Η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης που υπέβαλαν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και οι 84 βουλευτές του ολοκληρώνεται απόψε με την ομιλία των πολιτικών αρχηγών.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα και το άρθρο 84 η Βουλή μπορεί να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την κυβέρνηση μετά από πρόταση δυσπιστίας υπογεγραμμένη από το ένα έκτο τουλάχιστον των βουλευτών, η οποία θα γίνει δεκτή μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του αριθμού των βουλευτών. Για να περάσει η πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, δεν αρκούν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης. Πρέπει να άρουν την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη και κάποιοι από τους 158 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που της έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης όταν ορκίστηκε. Πόσες πιθανότητες υπάρχουν να συμβεί αυτό; Καμία. Με εξαίρεση τον διαγραφέντα Κ. Μπογδάνο, για τον οποίο υπάρχει ένα ερωτηματικό γύρω από τη στάση που θα κρατήσει στην ψηφοφορία, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για άλλον βουλευτή της Ν.Δ.
Δεν περιμένει λοιπόν κανείς ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα καταφέρει να ρίξει την κυβέρνηση Μητσοτάκη με την πρόταση δυσπιστίας. Αλλωστε και ο ίδιος για άλλα θα κάνει απολογισμό απόψε, αφού εξαρχής άλλες ήταν οι σκοπιμότητες που τον οδήγησαν στην κατάθεσή της.
Ο βασικός λόγος ήταν να βγει ο ίδιος από την δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει. Τα ποσοστά του κόμματος του δεν λένε να ξεκολλήσουν κι ενώ μέχρι τώρα είχε να αντιμετωπίσει τη μεγάλη απόσταση που τον χωρίζει από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εδώ και λίγο καιρό τον πλησιάζει επικίνδυνα κι ένας πολιτικός αντίπαλος που δεν είχε υπολογίσει. Την ίδια στιγμή στο κόμμα του παρασκηνιακά δέχεται πιέσεις από ένα τμήμα του σκληρού κομματικού μηχανισμού που τον θέλει κατά κάποιον τρόπο υπό «επιτροπεία» και του στέλνει μηνύματα ότι δεν θα τον αφήσει να μετατρέψει (ή να παγιώσει) τον ΣΥΡΙΖΑ σε αρχηγικό κόμμα. Και όσο δεν καταφέρνει να αυξήσει την ισχύ του κόμματος του, τόσο πιο ευάλωτος καθίσταται σε αυτές τις πιέσεις.
Τα ποσοστά του κόμματος του δεν λένε να ξεκολλήσουν κι ενώ μέχρι τώρα είχε να αντιμετωπίσει τη μεγάλη απόσταση που τον χωρίζει από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εδώ και λίγο καιρό τον πλησιάζει επικίνδυνα κι ένας πολιτικός αντίπαλος που δεν είχε υπολογίσει. Την ίδια στιγμή στο κόμμα του παρασκηνιακά δέχεται πιέσεις από ένα τμήμα του σκληρού κομματικού μηχανισμού που τον θέλει κατά κάποιον τρόπο υπό «επιτροπεία»
Η κυβερνητική αποτυχία στη διαχείριση της πρόσφατης κακοκαιρίας ήταν μια ευκαιρία για να επιδιώξει να την κεφαλαιοποιήσει πολιτικά. Αλλωστε είναι πεπεισμένος ότι η υποδαύλιση της λαϊκής οργής θα τον επαναφέρει στην εξουσία, εξού και η μονίμως οργισμένη ρητορική του. Το άλλο που βάρυνε ιδιαίτερα στην απόφαση του είναι το πλήγμα που πίστεψε ότι θα μπορούσε να επιφέρει στο ΚΙΝΑΛ, ώστε να ανακόψει τη δημοσκοπική άνοδό του. Αν το ΚΙΝΑΛ ψήφιζε την πρόταση δυσπιστίας θα φαινόταν ότι το ρυμουλκεί, αν την καταψήφιζε θα το κατήγγειλε ότι είναι ουρά της Νέας Δημοκρατίας. Ετσι θα φαινόταν αυτός ως ο ηγέτης της κεντροαριστεράς, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του. «Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν είναι βουλευτής και δεν θα ακουστεί στη Βουλή για την πρόταση μομφής, άρα του δημιουργούμε ένα σοβαρό πρόβλημα» έλεγαν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία προέβλεπαν επίσης ότι θα του δημιουργούσαν και μία εσωτερική έριδα με τον Α. Λοβέρδο, για τον οποίο πίστευαν ότι δεν θα δεχόταν να ψηφίσει την πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης.
Ότι ο κύριος στόχος του Αλέξη Τσίπρα ήταν να ανακόψει τη δημοσκοπική άνοδο του ΚΙΝΑΛ, φάνηκε και από τις επιθέσεις που δεχόταν ο Ν. Ανδρουλάκης αυτές τις μέρες. Όταν για παράδειγμα σε μία συνέντευξη ρωτήθηκε αν θα ζητήσει εκλογές και απάντησε ότι είναι ανεύθυνο να ζητάς πρόωρες εκλογές σε περίοδο έξαρσης πανδημίας με εκατό νεκρούς την ημέρα, ο κομματικός μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγόρησε ότι επιθυμεί την παραμονή του Μητσοτάκη, με κάποιους, όπως τον Νίκο Παππά, να προχωράνε ακόμα και σε (αυθαίρετα) σενάρια περί προώθησης κυβέρνησης τεχνοκρατών, προκειμένου να τον πιέσουν.
Επίσης κατηγόρησαν το ΚΙΝΑΛ ότι το ίδιο έκανε τις εσωκομματικές του εκλογές εν μέσω πανδημίας, παραβλέποντας ότι δεν υπήρχε έξαρση τότε, ούτε ίδιας κλίμακας εκλογές ήταν. Αλλά σήμερα τους κατηγορούν για κάτι που και ο ίδιος ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ πριν από λίγο καιρό έλεγε: «Δεν θα ζητήσουμε εκλογές, όσο η υγειονομική κατάσταση είναι αυτή που είναι».
Βέβαια κανείς δεν πιστεύει ότι ο Τσίπρας επιδιώκει πραγματικά πρόωρες εκλογές μέσω της πρότασης δυσπιστίας. Αφενός επειδή δεν μπορεί να τις επιβάλει, αφετέρου, διότι αν γίνουν και τις χάσει, όπως θεωρείται πιθανότερο, θα έχει προσθέσει άλλη μία ήττα στο ιστορικό του και αν δεν παραιτηθεί, όπως συμβαίνει στα ευρωπαϊκά κόμματα όταν ένας αρχηγός χάνει τις εκλογές, η εσωκομματική αμφισβήτηση του θα μεγαλώσει.
Άλλωστε πίσω από την πρόταση δυσπιστίας υπήρχε μία ακόμα σκοπιμότητα και αυτή αφορούσε στο εσωτερικό του κόμματός του. Ο Αλέξης Τσίπρας ήθελε να συσπειρώσει το κόμμα του γύρω από αυτόν, καθώς εδώ και καιρό επιχειρεί να αποδυναμώσει τον βασικό πόλο της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, την «Ομπρέλα».
Τα θέματα για την πρόταση δυσπιστίας που κατατέθηκαν, για τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε ότι η κυβέρνηση δεν χαίρει της εμπιστοσύνης των πολιτών και πρέπει να πέσει, ήταν η διαχείριση της πανδημίας, της κακοκαιρίας και η ακρίβεια.
Η συζήτηση στη Βουλή ξεκίνησε με την ομιλία του Γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Τζανακόπουλου, ο οποίος υποστήριξε ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει σε κάθε πεδίο και είναι επιτακτική κοινωνική ανάγκη να φύγει τώρα. Εκλεισε την τοποθέτηση του λέγοντας ότι «ο ελληνικός λαός γνωρίζει ότι η μοναδική λύση αυτή τη στιγμή είναι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία και η διαμόρφωση μίας μεγάλης δημοκρατικής, αριστερής προοδευτικής πλειοψηφίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα». Την τελευταία φράση περί «προοδευτικής κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό τον Τσίπρα» επαναλάμβαναν σαν ρεφρέν οι περισσότεροι βουλευτές που ανέβαιναν στο βήμα. Ο Αλέξης Τσίπρας διαπιστώνει ότι η πιθανότητα να ξανακερδίσει εκλογές και να σχηματίσει κυβέρνηση απομακρύνεται, άρα η εναλλακτική που έχει είναι η συμμαχία με το ΚΙΝΑΛ, αλλά ως συμπλήρωμα του ΣΥΡΙΖΑ και με τον όρο να δεχθεί να είναι ο ίδιος πρωθυπουργός. Για αυτό βάζει και τους βουλευτές του να προωθούν αυτό το αφήγημα.
Σε υψηλούς τόνους ήταν οι περισσότερες ομιλίες των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ το διήμερο αυτό. Η Κατερίνα Νοτοπούλου απευθυνόμενη στα υπουργικά έδρανα είπε: «η κοινωνία δεν μπορεί να ανεχτεί πια αυτό το αυταρχικό, αποτυχημένο, σάπιο καθεστώς που έχετε επιβάλει». Ο Αλέκος Φλαμπουράρης αναρωτήθηκε «από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω με όλα όσα έχουμε υποστεί τους 30 μήνες που κυβερνάει η Νέα Δημοκρατία». Ο Χρήστος Σπίρτζης τους είπε ότι καταρρέουν και ότι είναι ήδη δεύτεροι και το ξέρουν (υπονοώντας ότι πρώτος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ).
Ο Μάριος Κάτσης είπε ότι η ελληνική κοινωνία έχει βυθιστεί σε «κατάθλιψη, δυστυχία και μιζέρια» και η αγορά είναι «καθημαγμένη από τα αναποτελεσματικά lockdown» ενώ κατηγόρησε την κυβέρνηση λέγοντας: «Πρέπει να είστε απεγνωσμένοι για να επικαλείστε μια δημοσκόπηση που έγινε μες το χιονιά σε δείγμα 300 ατόμων και μέρα γενικής αργίας» (σ.σ η δημοσκόπηση ήταν με σταθμισμένο δείγμα 1000 ατόμων και όχι 300 όπως ισχυρίστηκε ο βουλευτής).
Ο Αλέξης Τσίπρας σε μία από τις δύο παρεμβάσεις που έκανε εχθές για τη διαχείριση της κακοκαιρίας, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό του είπε: «Δεν υπάρχει πολιτική ευθύνη δίχως παραιτήσεις». «Θα πληρώσετε τώρα με το ίδιο νόμισμα τα δικά σας καμώματα, τη δική σας κριτική, τη δική σας στάση όλες εκείνες τις μέρες που ήσασταν στην αντιπολίτευση».
Η Νέα Δημοκρατία, όπως αναμενόταν, ανέσυρε για αλλη μια φορα την τραγωδία στο Μάτι. Ο πρωθυπουργός στο τέλος της πρώτης από τις δύο παρεμβάσεις που έκανε εχθές, απαντώντας στην κατηγορία του Αλέξη Τσίπρα για «προσχηματική συγνώμη», είπε “προτιμώ τη συγνώμη την ειλικρινή με διάθεση αυτοκριτικής -έστω και αν κινδυνεύει να χαρακτηριστεί προσχηματική- από την καμία συγγνώμη, που δεν ακούσαμε ποτέ από το δικό σας στόμα όταν είχατε 120 νεκρούς στο Μάτι και στη Μάνδρα».
Όταν ανακοινώθηκε η πρόταση δυσπιστίας, τα στελέχη της ΝΔ υποστήριζαν ότι θα ήταν δώρο για αυτούς η συζήτηση περί διαχείρισης φυσικών καταστροφών. «Το να επικαλείται το χάος της κακοκαιρίας η κυβέρνηση του Ματιού και της Μάνδρας, είναι εναντίον τους» υποστήριζαν οι κυβερνητικοί βουλευτές, οι οποίοι έλεγαν: «Εμείς δεν είχαμε νεκρούς και ζητήσαμε και συγνώμη».
Για την πανδημία η γραμμή των κυβερνητικών ήταν ότι δεν είναι ελληνικό πρόβλημα και ότι κινούνται στο μέσο ευρωπαϊκό όρο, ενώ για την ακρίβεια απαντούσαν ότι είναι εισαγόμενη και αποτέλεσμα διεθνούς κρίσης.
Ο πρωθυπουργός επανήλθε και στη δεύτερη παρέμβασή του εχθές στη Βουλή με το Μάτι, παρότι ισχυρίστηκε ότι δεν είχε καμία πρόθεση να επαναφέρει τη συζήτηση, αλλά το έκανε επειδή ο Αλέξης Τσίπρας του μίλησε για το ήθος και το ύφος της εξουσίας. «Η κριτική την οποία σας ασκήσαμε δεν ήταν πρωτίστως για το γεγονός ότι μία φωτιά στέρησε τη ζωή σε παραπάνω από 100 συμπολίτες μας…» είπε. «Ήταν για αυτό το άθλιο σόου το οποίο στήσατε εκείνο το βράδυ όταν γνωρίζατε ότι υπήρχαν νεκροί και βγαίνατε σε ζωντανή σύνδεση και λέγατε "πότε θα πετάξουν τα αεροπλάνα", σε μία προσπάθεια να απεμπολήσετε τη δική σας ευθύνη, τις επόμενες ημέρες που μας δείχνατε τις ψηφιακές φωτογραφίες από τους δήθεν δορυφόρους του κ. Παππά για το πώς, υποτίθεται, ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα εμπρησμού. Ήταν η συγκάλυψη, κ. Τσίπρα, ήταν η συγκάλυψη και το ήθος και το ύφος της δικής σας εξουσίας το οποίο στιγματίστηκε και ενεγράφη τελικά στη συνείδηση του ελληνικού λαού».
Στο θέμα του ΚΙΝΑΛ πάντως, Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ συνέπεσαν στην κριτική τους, αφού αμφότεροι διατύπωναν το ερώτημα, υπό τη μορφή απορίας, «Πως γίνεται να ψηφίζει υπέρ της μομφής και να μην θέλει εκλογές».
Η Νέα Δημοκρατία θα ήθελε το ΚΙΝΑΛ να μην ψηφίσει την πρόταση δυσπιστίας, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε να τον ακολουθήσει και στο αίτημα για εκλογές, το οποίο βέβαια πολιτική ουσία δεν έχει, αφού δεν θα μπορούσαν να τις επιβάλουν ακόμα και αν τις ήθελαν, αλλά ούτε τις θέλουν στ’ αλήθεια.
Οι τοποθετήσεις των στελεχών του ΚΙΝΑΛ επέμειναν στην αυτόνομη πορεία και στο στόχο της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης. Πήραν θέση υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού για την αντιμετώπιση της πανδημίας, κάτι που αποφεύγει ως τώρα η Ν.Δ και πολύ περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ - και επειδή δεν συμφωνεί αλλά και λόγω πολιτικού κόστους.
Ο Γιώργος Καμίνης υποστήριξε ότι ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας για να αφοπλίσει την εσωτερική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, που αμφισβητεί τους σχεδιασμούς του, αλλά και για να αποτρέψει την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες την άνοιξη από τον πρωθυπουργό καθώς «θα είναι πολύ δύσκολο στην κυβέρνηση να ζητήσει τη διάλυση της Βουλής, όταν μόλις προσφάτως το Σώμα θα έχει εκδηλώσει την ανανέωση της εμπιστοσύνης του προς την ίδια. Άρα, ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μια ζητά προσφυγή στις κάλπες και από την άλλη κάνει ό,τι μπορεί για να το αποφύγει» είπε.
Ο Γ. Καμίνης υποστήριξε ότι ο Τσίπρας έχει άλλον έναν λόγο και αυτός είναι ότι θέλει να επωφεληθεί της απουσίας από τη Βουλή του Προέδρου του ΚΙΝΑΛ προκειμένου να προβάλει ο ίδιος ως ο κύριος αντίπαλος της κυβέρνησης. «Σπεύδει να το κάνει αυτό γιατί όλα τα δεδομένα, δημοσκοπικά και μη, υποδηλώνουν ότι αυτή ακριβώς η εικόνα έχει αρχίσει να ξεφτίζει στα μάτια της κοινής γνώμης… Αν υπάρχει κάποιος που άφοβα θα μπορούσε να ζητήσει εκλογές αυτή τη στιγμή, είμαστε εμείς. Και όμως δεν το κάνουμε. Γιατί είναι ηθικά απαράδεκτο να ζητάμε εκλογές όταν καθημερινά πεθαίνουν πάνω από 100 συμπολίτες μας» είπε.
Ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος στην ομιλία του μίλησε για την σοσιαλδημοκρατία και τα εργαλεία που έχει για να αντιμετωπίζει τις κρίσεις (με καθόλου τυχαία την επιμονή στη χρήση του όρου της σοσιαλδημοκρατίας) αλλά απάντησε και στις κατηγορίες του ΣΥΡΙΖΑ λέγοντας: «Ο κ. Τσίπρας με 50 θανάτους έλεγε ότι θα είναι τυχοδιωκτική κίνηση αν προκαλέσει εκλογές. Τώρα με 110 θανάτους τι θα είναι;»
Η τελευταία πράξη της πρότασης δυσπιστίας θα είναι οι ομιλίες των αρχηγών το βράδυ και η ψηφοφορία με την οποία θα ολοκληρωθεί, χωρίς να αναμένονται ιδιαίτερες εκπλήξεις.