Η παγκόσμια πρεμιέρα του No Time to Die μετά από τρεις αναβολές και ενώ η πανδημία κάθε άλλο παρά σε κάμψη βρίσκεται, εγείρει εκ νέου το θέμα ασφάλειας σε κλειστούς χώρους με μεγάλες συρροές.
Μετά από μήνες περιορισμών και καθώς δειλά κάποια έθνη έχουν αρχίσει να επανεκκινούν τις κοινωνικές/οικοομικές δραστηριότητές τους, ο κόσμος αναμένεται να επιστρέψει στις κινηματογραφικές αίθουσες, μια επιλογή διασκεδαστική και -ακόμη- χαμηλού κόστους. Όμως, πόσο ασφαλές είναι τελικά το σινεμά;
«Αν υπάρχουν 300 άνθρωποι στο σινεμά, η μέση πιθανότητα είναι να υπάρχουν τρεις με τέσσερις μολύνσεις στην αίθουσα. Είναι ασφαλές; Η τίμια απάντηση είναι πως δεν μπορεις να πεις πως είναι πλήρως ακίνδυνα τα πράγματα» εξηγεί ο Στίβεν Γκρίφιν, επιδημιολόγος στο πανεπιστήμιο του Λιντς.
Στην υπόθεση πως κάποιος με κορωνοϊό κάθεται στην αίθουσα, υπάρχουν δύο «οδοί» εξάπλωσης του ιού: Μέσω διαδράσεων μικρής απόστασης (όπως η συνομιλία ή το φτέρνισμα) και μέσω μεγάλης απόστασης κίνηση των μικροσωματιδίων που μεταφέρουν τον ιό, τα οποία μπορούν να διασπαρούν γρηγορότερα σε χώρους χωρίς επαρκή κλιματισμό.
Για την πρώτη περίπτωση, δηλαδή τη μετάδοση από μικρή απόσταση, η διάρκεια ενός φιλμ -στην περίπτωση του Μποντ 2 ώρες και 43 λεπτά, συν τις διαφημίσεις- και η εγγύτητα μεταξύ των κινηματογραφόφιλων αυξάνουν τον κίνδυνο: «Αν κάθεσαι δίπλα σε κάποιον, ξεκάθαρα ο κίνδυνος μεγαλώνει, τόσο στην άμεση επαφή όσο και στη μετάδοση σταγονιδίων. Πολλά εξαρτώνται από την ταξιθέτηση των θέσεων» εξηγεί ο καθηγητής Τιμ Σαρπ, επικεφαλής της σχολής Αρχιτεκτονικής στο πανεπιστήμιο του Στραθκλάιντ.
Όπως προσθέτει ο ίδιος «είναι πιθανό να πάω να δω κι εγώ τη νέα ταινία του Μποντ, αλλά θα προσπαθήσω να το κάνω όταν δεν είναι εντελώς συνωστισμένα και ίσως κάτσω και στο τέλος της σειράς».
Η χρήση μάσκας εντός της κινηματογραφικής αίθουσας μπορεί να περιορίσει τον κίνδυνο στις μικρής απόστασης επαφές, με τον Σαρπ να προτρέπει τον κόσμο να λάβει αυτό το μέτρο, όπου είναι δυνατόν. «Θα ήταν καλό αυτοί που δεν φορούν γυαλιά, να βάλουν μάσκα. Ναι μεν θέλουμε να είναι μια διασκεδαστική εμπειρία, όμως γνωρίζουμε πως οι μάσκες κάνουν τη διαφορά».
Για τη μετάδοση μέσω μικροσωματιδίων, το μόνο που μπορούν να κάνουν οι κινηματογραφόφιλοι, είναι να λάβουν διαβεβαιώσεις για το καλό σύστημα εξαερισμού τής αίθουσας επιλογής τους. Οι περισσότεροι μεγάλοι κινηματογράφοι διαθέτουν καλό εξαερισμό, με τον αέρα στις αίθουσες να ανανεώνεται σε ρυθμό περίπου 10 λίτρων ανά λεπτό κατά άτομο.
Επιπλέον, οι κινηματογράφοι συνήθως διαθέτουν ψηλά ταβάνια και ανοιχτές κατόψεις, κάτι που μειώνει την πιθανότητα δημιουργίας θυλάκων στάσιμου αέρα όπου μπορεί να συσσωρευτούν μολυσμένα σωματίδια.
«Οι περισσότερες αίθουσες που γνωρίζω έχουν μηχανικό εξαερισμό ο οποίος, αν συντηρείται σωστά και δεν έχει φτιαχτεί στο μακρινό παρελθόν, προσφέρει καλό εξαερισμό» σημειώνει ο Σον Φιτζέραλντ, διευθυντής έρευνας στο Κέντρο Κλιματικής Αποκατάστασης του πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.
Εκτός από την αερομεταφερόμενη μετάδοση, όμως, υπάρχουν και πιο άμεσες οδοί εξάπλωσης. Το να μοιράζονται, για παράδειγμα, ποπ κορν άνθρωποι από διαφορετικές «φούσκες» και σπίτια πρέπει ίσως να αποφεύγεται. «Το να τρώει κανείς ποπκόρν δεν είναι επικίνδυνο. Το να το μοιράζεται, όμως, ενέχει κίνδυνο μετάδοσης» λέει ο Φιτζέραλντ.
Τέλος, όπως επισημαίνει ο Σαρπ, η τουαλέτα παραμένει ένα ζήτημα, ιδίως στην περίπτωση ταινιών με έντονη δράση όπου ο κόσμος συρρέει στις τουαλέτες μετά το τέλος της ταινίας ή όταν υπάρχει μια «κοιλιά» στην έντονη δράση. «Ένα από τα κλασικά θέματα στο τέλος μιας ταινίας, είναι πως όλοι συρρέουν στην τουαλέτα. Είναι κάτι αναπόφευκτο μετά από ένα τρίωρο φιλμ, αλλά τουλάχιστον ας το έχει υπ'όψιν του ο κόσμος».
Με πληροφορίες από Guardian