Αύξηση 2% σημειώνουν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μετά από μία τριετία σταθεροποίησης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις 76 επιστημόνων του Παγκοσμίου Προγράμματος Άνθρακα (Global Carbon Project).
Οι εκτιμήσεις αφορούν σε 15 χώρες και του Κέντρου Ερευνών Tyndall για την Κλιματική Αλλαγή του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Αγγλίας, με επικεφαλής αντίστοιχα τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια Ρομπ Τζάκσον και την καθηγήτρια Κορίν Λε Κερ, ενόψει της διεθνούς συνδιάσκεψης του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή (COP 23) στη Βόννη αυτή την εβδομάδα.
Έως το τέλος του 2017, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας εκτιμάται πως θα φθάσουν τους 41 δισεκατομμύρια τόνους.
Βασικότερος παράγοντας ατμοσφαιρικής μόλυνσης είναι η καύση ορυκτών καυσίμων, σε μία περίοδο που το παγκόσμιο ΑΕΠ σημειώνει αύξηση περίπου 3,5%, λόγω της βιομηχανικής κυρίως δραστηριότητας.
Η αύξηση σημειώνεται την ίδια εποχή που η Κίνα (Νο1 παγκοσμίως στις ρυπογόνες δραστηριότητες) αύξησε τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ενώ ΗΠΑ και ΕΕ παρουσιάζουν πτωτικές τάσεις.
Συνολικά, 101 χώρες που ευθύνονται για το 20% των παγκόσμιων ατμοσφαιρκών ρύπων έχουν αυξήσει τις εκπομπές τους ενώ μόλις 22 χώρες που ευθύνονται για το 20% των παγκόσμιων ρύπων φαίνεται να τις έχουν περιορίσει, φέτος.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 48η θέση παγκοσμίως, με ετήσιες εκπομπές περίπου 71 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα.
Οι επιστήμονες χαρακτηρίζουν «απογοητευτικά» τα αποτελέσματα, προειδοποιώντας ότι ο διαθέσιμος χρόνος για τον έλεγχο της θερμοκρασιακής ανόδου λιγοστεύει.
Ως θετική εξέλιξη καταγράφεται πάντως η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης στο 14%.