» σημειώνει η σκηνοθέτις της παράστασης.
Πληροφορίες για την παράσταση «Παρεξήγηση» εδώ
Πληροφορίες για την παράσταση «Οι Δίκαιοι» εδώ
Πληροφορίες για την παράσταση «Μερσώ» εδώ