Η χρήση οθόνης είναι επιβλαβής για την ποιότητα του ύπνου βάσει όσων γνωρίζαμε έως τώρα. Πρόσφατες έρευνες ωστόσο, οι απόψεις ειδικών επιστημόνων που ασχολούνται με θέματα ύπνου αλλά και εξειδικευμένοι γιατροί οδηγούνται σε αναθεώρηση όλων όσων θεωρούνταν δεδομένα μέχρι σήμερα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ειδικοί απομακρύνονται σταδιακά από δογματικές θέσεις όπως αυτές που απαγορεύουν την χρήση οθόνης δύο ώρες πριν τον ύπνο καθώς νέες μελέτες αμφισβητούν το κατά πόσο το blue light αποτελεί στην πραγματικότητα εμπόδιο.
«Γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η τεχνολογία από μόνη της δεν είναι πάντα το πρόβλημα», λέει η Σέλμπι Χάρις, κλινική ψυχολόγος με έδρα τη Νέα Υόρκη που ειδικεύεται σε ζητήματα ύπνου. «Πρέπει να προσαρμόσουμε τις συστάσεις στις ιδιομορφίες του κάθε ανθρώπου». Για πολλούς, κάποιες μορφές χρήσης οθόνης όπως η παρακολούθηση ενός επεισοδίου μιας τηλεοπτικής σειράς στο κινητό μπορεί πράγματι να βοηθάει στον ύπνο.
Από την άλλη, δεν αντιδρούν όλοι με τον ίδιο τρόπο στη χρήση οθόνης. Μερικοί μπορεί να είναι πιο ευαίσθητοι στο blue light από άλλους. Ορισμένοι, δεν επηρεάζονται από δραστηριότητες όπως τα βιντεοπαιχνίδια, ενώ άλλους ακόμα και η ανάγνωση ενός βιβλίου τους κρατάει ξύπνιους.
Η επίδραση του blue light στον ύπνο
Νέα έρευνα που μελέτησε την σχέση ανάμεσα στην τεχνολογία και τον ύπνο ανατρέπει τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, ο Μάικλ Γκράντισερ, Αυστραλός κλινικός ψυχολόγος, ήταν μέλος μιας ομάδας ερευνητών που υποστήριζε ότι το έντονο φως από τις οθόνες τη νύχτα θα μπορούσε να καθυστερήσει τον κιρκάδιο ρυθμό.
Με την πάροδο των χρόνων, παρά την ευρεία αποδοχή που συνάντησε η θέση του, ο Γκράντισερ, αποφάσισε να την επανεξετάσει. Σε μια πρόσφατη έρευνα, ο ίδιος με την ομάδα του μελέτησαν την συμπεριφορά ύπνου εφήβων και τις δραστηριότητες τους πριν αποκοιμηθούν. Οι έφηβοι που μελέτησε η επιστημονική ομάδα έπαιζαν παιχνίδια και παρακολουθούσαν βίντεο πριν κοιμηθούν σε iPad με τρία διαφορετικά επίπεδα φωτεινότητας: μια φωτεινή λευκή οθόνη, μια ήπια λευκή οθόνη και μια φωτεινή λευκή οθόνη με μια εφαρμογή για τη μείωση των εκπομπών blue light (μπλε φως).
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ανάμεσα στα τρία επίπεδα φωτεινότητας, δεν υπήρχε σημαντική διαφορά. Οι έφηβοι που χρησιμοποιούσαν τη φωτεινή οθόνη χρειάστηκαν κατά μέσο όρο μόνο 3,3 λεπτά περισσότερο χρόνο για να αποκοιμηθούν από εκείνους που χρησιμοποιούσαν την χαμηλή φωτεινότητα.
Μια άλλη μελέτη που εξέτασε τη χρήση του iPhone σε νεαρούς ενήλικες κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν μεγάλες διαφορές στον χρόνο που χρειάστηκε για να αποκοιμηθούν και στις ώρες ύπνου, οι νέοι που είχαν υψηλή φωτεινότητα οθόνης σε σχέση με αυτούς που είχαν χαμηλή ή και καθόλου.
«Τα στοιχεία κατά του blue light δεν είναι τόσο ισχυρά όσο πιστεύαμε κάποτε», είπε η Ρογιέτ Ντουμπάρ, αναπτυξιακή ψυχολόγος και διευθύντρια του εργαστηρίου ύπνου και ψυχοκοινωνικής προσαρμογής του Πανεπιστημίου Wesleyan.
Οι εκπομπές μπλε φωτός έχουν αποδειχθεί σε διάφορες μελέτες ότι καταστέλλουν τη μελατονίνη, μια ορμόνη που προάγει τον ύπνο. Αλλά αυτό μπορεί να μην διαδραματίζει τόσο κρίσιμο ρόλο στον χρόνο χρειάζεται ο μέσος άνθρωπος για να αποκοιμηθεί.
Οι οργανισμοί έρευνας του ύπνου εξακολουθούν ωστόσο σε μεγάλο βαθμό να συνιστούν τον περιορισμό χρήσης της οθόνης πριν από τον ύπνο. Το Εθνικό Ίδρυμα Ύπνου των Ηνωμένων Πολιτειών προτείνει το κλείσιμο κάθε οθόνης τουλάχιστον μία ώρα πριν από τον ύπνο. Η Αμερικανική Ακαδημία Ιατρικής του Ύπνου, η οποία υποστηρίζει ότι «αναγνωρίζει τις επιβλαβείς επιπτώσεις της χρήσης των οθονών και της τεχνολογίας στην ποιότητα του ύπνου», συνιστά τουλάχιστον 30 λεπτά έως μία ώρα.
Με πληροφορίες από Wall Street Journal