Περισσότερα από 35 χρόνια μετά το χειρότερο πυρηνικό δυστύχημα στον κόσμο, τα σκυλιά του Τσερνόμπιλ περιφέρονται ανάμεσα σε ετοιμόρροπα, εγκαταλελειμμένα κτήρια μέσα και γύρω από το κλειστό εργοστάσιο. Κατά κάποιο τρόπο, εξακολουθούν να βρίσκουν τροφή, να αναπαράγονται και να επιβιώνουν.
Στο περιοδικό Science Advances δημοσιεύτηκαν γενετικές μελέτες - οι πρώτες από τις πολλές που ελπίζουν οι επιστήμονες πως θα γίνουν - εστιάζοντας σε 302 σκυλιά που ζουν ελεύθερα σε μια επίσημα καθορισμένη «ζώνη αποκλεισμού» γύρω από τον τόπο της καταστροφής.
«Είχαμε αυτή τη χρυσή ευκαιρία να θέσουμε τις βάσεις για να απαντήσουμε σε ένα κρίσιμο ερώτημα» δήλωσε η γενετίστρια Elaine Ostrander του Εθνικού Ινστιτούτου Έρευνας Ανθρώπινου Γονιδιώματος, μία από τους πολλούς συγγραφείς της μελέτης.
Ο συνάδελφός της, Tim Mousseau, καθηγητής βιολογικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας, δήλωσε ότι τα σκυλιά «παρέχουν ένα απίστευτο εργαλείο για να εξετάσουμε τις επιπτώσεις ενός τέτοιου είδους περιβάλλοντος» στα θηλαστικά συνολικά.
Το περιβάλλον του Τσερνόμπιλ είναι μοναδικά βίαιο. Στις 26 Απριλίου 1986, μια έκρηξη και πυρκαγιά στο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ουκρανία προκάλεσε την έκλυση ραδιενεργού νέφους στην ατμόσφαιρα. Τριάντα εργάτες σκοτώθηκαν αμέσως μετά, ενώ ο μακροπρόθεσμος απολογισμός των θανάτων από τη δηλητηρίαση με ραδιενέργεια εκτιμάται ότι ήταν χιλιάδες.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι τα περισσότερα από τα σκυλιά που μελετούν φαίνεται να είναι απόγονοι κατοικίδιων ζώων που οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω τους όταν εκκένωσαν την περιοχή.
Ο Mousseau εργάζεται στην περιοχή από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και άρχισε να συλλέγει αίμα από τους σκύλους γύρω στο 2017. Μερικά από τα ζώα ζουν στο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας, ένα δυστοπικό, βιομηχανικό περιβάλλον. Άλλοι ζουν περίπου 15 χιλιόμετρα μακριά, ενώ κάποιοι άλλοι ζουν έως και 45 χιλιόμετρα μακριά.
Στην αρχή, είπε η κ. Ostrander, θεωρήθηκε ότι αυτά τα σκυλιά θα μπορούσαν να έχουν αναμειχθεί τόσο πολύ με την πάροδο του χρόνου ώστε να είναι γενετικά σχεδόν τα ίδια. Αλλά μέσω του DNA, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι μπορούσαν εύκολα να αναγνωρίσουν τα σκυλιά που ζούσαν σε περιοχές με υψηλά, χαμηλά και μεσαία επίπεδα έκθεσης σε ακτινοβολία.
«Αυτό ήταν ένα τεράστιο ορόσημο για εμάς» δήλωσε η Ostrander και συμπλήρωσε πως «το εκπληκτικό είναι ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε ακόμη και οικογένειες» για την ακρίβεια, περίπου 15 διαφορετικές οικογένειες.
Πλέον οι ερευνητές μπορούν να αρχίσουν να αναζητούν αλλοιώσεις στο DNA. Όπως δήλωσαν, η έρευνα θα μπορούσε να έχει ευρείες εφαρμογές, παρέχοντας πληροφορίες για το πώς τα ζώα και οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν τώρα και στο μέλλον σε περιοχές του κόσμου που δέχονται «συνεχή περιβαλλοντική επίθεση» και στο περιβάλλον υψηλής ακτινοβολίας του διαστήματος.
Με πληροφορίες από AP