Τα υψηλά επίπεδα καφεΐνης στο αίμα μπορούν να μειώσουν την ποσότητα του σωματικού λίπους και κατ' επέκταση τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2, σύμφωνα με έρευνα.
«Τα ευρήματα θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην κατανάλωση ροφημάτων χωρίς θερμίδες με καφεΐνη με σκοπό να μειωθεί ο κίνδυνος της παχυσαρκίας και του διαβήτη τύπου 2. Απαιτείται όμως περαιτέρω έρευνα», έγραψαν οι ερευνητές στο περιοδικό BMJ Medicine.
«Η μελέτη δεν συνιστά να πίνει ο κόσμος περισσότερο καφέ, δεν είναι αυτός ο σκοπός», είπε η Katarina Kors, λέκτορας στο διαβήτη και την παχυσαρκία στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ. Επιπλέον σημείωσε ότι η κατανάλωση ποτών με καφεΐνη που περιέχουν ζάχαρη και λίπος θα αντιστάθμιζε τις θετικές της επιπτώσεις.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι η εργασία τους βασίστηκε σε προηγούμενη έρευνα, η οποία πρότεινε ότι η κατανάλωση τριών έως πέντε φλιτζανιών καφέ την ημέρα, που περιείχε κατά μέσο όρο 70 έως 150 mg καφεΐνης, συσχετίστηκε με χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακών παθήσεων.
Η πρόσφατη μελέτη έγινε με τη μέθοδο της Μεντελικής Τυχαιοποίησης, η οποία χρησιμοποιεί τη διαφοροποίηση γονιδίων προκειμένου να εξετάσει την αιτία και το αποτέλεσμα έκθεσης σε μεταβαλλόμενους παράγοντες (για παράδειγμα μεταβαλλόμενες δόσεις ουσιών στον ανθρώπινο οργανισμό).
Η επιστημονική ομάδα βρήκε δύο παραλλαγές κοινών γονιδίων, τα οποία συνδέονται με την ταχύτητα με την οποία μεταβολίζεται η καφεΐνη, και τα χρησιμοποίησαν για να υπολογίσουν τα επίπεδα καφεΐνης στο αίμα και το κατά πόσον αυτά (τα επίπεδα) συνδέονται με χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος (BMI) και σωματικό λίπος.
Ο Δρ Stephen Lawrence, αναπληρωτής κλινικός καθηγητής στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου του Warwick, είπε ότι η μελέτη ήταν «ενδιαφέρουσα» και χρησιμοποίησε αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα, αλλά σημείωσε ότι η Μεντελική Τυχαιοποίηση είναι μια «σχετικά νέα τεχνική» γύρω από την οποία υπάρχει αρκετή προκατάληψη παρόλο που είναι αρκετά χρήσιμη.
Σημείωσε, ωστόσο, ότι ο συγκεκριμένος τρόπος έρευνας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μελλοντικές μελέτες που θα αναπτύξουν πολλά υποσχόμενες θεραπείες.
«Η μέθοδος αυτή αντιπροσωπεύει αυτό που εμείς αποκαλούμε ''υψηλής ποιότητας επιστήμη'' και η οποία που σχηματίζει υποθέσεις ή ιδέες. Ωστόσο, δεν αποδεικνύει την αιτία και το αποτέλεσμα. Επομένως, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να μην βιαζόμαστε να το υπερερμηνεύσουμε».
Οι συγγραφείς της συγκεκριμένης έρευνας βιάστηκαν ίσως να συμπεράνουν ότι η απώλεια βάρους προκαλείται από την αυξημένη κατανάλωση καφέ, θα μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, κατά τον Lawrence.
Επιπλέον, η κατανάλωση καφεΐνης προκάλεσε σε μερικούς ανθρώπους αίσθημα παλμών και μη φυσιολογικούς καρδιακούς ρυθμούς, επομένως, σύμφωνα με τον Lawrence, δεν ήταν κατάλληλη για όλους.
«Πρέπει οι άνθρωποι να πίνουν περισσότερο καφέ για να μειώσουν τον κίνδυνο λίπους ή διαβήτη; Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα που προκύπτουν, η κατανάλωση καφεΐνης αυξάνει την καύση λίπους, ακόμη και σε κατάσταση ηρεμίας. Ωστόσο, δεν αποτελεί θεραπεία για την παχυσαρκία και, αν χρησιμοποιηθεί λανθασμένα, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση βάρους ή ακόμα και βλάβη», κατέληξε.
Με πληροφορίες από Guardian