Σε ηλικία 84 ετών πέθανε η χαράκτρια Τόνια Νικολαίδη. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1927 . Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1946-1952) ζωγραφική, με δάσκαλο τον Ουμβέρτο Αργυρό, και χαρακτική στο εργαστήριο του Γιάννη Κεφαλληνού. Έλαβε δίπλωμα στη Ζωγραφική και τη Χαρακτική με πολλές διακρίσεις. Έχει κάνει 18 ατομικές εκθέσεις, σε Ελλάδα, Γάνδη, Παρίσι, Κάιρο. Επανειλημμένως έχει συμμετάσχει σε πάμπολλες Διεθνείς Μπιενάλε Χαρακτικής και Σχεδίου και σε πάμπολλες ομαδικές εκθέσεις σε όλο τον κόσμο. Σπουδαιότερες Διακρίσεις: Πρώτο Βραβείο, Χρυσό Μετάλλιο, Αλεξάνδρεια 1980. Χρυσό Μετάλλιο, Φρέντρικσταντ, 1989. Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών, 1999
Οι λόγοι που την ώθησαν στη χαρακτική δεν είναι συμπτωματικοί.
Η ίδια εξομολογείται ότι «την μάγεψε ο απίθανος πλούτος που διαθέτει στον καλλιτέχνη για να πραγματοποιήσει το όραμά του». Κυρίως, η χαρακτική φέρνει μπροστά στον καλλιτέχνη το κατασκευαστικό ερώτημα το οποίο είναι σημαντικότερο από την ίδια την ιδέα που θέλει να αποτυπώσει. Κατασκευάζω, λοιπόν, σημαίνει να βρω τους τεχνικούς τρόπους ώστε να λύσω το πρόβλημα που μου δημιούργησε η ιδέα μου.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, η Τόνια Νικολαΐδη χαράζει και τυπώνει τα έργα της συνδυάζοντας τη λινολαιογραφία, το ανάγλυφο, τη μεταξοτυπία, καθώς και τη φωτογραφία, όπου όμως πάντα σημαντικό ρόλο παίζει το χρώμα και η επιφάνεια. Εικόνες της θάλασσας, αμμουδιές, φλεγόμενα ξύλα, χάρτινα καράβια και πουλιά στοιχειοθετούν τη θεματολογία της. Πρωταγωνιστικό ρόλο έχει ο άνθρωπος σε δύο μόνο σειρές της, «Έρχονται άλλοι όμοιοι με εμάς, αλλά δεν θα είμαστε εμείς, Ι και II», όμως η παρουσία του ανθρώπου, η αύρα του, υπάρχει σχεδόν παντού.«Στόχος μου δεν είναι ούτε να προβάλω τις τυχόν ικανότητές μου στο χώρο της χαρακτικής, ούτε να πείσω πως άνοιξα νέους δρόμους» είχε αναφέρει η Τόνια Νικολαϊδη, με αφορμή την αναδρομική έκθεση που είχε διοργανώσει το 2010 προς τιμήν της, το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας.
«Ανήκω σ’ αυτούς που πιστεύουν πως δεν έχει σημασία με ποια γλώσσα εκφράζεται ο καλλιτέχνης, αλλά τι εκπέμπει το έργο του. Σημασία έχει να μπορέσει ο καλλιτέχνης να βγάλει από μέσα του τον αληθινό του κόσμο, και ο κόσμος του αυτός να μπορέσει να συνομιλήσει με τους κόσμους των άλλων και μαζί να πορευτούν για λίγο στη μαγεία. Αυτό είναι το ζητούμενο.
»Θέλω να χειρίζομαι την πραγματοποίηση της εικόνας μου ελεύθερη από περιορισμούς και από συμβατικά “πρέπει” και ξένα καλούπια. Μεταχειρίζομαι ό,τι νομίζω πως εξυπηρετεί το όραμά μου, όποιο μέσο, όποια τεχνική μπορώ, χωρίς να νοιάζομαι ποια ταμπέλα θα μου κρεμάσουν κάποιοι. Μ’ ενδιαφέρει να είμαι ένας ενδιαφέρων καλλιτέχνης, που εκφράζει την αλήθεια του. Μ’ ενδιαφέρει να ευχαριστηθώ εγώ - και αν επικοινωνήσουν κι άλλοι με το έργο μου, ακόμα καλύτερα. Έτσι πορεύτηκα».