Όταν η δημοσιογράφος του Guardian Λίλι Κούο επέστρεψε από τη Γουχάν- όπου ήταν για ρεπορτάζ- στο Πεκίνο, τέθηκε σε υποχρεωτική καραντίνα στο σπίτι της, στο πλαίσιο των μέτρων για τον κορωνοϊό. Αλλά στην αυτοαπομόνωσή της υπήρχε και μια επιτηρήτρια.
Σε άρθρο της στη βρετανική εφημερίδα η δημοσιογράφος- επικεφαλής του γραφείου του Guardian στο Πεκίνο- περιγράφει τις διαρκείς κλήσεις και μηνύματα που δεχόταν από την κ. Ντου, την επιτηρήτρια της καραντίνας της, αλλά και τα παράδοξα μέτρα που άλλαζαν.
Τις προηγούμενες δύο εβδομάδες, η δημοσιογράφος μιλούσε καθημερινά στο τηλέφωνο με την επιτηρήτριά της. «Μου τηλεφωνεί το πρωί για να μου υπενθυμίσει να της στείλω τη θερμοκρασία μου. Καλεί ξανά, αν ξεχάσω να της στείλω το απόγευμα τι έδειξε το θερμόμετρο. Στέλνει μηνύματα με emoji τριαντάφυλλα, μου ζητά να ακολουθήσω τους κανόνες. Αν ανοίξω την πόρτα μου, που έχει αισθητήρα, για να βγάλω τα σκουπίδια στον διάδρομο ή να παραλάβω την παραγγελία μου, αμέσως μου τηλεφωνεί και μου λέει να την ενημερώνω προκαταβολικά», περιγράφει η δημοσιογράφος.
Τα τηλεφωνήματα δεν ήταν μόνο από την κ. Ντου, δεχόταν κλήσεις από το τοπικό αστυνομικό τμήμα, από εκπροσώπους του υπουργείου Υγείας, ή άλλους από την «επιτροπή» της γειτονιάς. «Μου στέλνουν μηνύματα που θυμίζουν να καλύπτω το στόμα μου όταν βήχω και να μην φτύνω όπου θέλω», αναφέρει η Λίλι Κούο που παραδέχεται ότι έπειτα από τα διαρκή τηλεφωνήματα και τις ερωτήσεις- όσο ευγενικές κι αν ήταν- αισθανόταν πιεσμένη.
Θερμομέτρηση 5 φορές την ημέρα
«Έπειτα από την πρώτη εβδομάδα, που είπαν να συμπληρώνω καθημερινά μια φόρμα για το αν έχω βήχα, πόνο στον λαιμό, κούραση, καταρροή, πόνους, διάρροια ή εμετούς. Μία ημέρα αργότερα, η κ. Ντου μου είπε ότι έπρεπε να δηλώνω πέντε φορές την ημέρα τη θερμοκρασία μου, κάθε τρίωρο από τις 9 π.μ. έως τις 9 μ.μ. Έπειτα από διαπραγμάτευση, καταλήξαμε στην αρχική οδηγία για θερμομέτρηση δύο φορές την ημέρα», γράφει η δημοσιογράφος.
Η Κίνα, σημειώνει, εκτός από έναν «στρατό» ντόπιων όπως η κ. Ντου, χρησιμοποιεί εργαλεία παρακολούθησης για τους πολίτες που μπορεί να αποτελούν υγειονομικό κίνδυνο. Όμως, υπάρχουν «παραθυράκια», αλλά και ασυνέπειες στις οδηγίες που δίνονται. Ως παράδειγμα αναφέρει ότι φίλος της που είναι σε ξενοδοχείο καραντίνας βγήκε αρκετές φορές από το δωμάτιό του, ενώ σε άλλα συγκροτήματα διαμερισμάτων απλά ζήτησαν από τους ανθρώπους να υποσχεθούν ότι δεν θα βγουν. Στο ίδιο πλαίσιο αναφέρει ότι τον Μάρτιο ο σύζυγός της τέθηκε σε καραντίνα σε ξενοδοχείο, όπου του έδωσαν μόνο μια λίστα για το πόσες φορές πρέπει να αναφέρει τη θερμοκρασία του, δίχως καμία οδηγία για το πώς θα βρει φαγητό ή νερό.
Η δική της περίπτωση ήταν διαφορετική. Κάποια στιγμή, η κ. Ντου της είπε ότι η καραντίνα της θα παραταθεί για επτά επιπλέον ημέρες. «Με άκουσε υπομονετικά όταν απαίτησα να μάθω πώς μπορούν αυθαίρετα να με κλειδώσουν στο σπίτι για τρεις εβδομάδες. Υποσχέθηκε ότι θα το μεταφέρει στους ανωτέρους της».
Τελικά, έπειτα από δύο εβδομάδες η κ. Ντου την επισκέφθηκε μαζί με δύο υγειονομικούς που πήραν από τη δημοσιογράφο δείγμα για να δουν αν έχει μολυνθεί από τον κορωνοϊό. Την ίδια ημέρα, το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι ρίχνει το επίπεδο συναγερμού. Η Λίλι Κούο έστειλε το απόσπασμα στην κ. Ντου και άλλους αξιωματούχους, λέγοντάς τους ότι πλέον δεν υπάρχει λόγος να είναι σε καραντίνα. Η μόνη απάντηση που πήρε ήταν «δεν έχουμε λάβει οδηγία».
Την επόμενη ημέρα, ένας άνδρας πήγε και αφαίρεσε τον αισθητήρα από την πόρτα του διαμερίσματος της δημοσιογράφου. Όταν όμως εκείνη ρώτησε αν μπορούσε να βγει πλέον, ο άνδρας της απάντησε: «Δεν ξέρω, πρέπει να ρωτήσεις κάποιον άλλο».