Πριν από οκτώ χρόνια, όταν η Whitney Goodman είχε μόλις ξεκινήσει ως θεραπεύτρια να συμβουλεύει καρκινοπαθείς, της έκανε εντύπωση πόσο έντονα «προωθούταν» η θετική σκέψη, τόσο στο επάγγελμά της όσο και την ευρύτερη κουλτούρα, ως τρόπος αντιμετώπισης των πραγμάτων.
Δεν είχε πειστεί ότι τετριμμένα αποφθέγματα όπως «Κοίτα την φωτεινή πλευρά!» και «Όλα γίνονται για κάποιο λόγο!» έκρυβαν τις απαντήσεις για όποιον προσπαθεί να βγάλει άκρη με το χάος της ζωής. «Εγώ, φίλοι μου αλλά και ασθενείς, όλοι σκεφτόμασταν: "Το να είσαι θετικός είναι ο μόνος τρόπος να ζεις", αλλά στην πραγματικότητα μας έκανε να νιώθουμε χειρότερα».
Το 2019, έφτιαξε έναν λογαριασμό στο Instagram, @sitwithwhit, ως «αντίδοτο» στα γλυκανάλατα αποφθέγματα που έχουν κατακλύσει τα social media. Οι αναρτήσεις της είχαν φράσεις, όπως: «Μερικές φορές τα πράγματα είναι δύσκολα επειδή είναι απλά δύσκολα και όχι επειδή είσαι ανίκανος…» και «Είναι εντάξει να παραπονιέσαι για κάτι για το οποίο είσαι ευγνώμων». Ο λογαριασμός απογειώθηκε και η «αφοπλιστικά ειλικρινής» ψυχοθεραπεύτρια από το Μαϊάμι μετρά πλέον πάνω από 500.000 followers.
Στο νέο βιβλίο «Toxic Positivity», επεκτείνει αυτή τη φιλοσοφία, ασκώντας κριτική σε μια κουλτούρα –ιδιαιτέρως διαδεδομένη στις ΗΠΑ και τη Δύση γενικότερα– που μας έχει προγραμματίσει να πιστεύουμε ότι η αισιοδοξία είναι πάντα καλύτερη.
Ξεκίνησε στη θρησκεία του 19ου αιώνα αλλά εδραιώθηκε τη δεκαετία του 1970, όταν επιστήμονες προσδιόρισαν την ευτυχία ως απώτερο στόχο της ζωής και άρχισαν να ερευνούν αυστηρά πώς να την επιτύχουν και προσφάτως, στο πλαίσιο ενός «κινήματος ευεξίας» - θρησκεία για μια γενιά αγνωστικιστών - γυμναστές και γιόγκι άρχισαν να κάνουν κηρύγματα περί ευγνωμοσύνης.
Κάτι που όλοι κάνουμε, με τον έναν τρόπο ή τον άλλο- όταν παρηγορούμε έναν φίλο, μετατρεπόμαστε σε σκληροτράχηλους «κυνηγούς αισιοδοξίας». Και κλειδώνουμε τις δύσκολες σκέψεις μας σε μικροσκοπικά κουτιά σε μια γωνιά του εγκεφάλου μας, επειδή είναι άβολο να τις αντιμετωπίσουμε και πιστεύουμε ότι το να είμαστε ανελέητα αισιόδοξοι είναι ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός. Το να είσαι θετικός, λέει η Goodman, έχει γίνει «στόχος και υποχρέωση».
Το «Toxic Positivity» συγκαταλέγεται σε ένα νέο κύμα βιβλίων που επιχειρούν να αποκαταστήσουν την ισορροπία μέσα από την δύναμη των «αρνητικών» συναισθημάτων.
Και σε καμία περίπτωση οι συγγραφείς τους δεν είναι μια ομάδα γκρινιάρηδων που μας καλούν να είμαστε μίζεροι. Αλλά είναι πεπεισμένοι ότι η αποδοχή- αντί της καταπίεσης- των συναισθημάτων μας, συμπεριλαμβανομένης της λύπης και του φόβου έχει τεράστια οφέλη. Γιατί, όπως φαίνεται, o δρόμος για μια καλή ζωή, είναι στρωμένος με και με δάκρυα, εκτός από χαμόγελα και γέλια.
«Πιστεύω ότι πολλοί άνθρωποι που εστιάζουν στην ευτυχία και τη σημασία των θετικών συναισθημάτων, αντιλαμβάνονται λάθος την ανθρώπινη ψυχολογία», λέει ο Paul Bloom, καθηγητής ψυχολογίας στο Yale και συγγραφέας του The Sweet Spot, το οποίο διερευνά γιατί μερικοί άνθρωποι αναζητούν επώδυνες εμπειρίες, όπως συμμετοχή σε υπερμαραθώνιους και παρακολούθηση ταινιών τρόμου. «Σε μια καλή ζωή, θα πρέπει να έχεις μακράν λιγότερα αρνητικά από θετικά συναισθήματα, αλλά δεν πρέπει να έχεις μηδενικά αρνητικά συναισθήματα», προσθέτει ο Daniel Pink, συγγραφέας του The Power of Regret. «Ο αποκλεισμός τους είναι κακή στρατηγική».
Το timing αυτών των νέων έργων – τα οποία περιλαμβάνουν επίσης το podcast της Helen Russell (μετά το ομώνυμο βιβλίο της) How To Be Sad – δεν είναι καθόλου τυχαίο. Στον απόηχο της πανδημίας και τώρα του πολέμου στην Ουκρανία, δείχνει κοινότυπο να υποστηρίζουμε ότι μια θετική οπτική είναι το μόνο που χρειαζόμαστε. Τα αρνητικά συναισθήματα – φόβος, άγχος και λύπη – είναι μια φυσική απάντηση σε αυτό που συμβαίνει σε όλο τον κόσμο αυτή τη στιγμή και δεν πρέπει να τα απαρνηθούμε.
Οι εν λόγω συγγραφείς θέλουν να ξέρουμε ότι τα «αρνητικά» συναισθήματα είναι, στην πραγματικότητα, χρήσιμα. Η Russell λέει πως η θλίψη είναι ένα συναίσθημα που «λύνει προβλήματα». Έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας δείχνει ότι μπορεί να βελτιώσει την προσοχή μας στη λεπτομέρεια, να αυξήσει την επιμονή, να προωθήσει τη γενναιοδωρία και να μας κάνει πιο ευγνώμονες για ό,τι έχουμε. «Είναι το συναίσθημα που μας βοηθά να συνδεθούμε με τους άλλους», προσθέτει. «Γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι, κατά κάποιο τρόπο, όταν είμαστε λυπημένοι».
Από μικρή ηλικία μάς δίνουν οδηγίες να μην σπαταλάμε ποτέ ενέργεια σε ενοχές. Η φράση «No regrets» είναι γραμμένη σε αμέτρητα μπράτσα, προφυλακτήρες και μπλουζάκια. Σχεδόν κάθε διάσημος έχει δηλώσει κάποια στιγμή ότι ζει χωρίς ενοχές. Ο Daniel Pink λέει ότι το έχουμε καταλάβει όλο λάθος.
«Ένα τατουάζ "No regrets" είναι σαν να έχεις τατουάζ που λέει "No learning"», λέει ο Pink, ο οποίος ήταν επίσης συγγραφέας ομιλιών για τον Al Gore. «Οι ενοχές ξεκαθαρίζουν τι είναι σημαντικό για εμάς και μας διδάσκουν πώς να τα πάμε καλύτερα. Αυτή είναι η δύναμη του συγκεκριμένου συναισθήματος – αν το διαχειριστούμε σωστά».
Το πρόβλημα; Δεν έχουμε διδαχθεί πώς να επεξεργαζόμαστε αποτελεσματικά αυτά τα δύσκολα συναισθήματα. Μια καλή αρχή είναι να εξοικειωθούμε μαζί τους, αναγνωρίζοντάς τα. Αυτό θέλει εξάσκηση, λέει η Goodman. «Όταν είμαστε σε θέση να δώσουμε όνομα σε ένα συναίσθημα, το κάνει λιγότερο τρομακτικό. Και όταν κάτι είναι γνωστό, μπορούμε να καταλάβουμε τι θέλουμε να κάνουμε με αυτό».
Το να το μοιραζόμαστε με άλλους μειώνει επίσης το βάρος. Τα παράπονα είναι απολύτως φυσιολογικά, λέει η Goodman. Όταν τα μοιραζόμαστε, μας βοηθά να εντοπίσουμε τι είναι αυτό που μας ενοχλεί, επειδή η γλώσσα μετατρέπει αυτό το «απειλητικό σύννεφο» σε «κάτι συγκεκριμένο», λέει ο Pink. Θα μπορούσαμε να το εκμυστηρευτούμε σε ένα φίλο, έναν θεραπευτή ή κάποιον εντελώς άγνωστο. Στην έρευνά του Regret Survey, 18.000 άτομα μοιράστηκαν ανώνυμα τις μεγαλύτερες ενοχές τους, ενώ η Helen Russell προτείνει ένα σύστημα «φίλων», στο οποίο κάνεις μια αμοιβαία συμφωνία με κάποιον να μιλάς για τις ανησυχίες σου χωρίς διακοπή.
Το επόμενο βήμα πιθανότατα θα εξαρτηθεί από τη φύση - και τη σοβαρότητα - του συναισθήματος. Και σύμφωνα με την Russell, η επαφή με την φύση αλλά και οι τέχνες μπορούν να βοηθήσουν. «Υπάρχουν πολλές μελέτες σχετικά με την θεραπευτική δράση της ανάγνωσης ή το να κοιτάζεις ένα έργο τέχνης – και πώς η μουσική μπορεί να αλλάξει τη διάθεσή μας», λέει. «Η στενάχωρη μουσική μπορεί να λειτουργήσει ως σύντροφος όταν νιώθουμε λυπημένοι, αντί να μας κάνει να νιώθουμε χειρότερα. Νομίζω ότι είναι λυτρωτικό όταν τελικά παραδίνεσαι σε όλα αυτά».
Ο Daniel Pink κάνει διάκριση μεταξύ ενοχών για πράξεις (λάθη που έχουμε κάνει) και αδράνειας (ευκαιρίες που δεν εκμεταλλευτήκαμε). Και στις δυο περιπτώσεις, χρήσιμο είναι να σκεφτόμαστε πως όλοι έχουν μετανιώσει για κάτι – και να αναγνωρίσουμε ότι αυτό δεν μας καθορίζει. «Μην βλέπεις ένα λάθος ως τον Άγιο Πέτρο που κρίνει την τελική αξία σου», λέει, αλλά ως «δάσκαλο που προσπαθεί να σε διδάξει».
Στην επεξεργασία των αρνητικών συναισθημάτων «θα πρέπει όλα να μοιάζουν μερικώς παραγωγικά στο τέλος», λέει η Goodman. «Μερικές φορές φτάνεις σε ένα σημείο όπου λες: "Ήταν πολύ δύσκολο και τώρα τελείωσε ή τώρα δεν ασχολούμαι πια με αυτό"», λέει. «Και αν μου ξανασυμβεί, θα το αντιμετωπίσω».
Η αποδοχή των αρνητικών σκέψεων θα πρέπει τελικά να μας αφήνει με μια αίσθηση ολοκλήρωσης. Αν και μπορεί ενστικτωδώς να πιστεύουμε ότι το να γεμίζουμε τις μέρες μας αποκλειστικά με χαρά και ενθουσιασμό είναι το όνειρο, «αν θέλουμε να ζήσουμε μια ζωή με νόημα και σκοπό, θα περιλαμβάνει επίσης πολύ πόνο», λέει ο Bloom. «Αυτό που θέλω πραγματικά είναι οι άνθρωποι να μπορούν να απολαμβάνουν όλο το φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας», προσθέτει η Goodman.
Με πληροφορίες από Guardian