O πίνακας «Salvator Mundi» του Ντα Βίντσι παραλίγο να διαταράξει τις πολιτικές σχέσεις Σαουδικής Αραβίας - Γαλλίας όταν δεν εκτέθηκε στην έκθεση για τα 500 χρόνια του Λεονάρντο Ντα Βίντσι στο Λούβρο το 2019 ως «η αρσενική Μόνα Λίζα», δεν μπήκε στον κατάλογο της έκθεσης, και εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Πολλά σενάρια εξυφάνθηκαν όταν δεν εκτέθηκε ούτε στο Λούβρο Αμπού Ντάμπι, μαζί με άλλα τριακόσια έργα προερχόμενα από το Λούβρο, που υποτίθεται τοποθετούσαν τη Σαουδική Αραβία «στο κάδρο» του κόσμου της τέχνης και σε ένα πλαίσιο νεωτερικότητας.
Ας πιάσουμε την ιστορία από την αρχή: Στις 15 Νοεμβρίου 2017 στον οίκο Christie's στη Νέα Υόρκη δημοπρατείται το «Salvator Mundi» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Είναι το πιο πολυσυζητημένο έργο της δημοπρασίας και το πιο αμφιλεγόμενο, με μερικούς ειδικούς να αμφισβητούν τη γνησιότητά του. Τα περί καταγωγής του πίνακα ήταν γνωστά. Ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του ήταν ο Ρώσος δισεκατομμυριούχος Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ, που είχε πληρώσει 127,5 εκατομμύρια δολάρια για τον πίνακα το 2013 και στη συνέχεια μπλέχτηκε σε μια πολυετή διαμάχη με τον έμπορο που του τον πούλησε σε αυτή την υψηλή τιμή.
Οι ανώνυμοι πλειοδότες ήταν ο ηγεμόνας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Μοχάμεντ Μπιν Ζαγέντ, η βασιλική οικογένεια του Κατάρ, ο διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και ο Μπάντερ μπιν Αμπντουλάχ μπεν Μοχάμεντ, ένας άγνωστος πρίγκιπας, επιχειρηματίας και πολιτικός, σήμερα υπουργός Πολιτισμού της Σαουδικής Αραβίας, που είναι τελικά ο μυστηριώδης αγοραστής του πίνακα του Λεονάρντο ντα Βίντσι.
Το ότι ένας πίνακας που απεικονίζει τον Χριστό, ένα θρησκευτικό σύμβολο του χριστιανισμού, θα προκαλούσε τόση ένταση ανάμεσα σε μουσουλμάνους, που θεωρούν τον Ιησού απλώς προφήτη, διακινδυνεύοντας να προσβάλουν τις θρησκευτικές ευαισθησίες των μουσουλμάνων συμπατριωτών τους, είναι σχεδόν ακατανόητο.
Όμως, όπως συμβαίνει στα παραμύθια, οι καυχησιάρηδες πρίγκιπες που ανταγωνίζονται μεταξύ τους σαν κοκόρια έπεσαν στην παγίδα που έστησαν για να μην αποκτήσει τον πίνακα το Κατάρ. Ο ανταγωνισμός μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και των ΗΑΕ ήταν απτός και σύμφωνα με μια πηγή προσκείμενη στον ηγέτη των Εμιράτων, που μίλησε στην «Daily Mail», ο ανταγωνισμός κλιμακώθηκε επειδή κάθε πλευρά νόμιζε ότι ανταγωνιζόταν τους Καταριανούς και ήταν αποφασισμένη να μην τους αφήσει να κερδίσουν. Άλλες πηγές λένε ότι η εντολή στους πληρεξούσιούς τους ήταν: «Μπορείς να φτάσεις όσο ψηλά θέλεις. Απλά φρόντισε να το αποκτήσεις». Και αυτή η εντολή εκτίναξε τις τιμές της δημοπρασίας, σε μια πρωτοφανή κούρσα εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Όταν ο πλειστηριασμός άνοιξε στις 15 Νοεμβρίου, ο πρίγκιπας Μπάντερ συμμετείχε τηλεφωνικά. Τουλάχιστον τρεις άλλοι ανώνυμοι πλειοδότες διαγκωνίζονταν μέσω εκπροσώπων στην αίθουσα. Μεγάλοι έμποροι και συλλέκτες από όλο τον κόσμο της τέχνης είχαν συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσουν.
Η προσφορά άνοιξε με 100 εκατομμύρια δολάρια από έναν άγνωστο συλλέκτη. Σε πολύ λίγο οι τιμές άρχισαν να εκτινάσσονται, με αυξήσεις των 10 εκατομμυρίων δολαρίων, και σχεδόν αμέσως έφτασαν τα 225 εκατομμύρια δολάρια, ξεπερνώντας κατά πολύ το προηγούμενο ρεκόρ πώλησης σε δημοπρασία: τα 179,4 εκατομμύρια δολάρια που καταβλήθηκαν για τις «Γυναίκες από το Αλγέρι» του Πικάσο στον οίκο Christie's το 2015.
Σε λιγότερο από δυο λεπτά η τιμή ανέβηκε στα 260 εκατομμύρια δολάρια. Στη συνέχεια, έμειναν μόνο δύο ανώνυμοι πλειοδότες, ο πρίγκιπας Μπάντερ και άλλος ένας. Όταν η προσφορά έφτασε τα 330 εκατομμύρια δολάρια, ο Μπάντερ, σε μια αίθουσα που κρατούσε την ανάσα της παρακολουθώντας κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά, άρχισε να ανεβάζει την τιμή, έφτασε στα 350 εκατομμύρια δολάρια και περίπου 19 λεπτά μετά την έναρξη της δημοπρασίας στα 400 εκατομμύρια δολάρια. Η τελική τιμή των 450 εκατομμυρίων δολαρίων περιλαμβάνει πρόσθετες χρεώσεις που καταβάλλονται από τον αγοραστή.
Μεγάλοι έμποροι και συλλέκτες από όλο τον κόσμο έγιναν μάρτυρες αυτής της ιστορικής στιγμής στον οίκο Christie's. Η τιμή έφτασε τόσο ψηλά που ενώ αρχικά ο πρίγκιπας είχε πει στους Christie's ότι σκόπευε να πληρώσει εφάπαξ μετά την ολοκλήρωση της πώλησης, τελικά καταρτίστηκε σύμβαση που καθόριζε την πληρωμή σε έξι μηνιαίες δόσεις.
Μπορεί οι δημοπρασίες να ανεβάζουν την αδρεναλίνη και να μοιάζουν με ταινίες δράσης, αυτή όμως η τόσο υψηλή προσφορά, μια viral πώληση, έκανε τους ερευνητές δημοσιογράφους να αρχίσουν να ψάχνουν, αφού το επίπεδο της προσφοράς έμοιαζε σχεδόν ακατανόητο. Ποιος ήταν ο αγοραστής;
Ένας μυστηριώδης άγνωστος πρίγκιπας
Ο Μπάντερ είναι ένας ελάχιστα γνωστός Σαουδάραβας πρίγκιπας από έναν απομακρυσμένο κλάδο της βασιλικής οικογένειας, χωρίς ιστορία σημαντικού συλλέκτη έργων τέχνης. Η πηγή του μεγάλου πλούτου του δεν είναι γνωστή.
Η έρευνα των «New York Times» συνδέει ένα από τα πιο σαγηνευτικά μυστήρια του κόσμου της τέχνης με τις ίντριγκες των παλατιών στη Σαουδική Αραβία που συγκλονίζουν την περιοχή. Η αγορά έγινε μετά από μια εκστρατεία καταστολής της διαφθοράς που είχε κάνει λίγο νωρίτερα ο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, βάζοντας στο στόχαστρο 200 και πλέον μέλη της σαουδαραβικής ελίτ, τα οποία «τιμώρησε» με πρόστιμα δισεκατομμυρίων, προχωρώντας σε πρωτοφανείς εκκαθαρίσεις και εισπράττοντας υποτιθέμενα παράνομα κέρδη.
Ο πρίγκιπας Μπάντερ είναι φίλος και συνεργάτης του αρχηγού των εκκαθαρίσεων: του 32χρονου πρίγκιπα διαδόχου της χώρας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Η δράση του έκανε τις δυτικές κυβερνήσεις να ανησυχούν για την πολιτική σταθερότητα στη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα στον κόσμο και έφερε αναστάτωση στις αγορές ενέργειας.
Είναι προφανές ότι ο Μπάντερ λειτουργεί ως «πληρεξούσιος» ή ως βιτρίνα του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, οι υπερβολές του οποίου κάνουν πολλούς να αμφιβάλλουν για την οικοδόμηση πίστης και συναίνεσης προς τη βασιλική οικογένεια. Ο πρίγκιπας Μοχάμεντ, πριν από τον πίνακα του Ντα Βίντσι, είχε αγοράσει το γιοτ ενός τιτάνα ρωσικής βότκας για μισό δισεκατομμύριο δολάρια.
Ο Σαουδάραβας διάδοχος, που είναι στενός σύμμαχος του ομολόγου του στο Αμπού Ντάμπι, προφανώς του υποσχέθηκε να εκτεθεί ο Ντα Βίντσι στο Λούβρο Αμπού Ντάμπι και οι υπεύθυνοι του μουσείου βιάστηκαν να γράψουν στο Twitter ότι ο πίνακας «έρχεται στο Λούβρο Αμπού Ντάμπι».
Ο πρίγκιπας Μπάντερ δεν είχε παρουσιαστεί ως πλειοδότης μέχρι την ημέρα πριν από την πώληση. Ήταν τόσο άγνωστη φιγούρα που τα στελέχη των Christie's αναγκάστηκαν να ερευνήσουν την ταυτότητά του και τα οικονομικά του. Ακόμα και όταν κατέθεσε 100 εκατομμύρια δολάρια για να μπει στη δημοπρασία οι δικηγόροι των Christie's τον πίεζαν με δύο αιχμηρές ερωτήσεις: Πού βρήκε τα λεφτά; Και ποια ήταν η σχέση του με τον Σαουδάραβα ηγεμόνα, βασιλιά Σαλμάν;
«Ακίνητα», απάντησε ο πρίγκιπας Μπάντερ, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Με πληροφορίες από ΝΥΤ, Luxurylaunches, Daily Mail