Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μεταλλάξει την αμερικανική εξωτερική πολιτική, έχοντας ως δηλωμένο στόχο -μεταξύ άλλων- τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Την πρωτοβουλία των ΗΠΑ για εκεχειρία 30 ημερών έχει αποδεχθεί η Ουκρανία και το Κρεμλίνο φαίνεται πρόθυμο να εξετάσει την πρόταση, παρόλο που η ιδέα για κατάπαυση πυρός απορρίφθηκε κατηγορηματικά από τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, μόλις τον Ιανουάριο.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν πιθανότατα θα επιδιώξει να καθυστερήσει τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τη θέση του, καθώς και προσωπικές διαβεβαιώσεις από τον Αμερικανό ομόλογό του. Ο Τραμπ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι ελπίζει η Ρωσία να συμφωνήσει στην εκεχειρία 30 ημερών και νωρίτερα σήμερα, Τετάρτη 12 Μαρτίου, ισχυρίστηκε ότι οι ΗΠΑ έλαβαν «θετικά μηνύματα» σχετικά με την κατάπαυση πυρός, χωρίς να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις.
Ενώ Τραμπ λέει ότι θέλει να τερματίσει τον πόλεμο το συντομότερο δυνατό, ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι δεν θα σταματήσει να πολεμά μέχρι να αποσπάσει σημαντικές παραχωρήσεις από τη Δύση και το Κίεβο, συμπεριλαμβανομένης της υπόσχεσης ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και ότι η συμμαχία θα μειώσει την παρουσία της στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Με την περιοχή του Κουρσκ να έχει επανέλθει ως επί το πλείστον στα χέρια της Ρωσίας, ο Πούτιν δύσκολα θα διακινδυνεύσει την εικόνα του ή τυχόν αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας συμφωνώντας σε μια κατάπαυση του πυρός που θα άφηνε την Ουκρανία να ελέγχει ένα τμήμα της ρωσικής επικράτειας.
Ο Πούτιν έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι δεν είναι υπέρ της αποδοχής οποιασδήποτε προσωρινής κατάπαυσης του πυρός, λέγοντας ότι κάθε είδους εκεχειρία που είναι περιορισμένη χρονικά θα δώσει την ευκαιρία στην Ουκρανία να επανεξοπλιστεί και να ανασυνταχθεί και, στη συνέχεια, μόλις λήξει αυτή η περίοδος, να ξεκινήσει εκ νέου τη σύγκρουση.
Η απόρριψη της πρότασης των ΗΠΑ θα οδηγούσε πιθανότατα σε συνέχιση των έντονων μαχών, ιδίως σε αμφισβητούμενες περιοχές όπως το Ντονέτσκ και η Ζαπορίζια, όπου ο εδαφικός έλεγχος παραμένει κατακερματισμένος. Μια απορριφθείσα κατάπαυση του πυρός επιτρέπει στη Ρωσία να εδραιώσει τα κέρδη της στα κατεχόμενα εδάφη, δημιουργώντας ενδεχομένως μακροπρόθεσμες στρατιωτικές βάσεις που θα απειλήσουν την ουκρανική κυριαρχία.
Σε διπλωματικό επίπεδο, η άρνηση της Ρωσίας θα μπορούσε να εδραιώσει τη διπλωματική της απομόνωση, όπως φάνηκε στον αποκλεισμό της από την ειρηνευτική σύνοδο κορυφής της Ελβετίας και την απουσία της Κίνας από την εκδήλωση. Τα κράτη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ θα συντονίσουν πιθανότατα αυστηρότερες κυρώσεις.
Το σχέδιο δανείου των G7 ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων -στο οποίο συμπεριλαμβάνονται 3 δισ. δολάρια ετησίως από τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία- θα εφαρμοζόταν πιθανότατα ταχύτερα, με τα κεφάλαια να κατευθύνονται προς τις στρατιωτικές ανάγκες και όχι προς τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας. Η δεκαετής συμφωνία ασφαλείας μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας μπορεί επίσης να επιταχύνει τις παραδόσεις προηγμένων όπλων.
Από την πλευρά της, η Ρωσία θα μπορούσε να εντείνει τις εκστρατείες παραπληροφόρησης για να παρουσιάσει την Ουκρανία ως επιτιθέμενη -εκμεταλλευόμενη τόσο τη ρητορική Τραμπ, όσο και τις διαιρέσεις στους συμμάχους της Ουκρανίας σχετικά με την παροχή βοήθειας. Σε ένα τέτοιο κλίμα, θεωρούνται αναμενόνενες και οι πυρηνικές απειλές από το Κρεμλίνο.