Οι παραστρατιωτικές ομάδες των πιστών της Βόρειας Ιρλανδίας δήλωσαν στον Βρετανό πρωθυπουργό, Μπόρις Τζόνσον ότι αποσύρουν προσωρινά την υποστήριξή τους από την ειρηνευτική συμφωνία του 1998.
Ο λόγος είναι οι ανησυχίες τους για τη συμφωνία του Brexit. Ωστόσο, ενώ οι ομάδες έχουν δεσμευτεί για «ειρηνική και δημοκρατική» αντιπολίτευση στη συμφωνία, μια τόσο έντονη προειδοποίηση αυξάνει την πίεση σε Βρετανία, Ιρλανδία και Ευρωπαϊκή Ένωση για το Brexit.
Η ειρηνευτική συμφωνία της Βόρειας Ιρλανδίας το 1998, γνωστή ως Συμφωνία του Μπέλφαστ ή της Μεγάλης Παρασκευής, τερμάτισε τρεις δεκαετίες βίας μεταξύ κυρίως Καθολικών εθνικιστών, που αγωνίζονται για μια ενωμένη Ιρλανδία, και Προτεσταντών συνδικαλιστών ή πιστών κατά βάση, που θέλουν η Βόρεια Ιρλανδία να παραμείνει μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οι πιστοί παραστρατιωτικοί, συμπεριλαμβανομένης της εθελοντικής δύναμης του Ulster, του Ulster Defense Association και του Red Hand Commando, δήλωσαν ότι ανησυχούν για τη διακοπή του εμπορίου μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας λόγω της συμφωνίας του Brexit.
«Οι ομάδες πιστών αποσύρουν την υποστήριξή τους για τη Συμφωνία του Μπέλφαστ», ανέφεραν σε επιστολή της 3ης Μαρτίου προς τον Τζόνσον από τον πρόεδρο του Συμβουλίου Πιστών Κοινοτήτων Ντέιβιντ Κάμπελ, που επικαλείται το Reuters.
Παρόμοια επιστολή εστάλη επίσης στον Ιρλανδό ηγέτη και τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Maros Sefcovic.
Οι παραστρατιωτικές ομάδες δήλωσαν ότι είναι αποφασισμένες πως η ενωτική αντιπολίτευση στο πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας, παραμένει ειρηνική, πρόσθεσαν ωστόσο μια προειδοποίηση.
«Παρακαλώ μην υποτιμάτε τη δύναμη του συναισθήματος σε αυτό το ζήτημα για όλη την ενωτική οικογένεια», ανέφερε η επιστολή.
«Εάν εσείς ή η ΕΕ δεν είστε διατεθειμένοι να τιμήσετε το σύνολο της συμφωνίας, τότε θα είστε υπεύθυνοι για τη μόνιμη καταστροφή της συμφωνίας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Πρόσθεσαν δε, ότι δεν θα επιστρέψουν στη συμφωνία έως ότου αποκατασταθούν τα δικαιώματά τους και το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας τροποποιηθεί έτσι ώστε να εξασφαλίζει το ελεύθερο εμπόριο μεταξύ Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας.
Ωστόσο, σημείωσαν πως, η βασική τους διαφωνία ήταν πιο θεμελιώδης: η Βρετανία, η Ιρλανδία και η Ευρωπαϊκή Ένωση παραβίασαν τις δεσμεύσεις τους για την ειρηνευτική συμφωνία του 1998, που περιλαμβάνονται στο Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας.
Το γραφείο του Τζόνσον δεν σχολίασε αμέσως την επιστολή, αλλά παρέπεμψε το Reuters σε προηγούμενη δήλωση του επικεφαλής του Brexit, David Frost, ο οποίος δεν αναφέρθηκε στην επιστολή.
Η διατήρηση της ευαίσθητης ειρήνης στη Βόρεια Ιρλανδία, χωρίς να επιτρέπεται στο Ηνωμένο Βασίλειο η προσχώρηση στις αγορές της ΕΕ μέσω των χερσαίων συνόρων Ηνωμένου Βασιλείου-Ιρλανδίας ήταν ένα από τα πιο δύσκολα ζητήματα των συνομιλιών στο Brexit.
Οι πιστές ομάδες εγκατέλειψαν τον ένοπλο αγώνα τον 1998 και την εγχώρια βία, καθώς η συμφωνία έγινε σε μεγάλο βαθμό από αντιφρονούντες εθνικιστικές ομάδες, που αντιτάχθηκαν στη συμφωνία ειρήνης.
Από την έναρξη του Brexit, την 1η Ιανουαρίου 2021, η Βόρεια Ιρλανδία αντιμετώπισε προβλήματα κατά την εισαγωγή μιας σειράς αγαθών από τη Βρετανία.
Σύμφωνα με τους συνδικαλιστές ή τους πιστούς αυτό διαιρεί το Ηνωμένο Βασίλειο και είναι απαράδεκτο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποσχέθηκε την Τετάρτη ότι θα αναλάβει νομική δράση, αφού η βρετανική κυβέρνηση επέκτεινε μονομερώς μια περίοδο χάριτος για ελέγχους στις εισαγωγές τροφίμων στη Βόρεια Ιρλανδία, μια κίνηση που οι Βρυξέλλες ανέφεραν ότι παραβιάζει τους όρους της συμφωνίας του Brexit.
Η Ιρλανδία από την πλευρά της υποστηρίζει ότι η Βρετανία συμπεριφέρεται ακατάλληλα.
«Για δεύτερη φορά σε διάρκεια λίγων μηνών, η βρετανική κυβέρνηση απειλεί να παραβιάσει το διεθνές δίκαιο», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Leo Varadkar, αναφερόμενος σε μια παρόμοια μονομερή κίνηση πέρυσι.
«Αυτή ειλικρινά, δεν είναι η κατάλληλη συμπεριφορά μιας αξιοσέβαστης χώρας». πρόσθεσε.
Ο Τζο Μπάιντεν, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, προειδοποίησε τη Βρετανία ότι πρέπει να τιμήσει την ειρηνευτική συμφωνία του 1998 όταν αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, διαφορετικά δεν θα υπήρχε ξεχωριστή εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ.
Με πληροφορίες του Reuters/Guardian