Στο Λουξεμβούργο στις 8 Ιουνίου οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ κατέληξαν σε μια «ιστορική» συμφωνία για τη μετανάστευση, όπως χαρακτηρίστηκε από αξιωματούχους της ΕΕ, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη θα πληρώνουν 20.000 ευρώ για κάθε μετανάστη που θα αρνούνται να φιλοξενήσουν.
Την επόμενη ημέρα η γερμανική Tageszeitung δημοσίευσε άρθρο του συντάκτη της για θέματα μετανάστευσης Φρέντερικ Έικμανς με τίτλο «Δεν είναι ιστορική, αλλά άχρηστη».
Ακόμα κι αν παραμερίσει κανείς όλες τις ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η συμφωνία για την προσφυγική πολιτική παραμένει ένα κακό αποτέλεσμα.
Στρατόπεδα κράτησης στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, πρόσφυγες που επιστρέφουν μόνο σε τρίτες χώρες που είναι μόνο δήθεν ασφαλείς: Από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυτό που συμφώνησαν οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ είναι μια καταστροφή. Η δυστυχία των προσφύγων είναι πιθανό να μεγαλώσει.
Αλλά ακόμα κι αν παραμερίσει κάποιος τις ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως κάνουν το SPD και ένα μέρος των Πρασίνων, η συμφωνία αυτή παραμένει ένα κακό αποτέλεσμα.
Γιατί αυτό που λείπει τόσο επειγόντως από την ευρωπαϊκή προσφυγική πολιτική δεν τέθηκε καν προς συζήτηση στο Λουξεμβούργο: ένας ολοκληρωμένος και δεσμευτικός μηχανισμός για την κατανομή των προσφύγων μεταξύ όλων των κρατών-μελών, που θα ανακούφιζε πραγματικά τις υπερφορτωμένες χώρες στα εξωτερικά σύνορα.
Αντίθετα, οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ συμφώνησαν σε έναν μηχανισμό αλληλεγγύης στον οποίο η είσοδος παραμένει εθελοντική. Αυτό δεν έχει λειτουργήσει μέχρι στιγμής και δεν θα λειτουργήσει ούτε στο μέλλον.
Το γεγονός ότι τα κράτη που δεν υποδέχονται πρόσφυγες θα πρέπει στο μέλλον να πληρώνουν 20.000 ευρώ για κάθε μη παραλαβή κάθε πρόσφυγα ή να συμμετέχουν στην προστασία των εξωτερικών συνόρων, δεν αλλάζει τίποτα.
Από τη μία πλευρά, δεν είναι σαφές τι γίνεται εάν κάποια κράτη απλώς αρνηθούν να πληρώσουν. Ο Πολωνός αναπληρωτής υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Szymon Szynkowski δήλωσε την Παρασκευή: «Δεν θα δεχθούμε να μας επιβάλλουν παράλογες ιδέες». Αλλά επειδή η Πολωνία παρέχει ήδη προσωπικό για την Frontex, θα μπορούσε πιθανότατα απλώς να επαναδηλώσει αυτές τις υπηρεσίες και να υποστηρίξει ότι η οικονομική της συνεισφορά είναι ισχύουσα.
Ωστόσο, τα προβλήματα των κρατών των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ πιθανότατα θα συνεχίσουν να υφίστανται, ακόμη και αν τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ που δεν υποδέχονται πρόσφυγες, δώσουν πραγματικά κάποια ποσά χρημάτων στο μέλλον.
Στο παρελθόν, η Ελλάδα συχνά δεν χρησιμοποιούσε τα κονδύλια της ΕΕ που δικαιούταν για την υποδοχή προσφύγων. Και οι νέοι κανονισμοί για ταχείες συνοριακές διαδικασίες δεν αποτελούν καν ένα κυνικό υποκατάστατο ενός μηχανισμού αναδιανομής προσφύγων.
Υποτίθεται ότι επηρεάζουν μόνο λίγους πρόσφυγες από «ασφαλείς χώρες καταγωγής» και από χώρες με χαμηλά ποσοστά προστασίας. Είναι επίσης απίθανο ο νέος κανονισμός περί τρίτων χωρών να προσφέρει κάποια ανακούφιση μέσα από την μισανθρωπία του. Με κράτη όπως η Τουρκία είναι πιθανό οι διαπραγματεύσεις θα διαρκέσουν πολύ.
Η ομοσπονδιακή υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέιζερ (SPD) μπορεί να αποκαλεί τη συμφωνία «ιστορική» όσο συχνά θέλει, ενώ η ομοσπονδιακή υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπάερμποκ (Πράσινοι) μπορεί να μιλάει για έναν «δύσκολο» αλλά «σωστό συμβιβασμό». Όμως χωρίς δεσμευτικό μηχανισμό αναδιανομής προσφύγων, η συμφωνία των υπουργών Εσωτερικών της ΕΕ παραμένει άχρηστη.