Εξακρίβωση στοιχείων (στο αστυνομικό τμήμα, μολονότι έχεις επιδείξει έγκυρη ταυτότητα ή διαβατήριο), σωματική έρευνα, έρευνα αποσκευών: αν σου έχει τύχει κάτι από τα παραπάνω ή όλα μαζί, στον δρόμο, σε δημόσιο χώρο είτε σε κάποιο λιμάνι ή αεροδρόμιο –πέραν του καθιερωμένου τυπικού ελέγχου–, σίγουρα δεν είσαι η εξαίρεση. Ειδικά αν είσαι άτομο νεαρής ηλικίας και με «αντισυμβατική» εμφάνιση, δίχως όμως καθόλου αυτό να αποτελεί κανόνα – μπορεί κοντολογίς να τύχει στον καθένα. Ποια είναι τα όρια της νομιμότητας σε αυτές τις περιπτώσεις, πώς μπορεί να προστατευθεί κανείς από την αυθαιρεσία, την αδιακρισία και την ετσιθελική επίδειξη δύναμης κάποιων ενστόλων με «υπερβάλλοντα ζήλο»;
Τα ερωτήματα αυτά ξανάφερε στην επικαιρότητα η καταγγελία του συγγραφέα Γιάννη Μακριδάκη ο οποίος μπαίνοντας πρόσφατα στο πλοίο της γραμμής για να επιστρέψει από τον Πειραιά στη Χίο, ύστερα από μια βιβλιοπαρουσίαση, υπέστη, καθώς λέει, μια εξευτελιστική σε κοινή θέα έρευνα αποσκευών από ασφαλίτη, που με σκαιό τρόπο αφενός απέφυγε να του επιδείξει –όπως εκ του νόμου υποχρεούται– τα πλήρη στοιχεία του, αφετέρου αρνήθηκε να συντάξει έκθεση έρευνας απειλώντας τον με «τραβήγματα», αν επέμενε.
Αν ένας πολίτης αρνηθεί μια αστυνομική έρευνα, στην καλύτερη θα κατηγορηθεί για απείθεια και στη χειρότερη θα του «φυτέψουν» αντίσταση κατά της αρχής.
Εξοργισμένος ο συγγραφέας προέβη σε μήνυση «για παράβαση καθήκοντος, κατάχρηση εξουσίας και άσκηση ψυχολογικής βίας», δεδομένου κιόλας ότι έχει επανειλημμένα στο παρελθόν υποβληθεί σε τέτοιες «ψαξιματικές», σε βαθμό στοχοποίησης, παρότι ουδέποτε παρανόμησε ούτε βρέθηκε πάνω του οτιδήποτε «μεμπτό» – είχε μάλιστα «βγάλει το άχτι του» για όλα αυτά μέσω του κεντρικού ήρωα του βιβλίου του «Ανάμισης Τενεκές» που «ρεζίλεψε την καφρίλα της αστυνομοκρατίας». Αλλά και στην Ασφάλεια Χίου όπου πήγε να καταθέσει τη μηνυτήρια αναφορά αντιμετώπισε, λέει, «τραγελαφικές καταστάσεις».
Η μήνυση κατατέθηκε εντέλει στο Λιμενικό κι εγώ με την ευκαιρία απευθύνθηκα στον δικαιωματικό δικηγόρο Κώστα Παπαδάκη ζητώντας τα νομικά του φώτα. «Δυστυχώς ο πολίτης είναι ουσιαστικά ανυπεράσπιστος σε τέτοιες καταστάσεις δεδομένου ότι οι αστυνομικοί μπορούν να βρουν άπειρες δικαιολογίες, αν θέλουν να αυθαιρετήσουν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει κανείς να διεκδικεί τα δικαιώματά του όταν αυτά παραβιάζονται κατάφωρα» σημειώνει. Ιδού όμως αναλυτικά η καταγγελία του συγγραφέα αφενός, η άποψη του δικηγόρου αφετέρου:
Ο Γιάννης Mακριδάκης περιγράφει στη LIFO το γεγονός:
Πήγαινα να μπω στο πλοίο έχοντας στην πλάτη μου ένα μικρό σακ βουαγιάζ από αυτά που κυκλοφορούν κάποιοι άνθρωποι για να βάζουν μέσα 4-5 βιβλία... Άλλα πράγματα δεν είχα μαζί, κατεβαίνω άλλωστε συχνά στην Αθήνα για λίγες μέρες. Απορώ τι πίστευαν ότι θα βρουν εκεί μέσα!
Φτάνοντας στην μπουκαπόρτα του καραβιού, βλέπω στον μόλο μια ομήγυρη ανθρώπων με πολιτικά μαζί με μέλη του πληρώματος. Άκουσα τότε από μακριά το επίθετό μου, «να ο Μακριδάκης, έρχεται». Γύρισα να κοιτάξω ποιος με ανέφερε, δεν είδα κάποια γνωστή φάτσα, θεώρησα οπότε ότι δεν καλάκουσα.
Φτάνοντας στην υποδοχή έρχεται ένας τύπος, μου επιδεικνύει μια αστυνομική ταυτότητα για κλάσματα του δευτερολέπτου, «ασφάλεια», μου λέει, «έλα πιο δω να σου ελέγξω την τσάντα». Του ζήτησα τότε το λόγο, γιατί να μου κάνεις έρευνα, ποιος είσαι συ κ.λπ. για να μου απαντήσει εκβιαστικά ότι αν δεν κάτσεις να σε ψάξω εδώ θα σε πάω στο τμήμα και θα χάσεις το καράβι.
Με πήρε λοιπόν παραδίπλα στο γκαράζ, εκεί απ' όπου περνούν οι επιβάτες ν΄αφήσουν τις αποσκευές τους στα κλουβιά και μου άνοιξε το σακ βουαγιάζ σε κοινή θέα. Όχι, δεν υπέστην σωματική έρευνα όπως σε άλλα ανάλογα περιστατικά στο παρελθόν. Μου έβγαλε όμως όλα τα πράγματα έξω, τα έκανε άνω-κάτω κι αφού δε βρήκε κάτι, μου έκανε κοφτά «είμαστε εντάξει, καλό ταξίδι».
Τότε κι εγώ του είπα ότι θέλω να ξαναδώ την ταυτότητά του, να κρατήσω τα στοιχεία του και να μου παραδώσει μια έκθεση έρευνας, όπως τους είχα υποχρεώσει να κάνουν σε ανάλογο περιστατικό προ ετών στο αεροδρόμιο Μακεδονία.
«Δεν σου τη δείχνω, Γάκας Γιάννης ονομάζομαι, πήγαινε, ψάξε, βρες με, κι άμα θες να κάνεις τσαμπουκά θα σε πάω μέσα». Επενέβη τότε ο αξιωματικός του πλοίου λέγοντάς του «παρακαλώ, μη δημιουργείτε πανικό στους επιβάτες»...
Εκείνο που με προβλημάτισε ιδιαίτερα ήταν η άρνησή του να μου επιδείξει κανονικά την ταυτότητά του, όπως είναι από το νόμο υποχρεωμένο να κάνει κάθε αστυνομικό όργανο όταν του ζητηθεί. Ήμουν πράγματι διατεθειμένος να πάμε μαζί στο τμήμα και να επιμείνω να μου συντάξει την έκθεση, όμως ήταν ήδη 19:40, το πλοίο έφευγε στις 20:00 και δεν θα προλάβαινα, ούτε μπορούσα να καθυστερήσω την αναχώρησή μου. Αποφάσισα όμως να μην το αφήσω έτσι...
Φτάνοντας οπότε στο λιμάνι της Χίου, πήγα γραμμή στην Αστυνομική Διεύθυνση να υποβάλω μήνυση. Εκεί έπεσα σε ένα θλιβερό όσο και γελοίο θέαμα: προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να μην παραλάβουν τη μήνυση, δικαιολογούμενοι ότι «είναι συνάδελφος», και με παρέπεμψαν στο Λιμεναρχείο αφού εκεί προφανώς υπηρετούσε ο εν λόγω ασφαλίτης. Πράγμα που βέβαια θεωρώ τελείως άκυρο, είμαι πολίτης και καταθέτω μήνυση κατά ενός άλλου πολίτη, τι σημασία έχει αν αυτός είναι παπάς, αστροναύτης, λιμενικός ή ό,τι άλλο; Η αστυνομία είναι υποχρεωμένη να τον βρει. Αλλά εδώ αρνήθηκαν ακόμα και να διασταυρώσουν αν αυτός ο Γιάννης Γιάκας είναι πρόσωπο υπαρκτό! Αυτό μάλιστα παρότι ο ίδιος ο διοικητής τούς έλεγε ότι ο άνθρωπος έχει δίκιο κι ότι η μήνυση πρέπει να κατατεθεί.
Εντέλει με πήρε στο γραφείο του και μου είπε «πήγαινε στο Λιμεναρχείο κι αν ούτε εκεί δεχτούν τη μήνυση, έλα σε μένα και θα το αναλάβω προσωπικά». Αδυνατούσε δηλαδή να επιβληθεί στους ίδιους τους υφισταμένους του! Οι λιμενικοί στη συνέχεια κάνανε δεκτή κανονικά τη μήνυση και την προώθησαν στην Εισαγγελία Χίου, η οποία συμφώνησε με την κατάθεσή της, με απάλλαξε δε κι από το παράβολο των 70 Ευρώ λόγω μάλλον της φύσης της καταγγελίας.
Μ' έχουν ταλαιπωρήσει, είναι αλήθεια, πολλές φορές στο παρελθόν με εξακριβώσεις στοιχείων και έρευνες αποσκευών. Υπήρχαν εποχές που οπουδήποτε ταξίδευα εκτός Χίου να μιλήσω για τα βιβλία μου –Θεσσαλονίκη, Μυτιλήνη, Ηράκλειο, Πάτρα, Κρήτη, Καλαμάτα κ.λπ.–, ήταν εγγυημένο ότι θα μου συνέβαινε! Παρότι, δε, πάνε πολλά χρόνια από την τελευταία φορά, δεν είμαι καμιά εξαίρεση αφού το ίδιο συνέβαινε κι εξακολουθεί να συμβαίνει σε πολύ κόσμο σε λιμάνια, αεροδρόμια κ.λπ., που δεν έχει τρόπους αντίδρασης.
Αν πάντως μου είχαν παραδώσει εκθέσεις έρευνας για κάθε μία από αυτές τις φορές, θα είχα κανονική συλλογή! Εννοείται φυσικά ότι ούτε τώρα, ούτε ποτέ άλλοτε είχα πάνω μου κάτι «επιλήψιμο» καθώς ούτε για όπλα κι εκρηκτικά, ούτε για παράνομες ουσίες π.χ. ενδιαφέρομαι.
Αποφάσισα να προβώ τη φορά αυτή σε μήνυση διότι δεν ανέχομαι πια αυτόν τον δημόσιο εξευτελισμό, κανείς δεν θα έπρεπε να τον ανέχεται. Να σου ανοίγει ο άλλος τα πράγματά σου μπροστά στον κόσμο και να σε εκβιάζει ότι αν δεν υποκύψεις στην εξουσία του θα σε πάει μέσα και θα χάσεις το δρομολόγιο, είναι πράγματα απαράδεκτα. Ειδικά όταν αποφεύγει να σου γνωστοποιήσει τα στοιχεία του – πού ξέρω εγώ τι μπορεί να μου βάλει μέσα στην τσάντα, αν τυχόν σκοπεύει για κάποιο λόγο να με ενοχοποιήσει; Αν πάλι είχαν κάτι να μου προσάψουν, ας μου απήγγειλαν την κατηγορία κι ας κατευθυνόμασταν στο τμήμα για τα περαιτέρω, αφού θα είχα βεβαίως πριν ειδοποιήσει τον δικηγόρο μου. Έτσι λειτουργεί νομίζω μια ευνομούμενη Πολιτεία.
Όταν έγραφα στον Ανάμιση Τενεκέ για τον Γιώργη Πέτικα, που είχε γίνει τον Μεσοπόλεμο θρύλος στο στόμα του χιώτικου λαού, όταν μετά από ένα φονικό πάθους κατέφυγε στα βουνά του νησιού ξεφτιλίζοντας τους χωροφύλακες, αφού τους ξέφευγε συνεχώς, εκεί μου βγήκε χαρούμενα με λογοτεχνικό τρόπο αυτή η αντίδραση απέναντι στην καφρίλα της αστυνομοκρατίας!
Κώστας Παπαδάκης, δικηγόρος
Η σωματική έρευνα καταρχήν αποτελεί ανακριτική πράξη που είτε διατάζεται κατόπιν εντολής του εισαγγελέα όταν υπάρχει εκκρεμής ποινική δίωξη είτε –κι εδώ είναι το επικίνδυνο– αποφασίζεται κατά την κρίση των αστυνομικών όταν διεξάγεται κάποιο αυτόφωρο αδίκημα. Ακόμα όμως κι αν δεν συντρέχει τίποτα από τα παραπάνω οι αστυνομικοί δικαιούνται να κάνουν προσαγωγή, έρευνα τυχόν αποσκευών και σωματική έρευνα σε κάποιο άτομο, αν κατά την κρίση τους φανεί ύποπτο.
Μπορούν π.χ. να ισχυριστούν ότι αναζητούν τον ένοχο μιας ληστείας που έγινε κάπου κοντά. Όπως καταλαβαίνετε, υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αυθαιρεσίας, όποιος αστυνομικός θέλει να ταλαιπωρήσει κάποιον καθιστώντας τον ύποπτο, μπορεί να το κάνει. Γι΄αυτό και συνήθως τους βάζουν δύο-δύο ώστε να μειώνεται η πιθανότητα αυθαιρεσίας. Είναι πάντως υποχρεωμένοι να γνωστοποιούν τα πλήρη στοιχεία τους στον πολίτη που θα τα ζητήσει.
Ο πολίτης, τώρα, εφόσον δεν υπάρχουν διώξεις και σχηματισμοί δικογραφιών, έχει κάθε δικαίωμα να ζητήσει από τα αστυνομικά όργανα μια έκθεση που να βεβαιώνει ότι του έγινε έρευνα κι ο αστυνομικός οφείλει να ενημερώσει σχετικά το τμήμα του, κάτι που βέβαια συχνά αποφεύγουν.
Εάν υπάρξει προσαγωγή για εξακρίβωση στοιχείων, αυτή θα πρέπει να καταγραφεί στο βιβλίο συμβάντων του εν λόγω τμήματος όπου θα αναφέρεται πότε έγινε, πόση ώρα διάρκεσε και τι αποτέλεσμα είχε. Η προσαγωγή για εξακρίβωση στοιχείων δεν δικαιολογείται αν ήδη έχει επιδειχθεί έγκυρη ταυτότητα ή διαβατήριο, όμως αν θέλουν, βρίσκουν προσχήματα. Έπειτα η επίδειξη στοιχείων δεν τους απαγορεύει την έρευνα αποσκευών ή τη σωματική έρευνα.
Η αστυνομία σαφώς και υποχρεούται να παραλάβει οποιαδήποτε μήνυση οποιουδήποτε πολίτη – το ποια ανακριτική αρχή θα ασχοληθεί μαζί της είναι υπόθεση της Εισαγγελίας όπου και προωθείται. Η διαδικασία αυτή ισχύει για κάθε αδίκημα εκτός από τα αυτόφωρα. Η καταβολή παράβολου θεσπίστηκε προκειμένου υποτίθεται να τιθασευτεί η δικομανία των Ελλήνων και να μην καταφεύγουν στα δικαστήρια με το παραμικρό, κάτι που ωστόσο ήταν περισσότερο μύθος.
Για αυτεπάγγελτα αδικήματα και εγκλήματα όπως παράβαση καθήκοντος, βιασμοί, προσβολή γενετήσιας ελευθερίας, οικογενειακή βία, ή ό,τι άλλο κρίνει ο εισαγγελέας, δεν απαιτείται παράβολο.
Αν ένας πολίτης αρνηθεί μια αστυνομική έρευνα, στην καλύτερη θα κατηγορηθεί για απείθεια και στη χειρότερη θα του «φυτέψουν» αντίσταση κατά της αρχής.
Αν ωστόσο η έρευνα αυτή διεξαχθεί με τρόπο μη διακριτικό, όπως απαιτεί ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, ο θιγόμενος μπορεί να υποβάλει μήνυση για έργω εξύβριση και αγωγή για προσβολή προσωπικότητας, ζητώντας μέχρι και αποζημίωση, μολονότι υπεύθυνο να την καταβάλει, αν εκδικαστεί, θεωρείται το δημόσιο. Αυτά βέβαια είναι σχέδια επί χάρτου γιατί προϋποθέτουν μεγάλο κόστος και ταλαιπωρία ενώ κι η πιθανότητα δικαίωσης είναι πολύ μικρή. Δεν υπάρχει εξάλλου κάποιος φορέας που να αναλαμβάνει την προώθηση τέτοιων καταγγελιών.
Ο Συνήγορος του Πολίτη διερευνά μεν το θέμα, δεν παρίσταται όμως στα δικαστήρια στο πλευρό του παθόντος. Με τέτοια δεδομένα τα όργανα που αυθαιρετούν νιώθουν ότι έχουν το ακαταλόγιστο. Οφείλει εντούτοις να αντιδρά κανείς σε τέτοιες αυθαιρεσίες, ειδικά όταν προκύπτουν κατάφωρες δικαιωματικές παραβάσεις.
σχόλια