Την αναβολή της δίκης στην οποία εξετάζεται ο ρόλος της στην καταβολή από το γαλλικό κράτος μιας αποζημίωσης ύψους 400 εκατομμυρίων ευρώ στον επιχειρηματία Μπερνάρ Ταπί, θα ζητήσει η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, όπως δήλωσε ο δικηγόρος της στο Reuters.
Η έφεση την οποία είχε υποβάλει η Λαγκάρντ εναντίον της δικαστικής εντολής να παραπεμφθεί η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ σε δίκη στο Δικαστήριο της Δημοκρατίας—Cour de justice de la République (CJR), ένα ειδικό δικαστήριο το οποίο είναι αρμόδιο για να δικάζει υπουργούς εν ενεργεία ή μη για αδικήματα που διαπράχθηκαν ενόσω βρίσκονταν στην εξουσία—απορρίφθηκε.
Υπενθυμίζεται ότι η Λαγκάρντ ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας (2007-2011), πριν αναλάβει επικεφαλής του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον.
Η δίκη αυτή, η οποία είναι προγραμματισμένο να διεξαχθεί από τη 12η ως την 20ή Δεκεμβρίου, θα είναι μόλις η 5η στην ιστορία του CJR, που συγκροτείται από τρεις ανώτατους δικαστικούς και έξι κοινοβουλευτικούς, μέλη της Εθνοσυνέλευσης και της Γερουσίας.
Η Λαγκάρντ κατηγορείται για αμέλεια η οποία είχε αποτέλεσμα κατάχρηση δημοσίου χρήματος, καθώς εγκρίθηκε χωρίς να πρέπει η παραχώρηση 403 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο της διαιτησίας για τη διευθέτηση της διένεξης με την τότε κρατική τράπεζα Κρεντί Λιονέ, η οποία έχει σήμερα κλείσει, για την πώληση της εταιρείας αθλητικών ειδών Adidas.
Ο Ταπί ήταν υποστηρικτής του συντηρητικού πρώην προέδρου της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί και ήταν γνωστό πως διέθετε πολιτικές διασυνδέσεις. Υποστήριζε ότι η Κρεντί Λιονέ τον εξαπάτησε, καθώς μόλις αγόρασε τις μετοχές του στην Adidas, τις πούλησε αργότερα με πολύ υψηλότερο αντίτιμο.
«Αυτή καθαυτή η κατάχρηση δημοσίων πόρων δεν έχει τεκμηριωθεί», δήλωσε ο Πατρίκ Μεζονέβ, δικηγόρος που εκπροσωπεί τη Λαγκάρντ, και πρόσθεσε ότι το CJR δεν είναι σε θέση να αποφανθεί για την υπόθεση, διότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια χωριστή, ευρύτερη έρευνα για τον καταλογισμό ευθυνών.
Στο πλαίσιο της ευρύτερης διαδικασίας ετέθησαν υπό δικαστική έρευνα έξι πρόσωπα—ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Ταπί.
Το δικαστήριο μπορεί να λάβει απόφαση επί του αιτήματος της Λαγκάρντ όταν αρχίσει τις εργασίες του ή να προχωρήσει κανονικά.