Η Paragon απέκοψε την Ιταλία από το λογισμικό κατασκοπείας της με άμεση ισχύ, αφού η ιταλική κυβέρνηση απέτυχε να αντιμετωπίσει τους ισχυρισμούς ότι κατασκοπεύει δημοσιογράφους και ακτιβιστές που επικρίνουν την ακροδεξιά πρωθυπουργό, Τζόρτζια Μελόνι, παραβιάζοντας λογαριασμούς WhatsApp.
Σε συνέχεια των αποκαλύψεων της WhatsApp, η Paragon Solutions -της οποίας το κατασκοπευτικό λογισμικό hacking στρατιωτικού επιπέδου φέρεται να χρησιμοποιήθηκε για την στοχοποίηση 90 ατόμων, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων και μελών της κοινωνίας των πολιτών σε τουλάχιστον 20 χώρες- τερμάτισε τη συνεργασία της με την Ιταλία.
Η απόφαση για τον τερματισμό της σύμβασης έρχεται λιγότερο από μία εβδομάδα αφότου η εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων WhatsApp, ιδιοκτησίας Meta, ανακοίνωσε ότι το κατασκοπευτικό λογισμικό της Paragon χρησιμοποιήθηκε για τη στοχοποίηση δεκάδων ατόμων.
Όπως και άλλοι προμηθευτές spyware, η Paragon συνεργάζεται αποκλειστικά με κρατικές οντότητες, συμπεριλαμβανομένου του ισραηλινού συστήματος ασφαλείας και του FBI, παρέχοντάς τους δυνατότητες hacking με τη μορφή κατασκοπευτικού λογισμικού που ονομάζεται Graphite. Έχει επίσης αρκετούς πελάτες στην Ευρώπη, συγκεκριμένα στην ΕΕ - μεταξύ των οποίων και η Ιταλία, όπου συνεργάζεται με δύο διαφορετικούς κρατικούς φορείς.
Σε χθεσινή ανακοίνωσή της, η ιταλική κυβέρνηση έκανε λόγο για ένα ζήτημα που η ίδια θεωρεί ιδιαίτερα σοβαρό, δηλώνοντας ότι ενεργοποιήθηκε η Εθνική Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας, η οποία υπάγεται στο γραφείο της πρωθυπουργού. Μάλιστα, γνωστοποίησε ότι οι χρήστες που έχουν επηρεαστεί μέχρι στιγμής από τις φερόμενες κατασκοπευτικές δραστηριότητες ανήκουν σε αριθμούς με τηλεφωνικούς κωδικούς που, εκτός από την Ιταλία, μπορούν να εντοπιστούν σε: Βέλγιο, Ελλάδα, Λετονία, Λιθουανία, Αυστρία, Κύπρο, Τσεχία, Γερμανία, Δανία, Γερμανία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία και Πορτογαλία.
Η απόφαση της Paragon να τερματιστεί το συμβόλαιο με την Ιταλία ακολούθησε τις αποκαλύψεις ότι ένας Ιταλός ερευνητής δημοσιογράφος και δύο ακτιβιστές που ασκούσαν κριτική στις σχέσεις της Ιταλίας -επί πρωθυπουργίας Μελόνι- με τη Λιβύη ήταν μεταξύ των ατόμων που είχαν στοχοποιηθεί με το κατασκοπευτικό λογισμικό. Το έργο και των τριών ατόμων ήταν επικριτικό για την κυβέρνηση της ακροδεξιάς Ιταλίδας πρωθυπουργού, Τζόρτζια Μελόνι.
Η Paragon -ένας από τους δύο ισραηλινούς γίγαντες των κυβερνοεπιθέσεων- ανήκε στον πρώην πρωθυπουργό του Ισραήλ, Εχούντ Μπαράκ, και πρόσφατα πωλήθηκε σε αμερικανική εταιρεία - πρώτα απαίτησε από την Ιταλία να απαντήσει στους ισχυρισμούς για εκστρατεία παρακολουθήσεων μέσω του κατασκοπευτικού λογισμικού Graphite και να της παράσχει λεπτομέρειες και στη συνέχεια προχώρησε στη διακοπή του συμβολαίου.
Ο Francesco Cancellato, ο αρχισυντάκτης της Fanpage -ενός πολύ αξιόλογου ερευνητικού ειδησεογραφικού πρακτορείου, σύμφωνα με τον Guardian- ήταν ο πρώτος που δήλωσε δημόσια την περασμένη Παρασκευή (31/1) ότι ήταν ένας από τους 90 ανθρώπους που είχαν ειδοποιηθεί από τη WhatsApp ότι το κινητό του τηλέφωνο είχε στοχοποιηθεί και πιθανότατα παραβιαστεί από το λογισμικό Graphite.
Όπως και το Pegasus, το λογισμικό κατασκοπείας που κατασκευάστηκε από την ισραηλινή NSO Group, το λογισμικό κατασκοπείας Graphite της Paragon μπορεί να μολύνει ένα κινητό τηλέφωνο χωρίς να το γνωρίζει ο χρήστης και χωρίς ο χρήστης να κάνει κλικ σε έναν κακόβουλο σύνδεσμο ή ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Η NSO έχει αποκλείσει στο παρελθόν από πελάτες της στην Πολωνία, την Ουγγαρία και τη Σαουδική Αραβία μετά από δημόσιες αποκαλύψεις ότι το Pegasus είχε χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά από αυτούς, μεταξύ άλλων με στόχο δημοσιογράφους και πολιτικούς αντιφρονούντες.
Η WhatsApp δήλωσε ότι τα 90 άτομα που πιθανότατα εκτέθηκαν σε κίνδυνο είχαν προστεθεί σε ομαδικές συνομιλίες του WhatsApp και τους είχαν σταλεί κακόβουλα PDF, τα οποία στη συνέχεια πιθανότατα μόλυναν τα τηλέφωνα.
Η WhatsApp δήλωσε ότι όλες οι απόπειρες παραβίασης είχαν ανακαλυφθεί τον Δεκέμβριο, εν μέρει με τη βοήθεια του Citizen Lab στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, το οποίο παρακολουθεί τις ψηφιακές απειλές κατά της κοινωνίας των πολιτών. Δεν είναι σαφές για πόσο καιρό ενδεχομένως παρακολουθούνταν τα άτομα ή οι κυβερνητικές οντότητες που εμπλέκονταν σε κάθε περίπτωση.
Αν και δεν είναι απολύτως σαφές γιατί ο Cancellato μπορεί να έχει στοχοποιηθεί, το δημοσίευμά του δημοσίευσε πέρυσι μια έρευνα υψηλού προφίλ που αποκάλυψε νεαρούς φασίστες εντός του κόμματος της Μελόνι. Τα άλλα δύο άτομα που μπήκαν στο στόχαστρο, ο Husam El Gomati, ένας Λίβυος ακτιβιστής που ζει στη Σουηδία, και ο Luca Casarini, ο ιδρυτής της ΜΚΟ Mediterranea Saving Humans, υπήρξαν και οι δύο ηχηροί επικριτές της καταγγελόμενης συνενοχής της Ιταλίας στις κακοποιήσεις που υφίστανται οι μετανάστες στη Λιβύη.
Με πληροφορίες από Guardian, Haaretz