Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποίησε ότι ο πλανήτης χρειάζεται σχεδόν 6 εκατομμύρια επιπλέον επαγγελματίες νοσοκόμες και νοσοκόμους.
Σε έκθεση για την επάρκεια της προσφοράς των νοσηλευτών και νοσηλευτριών σε παγκόσμιο επίπεδο, τονίζεται ο κρίσιμος ρόλος αυτών των επαγγελματιών, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το μισό υγειονομικό προσωπικό.
«Οι νοσοκόμες και οι νοσοκόμοι είναι η σπονδυλική στήλη των συστημάτων υγείας», τόνισε ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγεσούς, υπενθυμίζοντας ότι πολλοί από αυτούς σήμερα είναι στην πρώτη γραμμή, στο μέτωπο της μάχης εναντίον το κορωνοϊού.
Ο αριθμός των επαγγελματιών νοσηλευτριών και νοσηλευτών σήμερα ανέρχεται σε περίπου 28 εκατομμύρια παγκοσμίως. Μεταξύ του 2014 και του 2018, αυξήθηκε κατά 4,7 εκατομμύρια, αλλά «εξακολουθεί να υπάρχει έλλειμμα 5,9 εκατομμυρίων νοσοκόμων», αναφέρει η έκθεση από τον ΠΟΥ, τη διεθνή εκστρατεία Nursing Now και το Διεθνές Συμβούλιο Νοσοκόμων.
Οι πιο κραυγαλέες ελλείψεις εντοπίζονται στις φτωχότερες χώρες της Αφρικής, της νοτιοανατολικής Ασίας, της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής. Η έκθεση προτρέπει τις κυβερνήσεις να εντοπίσουν τις πιο επείγουσες ανάγκες και να κάνουν προτεραιότητα τις επενδύσεις στην εκπαίδευση, την πρόσληψη και την πλαισίωση των υπηρεσιών υγείας με επαγγελματίες νοσηλεύτριες και νοσηλευτές.
«Όταν υπάρχουν υπερβολικά λίγες νοσοκόμες, τα ποσοστά μολύνσεων, ιατρικών λαθών και θνησιμότητας είναι υψηλότερα», τονίζει ο επικεφαλής του Διεθνούς Συμβουλίου Νοσοκόμων Χάουαρντ Κάτον.
Η Μέρι Ουάτκινς, εκ των συγγραφέων της έκθεσης, εκφράζει ανησυχία διότι οι πλουσιότερες χώρες δεν εκπαιδεύουν επαρκή αριθμό νοσοκόμων, εξαρτώνται κατά συνέπεια από τη μετανάστευση επαγγελματιών και επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο τις ελλείψεις στις χώρες καταγωγής τους. «Το 80% των επαγγελματιών νοσοκόμων στον κόσμο σήμερα (...) εξυπηρετεί το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού», εκτιμά.
Παράλληλα, αναφερόμενη στην πανδημία του κορωνοϊού, η Ουάτκινς απευθύνει έκκληση να εξετάζονται οι νοσηλευτές, καθώς εκτιμάται ότι τα ποσοστά μόλυνσης στις τάξεις τους φθάνουν το 9% στην Ιταλία και ως το 14% στην Ισπανία.
«Έχουμε πολύ υψηλή αναλογία εργαζομένων του υγειονομικού προσωπικού που δεν πάνε να εργαστούν, διότι φοβούνται πως θα μολυνθούν χωρίς να έχουν τρόπο να το εξακριβώσουν. Αδυνατούν να επιβεβαιώσουν αν είναι άρρωστοι, αν ανέρρωσαν, ή αν είναι σε θέση να επιτελέσουν το έργο τους», υπογράμμισε.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ/ AFP