Επιστήμονες ανέπτυξαν μια νέα εξέταση αίματος που μπορεί να προβλέψει εάν κάποιος διατρέχει υψηλό κίνδυνο καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής ανεπάρκειας ή να πεθάνει από μία από αυτές τις παθήσεις μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Το τεστ, το οποίο βασίζεται σε μετρήσεις πρωτεϊνών στο αίμα, έχει περίπου διπλάσια ακρίβεια από τις υπάρχουσες εξετάσεις. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να επιτρέψει στους γιατρούς να προσδιορίσουν εάν τα χορηγηθέντα φάρμακα σε ασθενείς λειτουργούν ή εάν χρειάζονται πρόσθετα φάρμακα για να μειώσουν έναν ενδεχόμενο κίνδυνο μελλοντικά.
Θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για να επιταχύνει την ανάπτυξη νέων καρδιαγγειακών φαρμάκων παρέχοντας ένα ταχύτερο μέσο για την αξιολόγηση του κατά πόσον τα υποψήφια φάρμακα είναι αποδοτικά κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών.
Το τεστ χρησιμοποιείται ήδη σε τέσσερα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης στις ΗΠΑ και ο καθηγητής, Στέφεν Γουίλιαμς που ήταν επικεφαλής της έρευνας ελπίζει ότι θα μπορούσε να επεκταθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο στο εγγύς μέλλον.
Ενώ τα γενετικά τεστ μπορούν να παρέχουν μια ιδέα για τον κίνδυνο κάποιου για ορισμένες ασθένειες, η ανάλυση πρωτεϊνών μπορεί να παρέχει μια πιο ακριβή εικόνα του τι κάνουν τα όργανα, οι ιστοί και τα κύτταρα κάποιου σε κάθε δεδομένη στιγμή.
Ο Γουίλιαμς και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν machine learning για να αναλύσουν 5.000 πρωτεΐνες σε δείγματα πλάσματος αίματος από 22.849 άτομα και να αναγνωρίσουν 27 πρωτεΐνες που θα μπορούσαν να προβλέψουν την πιθανότητα καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού, καρδιακής ανεπάρκειας ή θανάτου σε βάθος τουλάχιστον τετραετίας.
Κατά την έρευνα παρατήρησαν ότι το μοντέλο τους ήταν περίπου διπλάσια αποδοτικό από τις υπάρχουσες εξετάσεις πρόβλεψης κινδύνου. Τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν στο Science Translational Medicine.
Είναι σημαντικό ότι το τεστ μπορεί επίσης να αξιολογήσει με ακρίβεια τον κίνδυνο σε άτομα που είχαν βιώσει στο παρελθόν έμφραγμα ή εγκεφαλικό ή έχουν πρόσθετες ασθένειες και λαμβάνουν φάρμακα για να μειώσουν τον κίνδυνο, όπου οι υπάρχουσες εξέτασης πρόβλεψης κινδύνου τείνουν να μην είναι τόσο αποδοτικές.
Με πληροφορίες από Guardian